Déjà vu. Ζούμε ένα έργο που έχουμε ξαναδεί να επαναλαμβάνεται σε πολλές και ποικίλες εκδοχές του, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Και κάθε φορά η έκβαση είναι πάνω-κάτω η ίδια, γιατί τα δομικά συστατικά που καθορίζουν το συγκρουσιακό πεδίο είναι παρόμοιας υφής και προέλευσης, κι άρα αλληλεπιδρούν μεταξύ τους μ’ έναν σχετικά αναμενόμενο τρόπο. Όπως θα δούμε παρακάτω όμως, αυτή τη φορά το πλαίσιο έχει αλλάξει κι η ιστορία μας έχει σοβαρές ελπίδες να εξελιχθεί διαφορετικά. Πολύ διαφορετικά…
Σε γενικές γραμμές το σενάριο έχει ως εξής:
Καταχρηστική διαχείριση, κερδοσκοπική επίθεση, οικονομική ύφεση, κοινωνική αποσύνθεση, γενικευμένη ένταση. Φόβος. Βία. Αγανάκτηση. Πρόωρη κι εξαναγκαστική εκλογική εκτόνωση οδηγεί σε πανωλεθρία των παραδοσιακών κέντρων πολιτικής εξουσίας, με ταυτόχρονη άνοδο ριζοσπαστικών κινημάτων κι εθνικιστικών μορφωμάτων. Η επικείμενη ανατροπή σπέρνει τον πανικό στους εναπομείναντες εκπροσώπους του απερχόμενου καθεστώτος, που πλέον στερούνται δημοκρατικής νομιμοποίησης για να εφαρμόσουν ή να ελέγξουν οτιδήποτε. Αδυναμία σχηματισμού συγκυβέρνησης, κοινωνική αποσταθεροποίηση κι απειλή ολοκληρωτικής οικονομικής κατάρρευσης. Αβεβαιότητα. Πόλωση. Τρομοκρατία. Παρά τις συντονισμένες τους προσπάθειες, τα μέσα μαζικής χειραγώγησης απαξιώνονται από μεγάλη μερίδα των πολιτών κι αποτυγχάνουν να αντιστρέψουν το κλίμα. Οι πλατείες γεμίζουν. Οι δημοσκοπήσεις τρελαίνονται. Οι κάλπες καραδοκούν. Syriza ante portas. Και μαζί του, η ολική αμφισβήτηση ενός μοντέλου εξουσίας που συνδέθηκε με εκτεταμένα φαινόμενα διαφθοράς, αλαζονείας, ασυδοσίας κι ατιμωρησίας.
Ακούγεται κωμικό ίσως, αλλά αυτή τη στιγμή ο νούμερο ένα εχθρός του καπιταλιστικού συστήματος είναι ο Αλέξης Τσίπρας. Όχι φυσικά επειδή ο ίδιος ή το συλλογικό εγχείρημα που τον ανέδειξε διαθέτουν το ειδικό βάρος να απειλήσουν άμεσα το μεγάλο κεφάλαιο σε παγκόσμια κλίμακα. Ούτε επειδή η αριστερά που πρεσβεύει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κατ’ ανάγκην αυτή που μπορεί να πραγματοποιήσει την επανάσταση και να φέρει την αλλαγή. Αλλά επειδή έτσι και σχηματίσει ο Χ Τσίπρας κυβέρνηση και καταφέρει να πετύχει μία ελάχιστη έστω βελτίωση στο βιοτικό επίπεδο του ελληνικού λαού, αυτομάτως παύει να ισχύει κάθε επιχείρημα υπέρ του νεοφιλελεύθερου δόγματος. Πώς θα πείσεις τον Ισπανό, τον Ιρλανδό, τον Γερμανό, τον Άγγλο ή ακόμα και τον Αμερικάνο να αποδεχτούν αυστηρά μέτρα λιτότητας και πακέτα διάσωσης των τραπεζών εάν εκείνοι που αντιστάθηκαν σ’ αυτά γλιτώσουν από τα χειρότερα και ξεκινήσουν να ανακάμπτουν; Η Ισλανδία μπορεί να πέρασε στο ντούκου, αλλά η Ελλάδα παραέχει παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στη διεθνή ειδησεογραφία τα τελευταία δύο χρόνια. Κι είναι αδύνατον να εξαφανιστεί κάτω από το χαλί από τη μία μέρα στην άλλη. Αν λοιπόν το πείραμα εναλλακτικής διακυβέρνησης και δίκαιης ανακατανομής του πλούτου διεξαχθεί χωρίς να επιβεβαιώσει τις καταστροφολογικές προβλέψεις των φανατικών πολέμιων του, ο ήδη υπαρκτός κίνδυνος κατάρρευσης της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής πυραμίδας γίνεται ολοένα και πιο πιθανός.
