Λένε ότι ο πολιτικός πρέπει να μένει σε γυάλινο σπίτι, ώστε να δείχνει στους πολίτες πως δεν έχει τίποτα να κρύψει. Φυσικά οι πολιτικοί ζουν σε σπίτια δίχως παράθυρα, γιατί έχουν πολλά να κρύψουν από τους πολίτες.
Όμως η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση του σημερινού καθεστώτος δεν έχει τοποθετήσει ούτε καν τζάμια. Μένει σ’ ένα γιαπί και οι κινήσεις της βρίσκονται σε κοινή θέα.
Δεν έχει ανάγκη να κρυφτεί από κανέναν, όχι επειδή είναι αθώα, αλλά επειδή έχει κάνει ξεκάθαρες τις προθέσεις της, το ρόλο της και την αδιαφορία της για τη γνώμη των πολιτών.
Η κυβέρνηση του καθεστώτος έχει πλέον σταματήσει κάθε επαφή με τους πολίτες. Δεν την ενδιαφέρουν. Δεν τους φοβάται. Δε σέβεται την κριτική τους. Επικοινωνεί μόνο με τους δανειστές κι εντολοδόχους της και μόνο τη δική τους κριτική λαμβάνει υπ’ όψιν.
Τοποθετεί στο υφυπουργείο Προστασίας του Πολίτη, έναν πρώην ένστολο. Τον πρώην αρχηγό της Αστυνομίας, Λευτέρη Οικονόμου. Όμως είναι λογικό ότι ο πρώην αρχηγός της Αστυνομίας το μόνο που θα ενδιαφέρεται να προστατέψει θα είναι η Αστυνομία.
Αυτή είναι η κουλτούρα του. Σε αυτό το «σπίτι» μεγάλωσε, ανδρώθηκε, αναγνωρίστηκε και «έγινε κάποιος». Μάλιστα, ως εκπρόσωπος Τύπου της Αστυνομίας είχε και το καθήκον να υπερασπίζεται την εικόνα της Αστυνομίας. Ένα καθήκον που το έπραξε στο ακέραιο.
Ως εκ τούτου, κανέναν δε θα παραξενέψει η στάση του νέου υφυπουργού σε περίπτωση που βρεθούν αντιμέτωποι πολίτες με αστυνομικούς. Οι κακοί εκ των προτέρων θα είναι οι πολίτες και οι αστυνομικοί θα έχουν πάντα δίκιο.
Σε μία δημοκρατική χώρα, δεν τοποθετείς ένστολο σε θέση πολιτικού προϊσταμένου ένστολων. Είναι ένας δικός τους. Ένας άνθρωπος που τους υπερασπίζεται απόλυτα επειδή έζησε μαζί τους.
Άρα, σε καμία περίπτωση δε μπορεί να λειτουργήσει αντικειμενικά. Αυτό θα μπορούσε να το αμφισβητήσει κάποιος και να υποστηρίξει πως δεν έχει σημασία το ότι ο υφυπουργός υπήρξε ένστολος, μόνο στην περίπτωση που ο κ. Οικονόμου είχε δώσει στο παρελθόν δείγματα κριτικής διάθεσης προς τα όσα στραβά συμβαίνουν στην Αστυνομία.
Αυτό δε συνέβη. Η πραγματικότητα είναι ότι ο κ. Οικονόμου με το σπουδαίο παρελθόν του αποτελεί εγγύηση για τη σημερινή εικόνα της Αστυνομίας και η παρουσία του υπόσχεται την ατιμωρησία των αστυνομικών σε περιπτώσεις υπερβολικής και παράνομης βίας εναντίον πολιτών.
Η μία συντεχνία, λοιπόν, αυτή των Φυλάκων του Καθεστώτος, καλύφτηκε. Πάμε στην άλλη συντεχνία, εκείνη του πανεπιστημιακού κατεστημένου. Των «ανθρώπων του Πνεύματος». Των ακαδημαϊκών.
