1996. Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, δημοσιεύει στο επίσημο περιοδικό του -με τον εύγλωττο τίτλο Cahiers de Politique Economique- ένα άρθρο που το υπογράφει ο Christian Morrison. Το άρθρο τιτλοφορείται «Οι δυνατότητες πραγματοποίησης των διαρθρωτικών αναπροσαρμογών» και στην πραγματικότητα πρόκειται για την έκθεση του Κέντρου Ανάπτυξης του ΟΟΣΑ με θέμα τα προβλήματα και τους τρόπους πολιτικής χειραγώγησης των πληθυσμών.
Σ’ αυτό που –κατά κύριο λόγο- καλείται να δώσει απαντήσεις το άρθρο είναι τα μέσα το πώς μια κυβέρνηση θα μπορέσει να περάσει τα αυστηρά μέτρα λιτότητας και τις διαρθρωτικές αλλαγές που προωθεί. Πρόκειται για την επιτομή της Βίβλου των νέων Μακιαβέλι, που από τις αρχές της δεκαετίας του ογδόντα προσπαθούσαν να περιγράψουν το θεωρητικό πλαίσιο της επέλασης του νεοφιλελευθερισμού σε μια σειρά από “αναπτυσσόμενες” χώρες και χώρες του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου.
Οι νέοι Μακιαβέλι δεν αφήνουν τίποτε στην τύχη και δρουν πάντοτε με μέθοδο και δοκιμασμένες πρακτικές. Ο Christian Morrison γράφει το 1996 για σχέδια που εφαρμόστηκαν το 1980 και στην ουσία περιγράφει την Ελλάδα του 2012. Οι δε πολιτικές του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας και της Μέρκελ, που υιοθέτησαν πιστά και απαρέγκλιτα οι κυβερνήσεις των Γιώργου Παπανδρέου και Λουκά Παπαδήμου, είναι πιστή αντιγραφή των γραφομένων του. Ο σπόρος του μακιαβελισμού βρίσκει πάντοτε πρόσφορο έδαφος.
Γράφει μεταξύ άλλων ο Christian Morrison:
«Όπου τέθηκε θέμα διαρθρωτικών αλλαγών, οι διεθνείς οργανισμοί (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, κλπ) απαίτησαν δραστική μείωση των βασικών δημόσιων δαπανών. Αυτό έκανε αντιδημοφιλείς τις κυβερνήσεις, οι οποίες, σε περίπτωση ταραχών, κατέφυγαν στην καταστολή πολλαπλασιάζοντας το πολιτικό κόστος. […]
»Τα μέτρα που προκαλούν τις περισσότερες διαδηλώσεις, είναι εκείνα που πλήττουν ολόκληρο τον πληθυσμό και έχουν σαν αποτέλεσμα την άνοδο των τιμών, οτιδήποτε κι αν την προκαλεί (περικοπές επιδομάτων, αύξηση των έμμεσων φόρων ή υποτίμηση). […]
»Από την άλλη, οι περικοπές στα λειτουργικά έξοδα του κράτους πλήττουν τους δημοσίους υπαλλήλους, αλλά οι κυβερνήσεις μπορούν να πάρουν την κοινή γνώμη με το μέρος τους αν κινηθούν ευέλικτα παρουσιάζοντας, με τη βοήθεια του Τύπου, αυτά τα μέτρα σαν μέτρα ισονομίας με το επιχείρημα, ότι εφόσον ζητούνται θυσίες από όλο το λαό, οι δημόσιοι υπάλληλοι δε γίνεται ν’ αποτελούν εξαίρεση. […]
»Το βέβαιο είναι ότι μια κυβέρνηση δεν μπορεί να εφαρμόσει το πρόγραμμα σταθερότητας ενάντια στη θέληση ολόκληρης της κοινής γνώμης. Πρέπει λοιπόν να φροντίσει ώστε να πάρει με το μέρος της ένα μέρος του κόσμου, στην ανάγκη φορτώνοντας δυσανάλογα και με πολύ βαριά μέτρα ορισμένες κοινωνικές ομάδες. […]
»Η απελευθέρωση των εισαγωγών και το άνοιγμα των επαγγελμάτων − ένα μέτρο στο οποίο επιμένει πάντοτε η Παγκόσμια Τράπεζα − προκαλεί αντίθετες αντιδράσεις, από τις οποίες η κυβέρνηση μπορεί να επωφεληθεί. […]
»Η κυβέρνηση που καλείται να εφαρμόσει αναδιαρθρωτικά προγάμματα, είναι υποχρεωμένη να πάρει αντιλαϊκά μέτρα. […] Καλώντας σε βοήθεια το ΔΝΤ, μπορεί να επωφεληθεί και σε πολιτικό επίπεδο γιατί θα μπορεί να απαντάει σε όσους αντιδρούν, ότι τα μέτρα προβλέπονται από τη συμφωνία που επέβαλε το ΔΝΤ και είναι υποχρεωμένη να τα πάρει θέλοντας και μη. […]
