Του Σταυρου Λυγερου
Οι ευρωπαϊκές ελίτ έχουν επίγνωση ότι η εκδίωξη της Ελλάδας είναι κίνηση υψηλού ρίσκου. Γι’ αυτό και –τουλάχιστον προς το παρόν–δεν την υιοθετούν...
Εάν αδειάσουμε το τραπέζι από τις δηλώσεις και τα δημοσιεύματα που εξυπηρετούν προπαγανδιστικές σκοπιμότητες, αυτό που θα μείνει είναι η συζήτηση και οι συνακόλουθες αντιθέσεις στους κόλπους των ευρωπαϊκών ελίτ για τον τρόπο αντιμετώπισης όχι τόσο της ελληνικής κρίσης, που είναι η κορυφή του παγόβουνου, όσο της κρίσης του ευρώ, που είναι το παγόβουνο.
Το Βερολίνο, που έχει βαρύνουσα γνώμη, συνεχίζει να πατάει σε δύο βάρκες. Από τη μία πλευρά θέλει το ευρώ, που τόσο έχει βοηθήσει τις γερμανικές εξαγωγές. Από την άλλη, όμως, δεν είναι διατεθειμένο να πληρώσει το τίμημα για τη διάσωση της Ευρωζώνης. Μια μειοψηφική μερίδα της γερμανικής άρχουσας τάξης θεωρεί ότι είναι προτιμότερο να διακινδυνεύσει την επιβίωση του ευρώ από το να πληρώσει ένα λογαριασμό που γίνεται ολοένα και μεγαλύτερος. Αυτός είναι ο λόγος που ερωτοτροπούν με την ιδέα να σπρώξουν την Ελλάδα –εάν χρειαστεί, και την Πορτογαλία– εκτός ευρώ, με το επιχείρημα ότι είναι «μαύρη τρύπα».
Οι κύκλοι αυτοί δεν αγνοούν ότι εάν σπάσει ένας έστω κρίκος της αλυσίδας θα προκληθεί ντόμινο, που θα θέσει σε κίνδυνο την Ευρωζώνη. Αυτό, όμως, το θεωρούν αποδεκτό ρίσκο, επειδή στην πραγματικότητα θεωρούν πως ό,τι ήταν να κερδίσει η Γερμανία από το ευρώ ουσιαστικά το έχει κερδίσει. Δημοσίως, βεβαίως, ισχυρίζονται ότι οι επιπτώσεις από την εκδίωξη της Ελλάδας είναι δυνατόν να ελεγχθούν και να οδηγήσουν σε σταθεροποίηση της Ευρωζώνης.
Η αλήθεια είναι ότι η ελληνική κρίση δεν έχει πάψει να είναι συστημικός κίνδυνος, έστω και σε μικρότερο βαθμό απ’ όσο ήταν το 2010. Το μεγάλο πρόβλημα δεν είναι οι απώλειες των τραπεζών από μια στάση πληρωμών. Είναι, αφενός, οι επιπτώσεις λόγω της διαπλοκής των τραπεζών και, αφετέρου, η αντίδραση των Αγορών. Εάν σπάσει ο ελληνικός κρίκος, οι Αγορές θα επιτεθούν στην Ισπανία, στην Ιταλία και στις άλλες χώρες με υψηλό χρέος, ανεβάζοντας απότομα τα επιτόκια δανεισμού τους.
Κατά πάσα πιθανότητα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα αντιδράσει όπως έχει ήδη αντιδράσει. Αυτή την περίοδο, τα επιτόκια δανεισμού αυτών των χωρών συγκρατούνται σε ανεκτά επίπεδα, επειδή η ΕΚΤ έχει διοχετεύσει στις ευρωπαϊκές τράπεζες πολλές εκατοντάδες δις, για να μπορούν, με τη σειρά τους, να αγοράζουν κρατικά ομόλογα. Το ίδιο θα πράξει και, μάλιστα, σε μεγαλύτερη έκταση εάν εκδιωχθεί η Ελλάδα. Τέτοιες ενέσεις ρευστότητας είναι ικανές να μεταθέσουν χρονικά το πρόβλημα, αλλά όχι να το επιλύσουν.
Στην πλειοψηφία τους, οι ευρωπαϊκές ελίτ έχουν επίγνωση ότι η εκδίωξη της Ελλάδας είναι κίνηση υψηλού ρίσκου. Γι’ αυτό και –τουλάχιστον προς το παρόν– δεν την υιοθετούν, αν και για λόγους πίεσης προς την Αθήνα χρησιμοποίησαν επανειλημμένως αυτή την απειλή. Οι Γερμανοί και ορισμένοι σύμμαχοί τους, μάλιστα, πήγαν ακόμα πιο μακριά: Στην προσπάθειά τους να υπεκφύγουν από την ανάγκη να ξεκαθαρίσουν τη θέση τους, δεν δίστασαν να μετατρέψουν την Ελλάδα σε αποδιοπομπαίο τράγο και να πυροδοτήσουν στην κοινή γνώμη αισθήματα οικονομικού εθνικισμού.
Η στάση αυτή, όμως, σε συνδυασμό με τον πολλαπλασιασμό των οικονομικών και κοινωνικών ερειπίων στην Ελλάδα, έχει αρχίσει να αλλάζει το κλίμα. Στο επίπεδο των κυβερνήσεων, η αντίδραση είναι ακόμα χλωμή. Στο επίπεδο της κοινωνίας των πολιτών, όμως, ήδη αναπτύσσεται ένα κίνημα αλληλεγγύης, που πηγάζει κυρίως από τη δικαιολογημένη πεποίθηση ότι στην Ελλάδα δοκιμάζεται η συνταγή που προορίζεται για ολόκληρη την Ευρώπη. Ολοένα και περισσότεροι Ευρωπαίοι συνειδητοποιούν ότι το σήμερα της ελληνικής κοινωνίας είναι το αύριο των κοινωνιών της ευρωπαϊκής περιφέρειας και πιθανόν το μεθαύριο των κοινωνιών του ευρωπαϊκού πυρήνα.
==========================================================================================