Εξυπακούεται ότι η οικονομική ελίτ θα κάνει ό,τι μπορεί για να αποτρέψει ένα τέτοιο ενδεχόμενο και να προστατέψει τα συμφέροντα της. Με κάθε τίμημα. Κι επειδή το παραμύθι μας έχει δράκο, το μοναδικό αποκούμπι του κατεστημένου σε τέτοιες περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης είναι η πλήρης ενεργοποίηση του παρακρατικού μηχανισμού, καθώς κι ο συστηματικός εκφασισμός των σωμάτων ασφαλείας και του γενικού πληθυσμού. Σχέδιο που στην Ελλάδα εκτελέστηκε αριστοτεχνικά κι υπομονετικά τα τελευταία χρόνια, αποδεικνύοντας ότι όταν υπάρχει ισχυρή πολιτική βούληση, όλα είναι εφικτά. Και τίποτα δεν είναι τυχαίο.
Πατριδοκάπηλοι τσαρλατάνοι μεταφέρθηκαν από το περιθώριο των τηλεπωλήσεων στα σαλόνια της κεντρικής πολιτικής σκηνής, ενώ οι κυρίες τους μετατράπηκαν σε Φρειδερίκες του σύγχρονου lifestyle. Φιλοχουντικοί δημαγωγοί και βασιλόφρονες ιεροκήρυκες κατσικώθηκαν σε τηλεπαράθυρα και πάνελ, προσηλυτίζοντας την κοινή γνώμη υπέρ μιας ολοένα και πιο οπισθοδρομικής κοινωνικής ατζέντας. Φιλελεύθεροι και δήθεν προοδευτικοί δημοσιογράφοι υπερθεμάτισαν, ζητώντας να απαγορευτούν οι διαδηλώσεις, να επέμβει ο στρατός, να καταργηθεί το πανεπιστημιακό άσυλο και να κλειστούν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης οι μετανάστες. Σοσιαλδημοκράτες και συντηρητικοί υπουργοί έσπευσαν να ικανοποιήσουν κάποια από τα αιτήματα τους, ενώ τσεκουροφόροι ακτιβιστές της ακροδεξιάς έφτασαν να συμμετάσχουν στο κυβερνητικό σχήμα χωρίς να έχει ρωτήσει κανείς τη γνώμη των ψηφοφόρων. Υμνητές του Χίτλερ πολιτεύτηκαν νόμιμα κι εξελέγησαν δημοτικοί σύμβουλοι και βουλευτές. Μαχαιροβγάλτες και μπράβοι ανακηρύχτηκαν σε προστάτες ηλικιωμένων και τσουβαλιάστηκαν με το σύνολο σχεδόν της αριστεράς ως ακραίοι. Αστυνομικοί παραποίησαν τις στολές τους με ναζιστικά σύμβολα και φέρθηκαν με ανάλογη αγριότητα σε πολίτες, συχνά υποβοηθούμενοι από άγνωστους κουκουλοφόρους που κραδαίνουν ρόπαλα κι εκτοξεύουν μολότοφ. Ανυπόστατες συνωμοσιολογικές θεωρίες κι εθνικιστικά παραληρήματα ξεφύτρωσαν στο ίντερνετ σαν τα μανιτάρια, χωρίς κανείς να αναρωτηθεί πού βρέθηκαν οι πόροι και το ανθρώπινο δυναμικό για να συμβεί κάτι τέτοιο.
Ο μιλιταρισμός γνωρίζει άνθηση στην οργισμένη και σακατεμένη από την ανεργία νεολαία, η ανιστόρητη προγονολατρεία συσπειρώνει τις μάζες των απελπισμένων και το μίσος θριαμβεύει στο δημόσιο διάλογο. Η επιχειρηματολογία του προπαγανδιστικού μηχανισμού καταφεύγει σε εμφυλιοπολεμικές κινδυνολογίες με γκούλαγκ και κονσερβοκούτια προκειμένου να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα. Οι νεοφώτιστοι πολιτικοί αρχηγοί που διεκδικούν κομμάτι από το πτώμα της παλιάς εξουσίας παζαρεύουν καρέκλες με πρόσχημα την εθνική σωτηρία, ενώ οι σπέκουλες για χρεοκοπίες, πραξικοπήματα και θερμά επεισόδια δίνουν και παίρνουν. Σε διεθνές όσο και εγχώριο επίπεδο. Ζούμε υστερικές στιγμές.
