Σε μια μάχη χωρίς ουσία επιδίδονται οι Ευρωπαίοι, τοποθετώντας απέναντι την ανάπτυξη στην πολιτική λιτότητας, δίχως να καταλαβαίνουν ότι μόνη λύση για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους είναι η ανάπτυξη μέσω της ιδιωτικής πρωτοβουλίας κι όχι μέσω των κρατικών δαπανών, εκτιμά η Wall Street Journal.
Ανάπτυξη ή λιτότητα; Αυτό είναι το δίλημμα που αντιμετωπίζει αυτή την περίοδο η Ευρώπη-ή τουλάχιστον αυτό υποσρηρίζει η κευνσιανή θεωρία. Σύμφωνα με αυτή την άποψη η ανάπτυξη αποτελεί κυρίως μια λειτουργία κυβερνητικών δαπανών.
Ξοδέψτε περισσότερα και θα επιτύχετε την πολυπόθητη ανάπτυξη, ακόμα κι αν μια χώρα αυξήσει τους φόρους ώστε να καλύψει τις δαπάνες. Αλλά μείνετε μακριά από τις περικοπές που προτείνουν οι Γερμανοί.
Πρόκειται για ένα ανόητο ντιμπέιτ το οποίο παραγνωρίζει τις πραγματικές πηγές της οικονομικής ευμάρειας και βοηθά στο να εξηγηθεί το χάος που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, σημειώνει σε άρθρο της η Wall Street Journal.
Πίσω στη δεκαετία του ’80, ο κόσμος διδάχθηκε, ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε, ότι ο τρόπος για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, ήταν οι μεταρρυθμίσεις που ενθάρρυναν τις ιδιωτικές επενδύσεις και το ρίσκο, την εργασιακή κινητικότητα και ευελιξία, τέλος στους ελέγχους των τιμών. Στη διάρκεια της κρίσης η Ευρώπη δοκίμασε τα πάντα, εκτός από τα παραπάνω.
Τα δίκια της Γερμανίας
Αν ο Ρέιγκαν και η Θάτσερ θεωρούνται πολύ ξεπερασμένοι για τους Ευρωπαίους, τι γίνεται με τη Γερμανία;
Στη διάρκεια της δεκαετίας του ΄90 και τα πρώτα χρόνια της περασμένης δεκαετίας, η Ευρώπη ήταν ένας γίγαντας με πήλινα πόδια, με τους δείκτες ανάπτυξης να χωλαίνουν και τον δείκτη ανεργίας να έχει χτυπήσει το 11,3% το 2005.
Τότε ο σοσιαλδημοκράτης Καγκελάριος Σρέντερ, εξέπληξε τον κόσμο, προωθώντας μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας που άνοιξαν το δρόμο για τη σχετική ευημερία που επικρατεί σήμερα στη Γερμανία.
Οι αλλαγές έπληξαν προνόμια και πρόσφεραν μεγαλύτερη ευελιξία στους εργοδότες σχετικά με τις αμοιβές και το εργασιακό ωράριο.
Η κυβέρνηση Σρέντερ και αργότερα ο κυβερνητικός συνασπισμός υπό την Άγκελα Μέρκελ, προχώρησαν σε μια σειρά αλλαγών στη φορολογία, καθιστώντας τη Γερμανία πιο ανταγωνιστική, προσέλκυσε επενδύσεις και νέες θέσεις εργασίας και άνοιξε το δρόμο για μείωση της ανεργίας στο 5,7%.
Η κυβέρνηση της κ. Μέρκελ έκανε στον κόσμο μια επιπλέον χάρη το 2009, μεσούσης της οικονομικής κρίσης, απορρίπτοντας τις εκκλήσεις του ΔΝΤ, όταν οι Ομπάμα, Μπράουν και Γκάιτνερ, θέλησαν να πάρουν μέρος στο παγκόσμιο πάρτι της σπατάλης.
Το 2010 ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφανγκ Σόιμπλε, δήλωσε πως οι ΗΠΑ έχουν ήδη τυπώσει αμέτρητα χρηματικά ποσά, με τα αποτελέσματα να είναι πενιχρά. Η Ευρώπη πρέπει να αισθάνεται τυχερή που η μεγαλύτερή της οικονομία παραμένει ισχυρή και αξιόπιστη.
Λάθος η αύξηση των κρατικών δαπανών
Ωστόσο τώρα, η κ., Μέρκελ κατακρίνεται γιατί απέφυγε τα λάθη που οδήγησαν άλλες χώρες στην κρίση χρέους, ενώ είχε το θάρρος να ενθαρρύνει και τα υόλοιπα μέλη της ευρωζώνης να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Γερμανίας. Οι υπέρμαχοι της κευνσιανής θεωρίας δεν θα συγχωρήσουν ποτέ την Καγκελάριο για το ότι είχε δίκιο.
Σύμφωνα με την WSJ, η Ευρώπη δεν μπορεί να αντέξει ένα νέο γύρο δαπανών. Όπως δείχνουν τα στοιχεία, τα επίπεδα χρέους έχουν ανέβει δραματικά στις ανεπτυγμένες χώρες από το ξεκίνημα της κρίσης το 2008, ενώ η ύφεση είναι παρούσα και δείχνει την κεϋνσιανή έκρηξη δαπανών.
Πλέον οι αποδόσεις των ομολόγων ενισχύονται στην περιφερειακές οικονομίες της ευρωζώνης, οι ευρωπαϊκοί χρηματιστηριακοί δείκτες βρίσκονται υπό πίεση, ενώ πολλές χώρες έχουν βυθιστεί στην ύφεση.
Η ανάπτυξη είναι όντως ο μόνος τρόπος για να βγει η ευρωζώνη από την κρίση, καταλήγει η WSJ. Ωστόσο αυτή η ανάπτυξη πρέπει να είναι ιδιωτική, με οδηγό τις μεταρρυθμίσεις στη φορολογία, την αγορά εργασίας, το συνταξιοδοτικό κ.α.
Μέχρι στιγμής οι Ευρωπαίοι ψηφοφόροι έχουν στείλει...σπίτι τους πολλές κυβερνήσεις από τότε που ξέσπασε η κρίση και ετοιμάζεται να στείλει κι άλλες. Ωστόσο, αυτό που χρειάζεται πραγματικά, είναι οι Ευρωπαίοι να αποβάλουν την πεποίθηση ότι οι κρατικές δαπάνες μπορεί να οδηγήσουν στην ευημερία.