Αυτοί απέκτησαν τον δικό τους εκπρόσωπο στο πρόσωπο του κ. Μπαμπινιώτη. Η ελίτ των πανεπιστημιακών θα μπορεί και αυτή να συνομιλεί και να αιτείται στον «δικό της άνθρωπο», ο οποίος θα κατανοεί τα προβλήματά της, ειδικά αυτά που έχουν σχέση με αποδοχές, μισθολόγια και λοιπά φιλοσοφικά ζητήματα.
Ο κ. Γ. Μπαμπινιώτης δήλωσε σχετικά με την υπουργοποίησή του: «Πάω με μία διάθεση μόνο να προσφέρω κάποιες υπηρεσίες αυτό το διάστημα, δεν έχω πολιτικές βλέψεις, ούτε είχα υπόψη μου να αναλάβω τέτοια πόστα, κάνω μία εξαίρεση στον εαυτό μου και τη συνείδησή μου γιατί η χώρα περνά δύσκολες στιγμές που δεν χωρούν αρνήσεις όταν κάποιος καλείται να προσφέρει, αν μπορεί, και νομίζω ότι κάτι θα προσφέρω».
Μάλιστα! Η χώρα περνά δύσκολες στιγμές (προφανώς ο κ. καθηγητής έχει αντιληφθεί ότι δέχεται επίθεση από εξωγήινους) και γι’ αυτό δέχθηκε να προσφέρει (προφανώς να δημιουργήσει την κιβωτό της γλώσσας για να τη σώσει από τους εξωγήινους).
Το γεγονός ότι η χώρα περνά δύσκολες ώρες ακριβώς εξαιτίας των πολιτικών της κυβέρνησης στην οποία δέχθηκε να συμμετάσχει ο κ. Μπαμπινιώτης, δεν του έχει περάσει καθόλου από το μυαλό.
Δε διαβάζει εφημερίδες, δε μιλάει με τους ανθρώπους γύρω του, δεν ακούει τις φωνές των νέων ανθρώπων παρά μόνο συνομιλεί και ακούει τη συνείδησή του. Η οποία συνείδησή του καθιστά τον ίδιο ως λύση στο πρόβλημα της χώρας.
Ο κ. Οικονόμου και ο κ. Μπαμπινιώτης δεν είναι εκλεγμένοι πολιτικοί. Ούτε ο πρωθυπουργός είναι εκλεγμένος πολιτικός. Ναι, ξέρω, υπάρχουν οι θιασώτες του Μνημονίου που λένε «και τι κακό έχουν οι μη εκλεγμένοι υπουργοί;».
Είναι η ερώτηση που σου απευθύνει και ο βενζινοπώλης όταν πας και του λες «η βενζίνη που μου πούλησες είχε μέσα νερό». Σε ρωτάει «Ε και τι κακό έχει το νερό;». Κι έχει δίκιο. Από μόνο του το νερό δεν έχει τίποτε κακό. Όπως και οι μη εκλεγμένοι υπουργοί, δεν έχουν τίποτε κακό από μόνοι τους.
Όταν όμως οι υπουργοί αυτοί μπαίνουν σε μία κυβέρνηση που υποτίθεται ότι είναι ειδικού σκοπού, υπηρεσιακή ή μεταβατική τότε παίζουν ακριβώς το ρόλο του νερού που νοθεύει τη βενζίνη. Νοθεύουν την όποια ιδέα δημοκρατικότητας έχει απομείνει, διότι αυτοί ποτέ δε δεσμεύτηκαν με τις προτάσεις τους, ποτέ δε θα κριθούν, κανένα κόστος δεν έχουν, καμία ευθύνη δε θα αναγνωρίσουν.
Η κυβέρνηση του καθεστώτος αδιαφορεί για τις όποιες ενστάσεις, διαφωνίες, προβλήματα των πολιτών. Γι’ αυτό και ζει σ’ ένα γιαπί και λειτουργεί σε κοινή θέα. Πιστεύει ότι δε θα κριθεί και δε θα τιμωρηθεί από κανέναν. Το μέλλον θα δείξει αν είχε δίκιο για την αίσθηση ατιμωρησίας που τη διακατέχει.