Σε περιόδους μεγάλων κοινωνικών ανατροπών βλέπουμε να κλυδωνίζονται ορισμένες μυστικοποιητικές δοξασίες που είναι όμως καλά εδραιωμένες στην κοινή γνώμη. Μετά από τρεις δεκαετίες κερδοσκοπικού πυρετού και χρηματιστηριακών κρίσεων, η έννοια της « αποτελεσματικής αγοράς » έγινε πλέον αναξιόπιστη.
Οι διατριβές περί «ηθικοποίησης» του καπιταλισμού αποτελούν μια εύγλωττη μαρτυρία για τη σύγχυση και την αμηχανία που επικρατεί στις διευθύνουσες ελίτ. Αλλά στην πράξη, τίποτα δεν άλλαξε. Business as usual.
Σ’αυτές τις συνθήκες η κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης βαθαίνει καταλυτικά. Η κυρίαρχη πολιτική εχει εκφυλιστεί σε συνώνυμο της διαχείρισης, δεν τροποποιεί το σύστημα παρά στο περιθώριο. Ο κόσμος αλλάζει, αλλά οπισθοχωρώντας : η εκπλήρωση της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας αφήνει πίσω της ένα ερειπωμένο κοινωνικό τοπίο. Η κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης σηματοδοτεί, ακριβώς, την απόσταση που μας χωρίζει από το στόχο ενός πραγματικού μετασχηματισμού της κοινωνία.
Η επίδραση της κρίσης στις συλλογικές αντιλήψεις είναι αντιφατική. Οι εργαζόμενοι διαπιστώνουν ολοφάνερα ότι το σύστημα επιτείνει τις κοινωνικές ανισότητες και καταστρέφει τις παραγωγικές δραστηριότητας. Ταυτόχρονα ανησυχούν για τις συνέπειες της κρίσης στην ίδια τους τη ζωή. Η θέληση για πάλη συμπίπτει με το φόβο να εκθέσουν τους εαυτούς τους συμμετέχοντας σε μια αναμέτρηση χωρίς μέλλον. Αντιλαμβάνονται ότι το σύστημα είναι « σάπιο », μην ξέροντας όμως με τι να το αντικαταστήσουν. Οτιδήποτε έχει επιχειρηθεί μέχρι σήμερα ως εναλλακτική λύση στον καπιταλισμό έχει αποτύχει. Ο ίδιος ο αντι-φιλελευθερισμός που διαπερνάει τα κοινωνικά κινήματα δεν είναι ένα προανάκρουσμα του μέλλοντος, αλλά ένας δείκτης των ελλείψεων και των στρατηγικών κενών μιας αριστεράς που βρίσκεται ακόμα σε αναζήτηση ριζοσπαστικότητας.
Στο κοινωνικό μέτωπο, υπάρχει ένας εντυπωσιακός αριθμός αντιστάσεων και αγώνων. Η συλλογική δράση τροφοδοτεί μια υπόγεια πολιτικοποίηση της κοινωνίας και συμβάλλει στο να υπάρχει ένα εξεγερσιακό κλίμα ως πραγματική δυνατότητα. Η πολιτική της επιρροή εκτείνεται πέρα από την πίεση που μπορεί να ασκήσει στη θεσμική πολιτική. Η συλλογική δράση μετατοπίζει όχι μόνο το φάσμα των πολιτικών απαντήσεων αλλά αναοριοθετεί θεματολογικά το πεδίο των βασικών πολιτικών ερωτημάτων.
Ωστόσο, τα κοινωνικά κινήματα έχουν πραγματικές δυσκολίες για να αναδυθούν ως κεντρικοί παίκτες που μπορούν να επηρεάζουν την πορεία των πραγμάτων.
Οι κοινωνικές αντιστάσεις εμφανίζονται ασυνεχείς, περιορισμένες, διάσπαρτες. Τους λείπει ο συντονισμός, η έλλειψη ενωτικής στρατηγικής, η επεξεργασμένη διεκδικητική στοχοθέτηση. Όπως θα έλεγαν οι οικονομολόγοι, η κινηματική δυναμική υποφέρει από αρνητικές οικονομίες κλίμακας.
Ο ρόλος των προοδευτικών πολιτικών δυνάμεων είναι να δημιουργήσουν δημοκρατικές εγκαρσιότητες στο κοινωνικό πεδίο, αποδεικνύοντας ότι άλλες πολίτικες επιλογές εκτός των κυρίαρχων είναι δυνατές. Όμως το πρόταγμα του κοινωνικού μετασχηματισμού δεν θα είναι αξιόπιστο αν δεν χτυπήσει τα χρόνια προβλήματα στη ρίζα τους και αν δεν διαμορφωθεί με τη συμμετοχή όχι μόνο των ενταγμένων σε κόμματα, συνδικάτα, πρωτοβουλίες πολιτών, άλλα κυρίως όλων εκείνων που βρίσκονται στο περιθώριο της επίσημης πολιτικής.
Για να εδραιωθεί αυτή η διαδικασία, χρειάζεται να οριστούν συγκεκριμένοι κοινωνικοί χώροι ως κατεξοχήν πεδία πολιτικής παρέμβασης και να αναδειχτούν οι βασικοί άξονες της κοινωνικής επαναθελίωσης. Πρώτη πτυχή του διακυβεύματος : σε ποιον πρέπει αυτές οι δυνάμεις να απευθυνθούν και πως να διευκολύνουν την αυθεντική αυτοεκφραση των λαϊκών συμφερόντων; Η σχέση της νέας γενιάς με την πολιτική είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση, αν και όχι μοναδική. Ποιες είναι οι ανησυχίες των νέων, οι επικρίσεις τους, οι προεκβολές τους στο μέλλον; Σαφώς, τα πολιτικά κόμματα δεν είναι επαρκώς ευαισθητοποιημένα με τους παλμούς και τις προβληματικές της νεολαίας, μεταξύ άλλων όσον αφορά την εξαιρετικά γηράσκουσα πυραμίδα ηλικιών των μελών τους.
Η δεύτερη πτυχή της προσέγγισης αφορά τη ικανότητα να ξεκινήσουν εργοτάξια της αλλαγής όπως η μείωση των εκπαιδευτικών ανισοτήτων, η ενίσχυση των δημόσιων υπηρεσιών που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της κρίσης, η επέκταση των δικαιωμάτων των εργαζομένων για να επηρεάσουν τις στρατηγικές και τα κριτήρια διαχείρισης των επιχειρήσεων, ο κατάλογος μπορεί εύκολα να διευρυνθεί.
Αυτό προϋποθέτει άμεσες παρεμβάσεις των πολιτών στις κατευθυντήριες γραμμές της πολιτικής. Είναι ακόμα πιο αναγκαίο να προχωρήσουμε προς αυτή τη κατεύθυνση τη στιγμή που γινόμαστε μάρτυρες μιας αντιδημοκρατικής υπερσυγκέντρωσης εξουσιών σε εθνικό και διακρατικό επίπεδο (ευρωπαϊκή ένωση, G20, διεθνείς οργανισμοί) που φέρνει σε παροξυσμό την κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης. Αυτό απαιτεί μια διαφορετική κουλτούρα και άλλες αξίες από εκείνες του νεοφιλελεύθερου ανταγωνισμού. Πρόκειται για το ζήτημα ενός πολιτισμού της αλληλεγγύης και της δημιουργικότητας που τίθεται σε όλους τους « συμπαραγωγούς » της λαϊκής εναλλακτικής λύσης.
Το άρθρο δημοσιεύεται στο περιοδικό "ΕΠΙΚΑΙΡΑ"