Πολλοί είναι εκείνοι που επιμένουν ότι οι χούντες ανήκουν οριστικά στο παρελθόν. Ότι ο φασισμός θα γελοιοποιηθεί από μόνος του και θα ξεφουσκώσει χωρίς να χρειαστεί εμείς να κάνουμε τίποτα. Ότι δεν γίνεται ο ελληνικός λαός να δεχτεί περαιτέρω στέρηση της ελευθερίας του εν ονόματι μιας απροσδιόριστης όσο και ψευδεπίγραφης εθνικής ασφάλειας. Ότι όσο δεν ακούμε ερπύστριες και πυροβολισμούς στους δρόμους η δημοκρατία μας δεν κινδυνεύει και δεν γνωρίζει αδιέξοδα. Λες και η ιστορία όντως τελείωσε επειδή κάποτε βιάστηκε να τη θάψει ο Φουκουγιάμα. Λες και η παρατεταμένη κρίση δεν οδηγεί σε μαζική εξαθλίωση, που με τη σειρά της φουντώνει τα πάθη κι ευνοεί κάθε είδους ακρότητες. Ακόμα κι αυτές που μέχρι πρόσφατα θεωρούσαμε αδιανόητες να ξαναδούμε.
Σταδιακά, απαγκιστρωνόμαστε από τη γλυκιά ανάμνηση της ιμιτασιόν δημοκρατίας μας, κι αφηνόμαστε να μας παρασύρει ο μαύρος χείμαρρος του γνήσιου ολοκληρωτισμού. Που – εξίσου σταδιακά – τείνει να γίνει ο νέος αυτονόητος μονόδρομος. Η πατριωτική τελική λύση. Το έσχατο αντίπαλο δέος απέναντι στη θεαματική άνοδο της αριστεράς και τη δεδηλωμένη βούληση της πλειοψηφίας των πολιτών. Ο μπαμπούλας.
Ας είμαστε ρεαλιστές. Αν ζούσαμε σε άλλες εποχές, εδώ που φτάσαμε το πιθανότερο είναι ότι είτε δεν θα προλαβαίναμε καν να πάμε σε νέες εκλογές, είτε ότι θα πηγαίναμε και με το που θα σχηματιζόταν κυβέρνηση αριστερών φρονημάτων θα ξέσπαγε ένα όργιο βίας και τρομοκρατίας μέχρι να πέσει. Το διακύβευμα παραείναι υψηλό για να χάνει χρόνο το σύστημα προσπαθώντας να εξαγοράσει συνειδήσεις και να διαπραγματευτεί συμβιβασμούς. Οπότε είναι λογικό ότι θα επιλέξει μία ή περισσότερες από τις παρακάτω παλιές και δοκιμασμένες λύσεις: πραξικόπημα, εμφύλιο ή εισβολή. Με οποιοδήποτε πρόσχημα και με όση βαρβαρότητα χρειαστεί. Για να παραδειγματιστούν κι οι υπόλοιποι.
Έχουμε κατά καιρούς αποδείξει ότι δεν φοβόμαστε τους μπαμπούλες όμως, είτε είναι ξένοι είτε εγχώριοι. Και υπάρχουν πολλοί τρόποι να τους πολεμήσουμε. Ειδικά τώρα. Γιατί αυτή τη φορά υπάρχει ένα σφάλμα στο Μάτριξ. Μια ειδοποιός διαφορά που κανείς δεν είχε πάρει στα σοβαρά μέχρι πολύ πρόσφατα. Κι αυτή η ειδοποιός διαφορά είμαστε εμείς.