»Από τους κινδύνους που θα παρουσιαστούν, αυτός των απεργιών είναι ο μικρότερος. Οι απεργίες κινητοποιούν κατά βάση τους μισθωτούς του μοντέρνου τομέα και όχι τις πιο φτωχές κοινωνικές τάξεις. Με τις κατάλληλες παραχωρήσεις, η κυβέρνηση μπορεί να τις τελειώσει.[…] Παρ’ όλα αυτά, οι απεργίες μπορεί να ευνοήσουν το ξέσπασμα διαδηλώσεων. Ειδικά οι απεργίες των εκπαιδευτικών γίνονται έμμεσα επικίνδυνες επειδή απελευθερώνουν μια ανεξέλεγκτη μάζα μαθητικής και φοιτητικής νεολαίας, η οποία μπορεί να κατέβει σε διαδηλώσεις και σε αυτή την περίπτωση η καταστολή μπορεί εύκολα να έχει δραματικές συνέπειες. […]
»Οι περικοπές στο στενό και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ένα από τα κυριότερα μέτρα των προγραμμάτων σταθεροποίησης, δεν είναι τόσο επικίνδυνες πολιτικά όσο η άνοδος των τιμών στα είδη κατανάλωσης. Προκαλούν απεργίες μάλλον παρά διαδηλώσεις, πλήττουν περισσότερο τις μεσαίες τάξεις παρά τα φτωχότερα στρώματα και σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση μπορεί να αποτανθεί στον πραγματισμό των δημοσίων υπαλλήλων. Μπορεί για παράδειγμα να τους εξηγήσει, ότι εφόσον το ΔΝΤ επιβάλλει περικοπές κατά 20% στο δημόσιο, το μόνο που απομένει είναι είτε να μειωθούν οι μισθοί, είτε να γίνουν απολύσεις, και η ίδια προτιμάει να κάνει το πρώτο προς όφελος του συνόλου των υπαλλήλων. Η εμπειρία μας από τις περισσότερες αφρικανικές κυβερνήσεις δείχνει, πως αυτό το επιχείρημα εισακούγεται. […]
»Μια από τις βασικές περικοπές αφορά στα λειτουργικά έξοδα των σχολείων και των πανεπιστημίων. Είναι πολύ προτιμότερη επιλογή από μια δραστική μείωση του αριθμού των μαθητών και των σπουδαστών. Οι οικογένειες θα αντιδράσουν βίαια στο ενδεχόμενο να αποκλειστούν τα παιδιά τους από την εκπαίδευση. Δεν θα αντιδράσουν όμως σε μια σταδιακή υποβάθμιση της ποιότητας της εκπαίδευσης. Έτσι σιγά-σιγά θα δεχτούν να πληρώνουν κάποιο ποσόν για να σπουδάζουν τα παιδιά, ή να περικοπεί κάποια εκπαιδευτική δραστηριότητα.Αυτή η υποβάθμιση όμως πρέπει να γίνει βήμα προς βήμα, σε ένα σχολείο αρχικά και όχι στο γειτονικό σχολείο, ώστε να αποφευχθεί μια γενικευμένη αντίδραση του πληθυσμού. […]
»Τίποτα δεν είναι πιο επικίνδυνο πολιτικά από τη λήψη συνολικών μέτρων για την αντιμετώπιση ενός μακρο-οικονομικού προβλήματος. Αν λοιπόν θέλουμε να μειώσουμε τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, πρέπει να τους μειώσουμε πρώτα σε έναν ορισμένο τομέα, να ψαλλιδίσουμε την ονομαστική αξία τους σε έναν άλλο κι ακόμα και ν’ αυξήσουμε τους μισθούς σε κάποιον τομέα που είναι κρίσιμος από πολιτική άποψη. Το ίδιο και με τα επιδόματα. Δεν τα κόβουμε όλα μαζί. Πρέπει να φροντίζουμε απεριόριστα τις λεπτομέρειες: αν π.χ. τα φτωχά νοικοκυριά καταναλώνουν μόνο τη ζάχαρη σε μορφή σκόνης, μπορούμε ν’ αυξήσουμε την τιμή της ζάχαρης σε κύβους. […]
»Σημαντικό είναι το συμπέρασμα που λέει, ότι μια κυβέρνηση αποτυχαίνει για δυο λόγους: είτε επειδή εμπιστεύεται την υλοποίηση του προγράμματος σταθεροποίησης και διαρθρωτικών αλλαγών σε τεχνοκράτες, που παραμελούν το πολιτικό κόστος∙ είτε επειδή την εμπιστεύεται αποκλειστικά στους αρμόδιους πολιτικούς, που ενδιαφέρονται για το στενό πολιτικό κόστος. […]
»Για να έχει μια κυβέρνηση το περιθώριο ώστε να κάνει τους πολιτικούς ελιγμούς που απαιτεί ένα πρόγραμμα αναδιάρθρωσης, πρέπει να στηρίζεται από ένα ή δυο μεγάλα κόμματα και όχι από μια συμμαχία μικρών κομμάτων. Γι’ αυτό χρειάζεται ένα κατάλληλο εκλογικό σύστημα, με πολλές μονοεδρικές εκλογικές περιφέρειες. […]
»Εξίσου βοηθάει το μοίρασμα των ρόλων μεταξύ των διεθνών οργανισμών −οι οποίοι αναλαμβάνουν το ρόλο να υπενθυμίζουν τις σκληρές υποχρεώσεις του προγράμματος αναδιάρθρωσης− και μιας σειράς χωρών, που θα παίζουν το ρόλο χορηγών και θα παρέχουν κάποια βοήθεια όταν ορισμένα πολύ σκληρά μέτρα γίνονται πολύ επικίνδυνα»