Είτε μας αρέσει είτε όχι, δεν ζούμε πλέον στη Γερμανία της δεκαετίας του ’30, ούτε στην Ελλάδα της δεκαετίας του ’60. Ο ταξικός διαχωρισμός δεν αφορά μόνο εργάτες κι αφεντικά, αλλά ένα σωρό κοινωνικές κατηγορίες, που τέμνονται και μεταλλάσσονται με ταχύτατους ρυθμούς. Η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού δεν είναι πια ούτε αναλφάβητη, ούτε αποκλεισμένη από τον δημόσιο λόγο. Η επικοινωνία δεν παίρνει μέρες και βδομάδες αλλά κλάσματα του δευτερολέπτου, εκμηδενίζοντας αποστάσεις και καταργώντας σύνορα. Η γνώση δεν εκπορεύεται αποκλειστικά από ένα-δυο παραδοσιακά κέντρα εξουσίας, αλλά διαχέεται οριζόντια, ανεξέλεγκτα και με δωρεάν πρόσβαση. Εν έτει 2012, όλοι ξέρουμε τι συνέβη στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και στη Χούντα ή τι συνέβη στην Αργεντινή και την Ισλανδία – κι αν δεν ξέρουμε απέχουμε μονάχα ένα κλικ από το να μάθουμε. Το ίδιο ισχύει για τα οικονομικά και ιδεολογικά θέσφατα του πανικόβλητου καθεστώτος, που παρά τις εσχατολογικές εικασίες του δεν έχει να επιδείξει ούτε ένα παράδειγμα επιτυχημένης εφαρμογής του νεοφιλελεύθερου μοντέλου. Το επιβεβαιώνουν οι αριθμοί, οι μαρτυρίες και οι στρατιές των αγανακτισμένων που αντιστέκονται από το Κάιρο μέχρι το Σηάτλ, κι από το Λονδίνο μέχρι το Τελ Αβίβ.
Το έχω ξαναγράψει, και δεν πρόκειται να βαρεθώ να το ξαναγράφω: Είμαστε πολλοί κι είμαστε online. Είμαστε το 99%, είμαστε αποφασισμένοι κι έχουμε τη δύναμη στα χέρια μας για να δώσουμε ένα τέλος σ’ αυτή τη φάρσα πριν μας αποτελειώσει αυτή. Δεν πρόκειται να παίξουμε τον μαρτυρικό ρόλο που κάποτε έπαιξε η ΕΔΑ και το Κομμουνιστικό Κόμμα της προπολεμικής Γερμανίας. Δεν πρόκειται να κάνουμε το λάθος να πάρουμε πρώτοι τα όπλα, ούτε να υπομείνουμε μοιρολατρικά εξορίες και βασανιστήρια μέχρι να σωπάσουμε. Δεν πρόκειται να φοβηθούμε ούτε τις κουκούλες ούτε τις γραβάτες, και δεν θα πέσουμε στην παγίδα του διχασμού και της αποκτήνωσης για να ταΐσουμε με τις σάρκες μας το αχόρταγο τέρας της οικονομικής εξουσίας. Βλέπουμε το τυρί και βλέπουμε τη φάκα.
Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι κάθε πολίτης έχει ένα κινητό και κάθε κινητό έχει μια κάμερα. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είμαστε εμείς, το μήνυμα μας είναι ξεκάθαρο και η επιρροή μας τεράστια. Ολόκληρος ο κόσμος παρακολουθεί τα γεγονότα με κομμένη την ανάσα, και καμία εξουσία δεν μπορεί να καταπνίξει τέτοια ροή πληροφοριών. Ακόμα κι αν χρησιμοποιήσει βία για να το πετύχει.
Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι αυτή τη φορά μπορούμε να συσπειρωθούμε, να οργανωθούμε και να αντιδράσουμε πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά από οποιονδήποτε καλοκουρδισμένο μηχανισμό καταστολής και προπαγάνδας. Έχουμε στη διάθεση μας ανεξάντλητο ανθρώπινο δυναμικό και δυνατότητες που υπερβαίνουν κατά πολύ εκείνες που μπορεί να επιστρατεύσει ακόμα και η πλουσιότερη ολιγαρχία. Και σιγά-σιγά μαθαίνουμε να τις αξιοποιούμε.
Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι έχουμε εισέλθει σε μία καινούργια φάση της παγκόσμιας ιστορίας, όπου μπορούμε επιτέλους να συνδιαμορφώσουμε από τα κάτω νέες κοινωνικοπολιτικές δομές και συνθήκες, υλοποιώντας μια ριζοσπαστική αλλαγή που μέχρι πρόσφατα δεν ήταν καν εφικτό να ονειρευτούμε. Κι αυτή τη φορά δεν έχουμε ανάγκη από πατερούληδες και σωτήρες.
Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι οι δυνάστες μας είναι κατατρομοκρατημένοι, αποκαθηλωμένοι και ανίκανοι να επιβληθούν στις χειραφετημένες μάζες. Όσους τραμπούκους κι αν αμολήσουν στους δρόμους και στα τηλεπαράθυρα.
Γιατί η ειδοποιός διαφορά είναι ότι αυτή τη φορά ο μπαμπούλας είμαστε εμείς.