Ναι καλά, το τραπεζικό σύστημα και οι καταθέτες και η ρευστότητα. Ποιο σύστημα μωρέ; Δεν είμαι μετοχή, άνθρωπος είμαι. Σε ποιο χρηματιστήριο με διαπραγματεύονται και λένε ότι η ζωή μου σήμερα κοστίζει πιο χαμηλά από του Γερμανού ή του Γάλλου;
Ποιος τους είπε ότι μπορούν να με οδηγούν στην εξαθλίωση και στην αυτοκτονία; Ποιος τους είπε ότι μπορούν να ρίχνουν την αξιοπρέπειά μου σε «ιστορικό χαμηλό επίπεδο»; Γιατί πρέπει να πλουτίσουν κι άλλο ο Λάτσης, ο Κωστόπουλος, ο Σάλλας και οι λοιποί τραπεζίτες, την ίδια ώρα που κλείνουν καθημερινά εκατοντάδες μικρές επιχειρήσεις και βρίσκονται στο χείλος του γκρεμού άλλες τόσες; Τι είναι οι τραπεζίτες;
Μήπως κι ο Λαυρεντιάδης, τραπεζίτης δεν ήταν; Την ώρα που στην Ελλάδα εκκρεμούν σε βάρος του πέντε κακουργηματικού χαρακτήρα αδικήματα έφτασε μέχρι και αίτημα δικαστικής συνδρομής από το Λιχτενστάιν που αναζητά στοιχεία σε βάρος του για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Σιγά τους τραπεζίτες ρε σεις!
Κι από την άλλη, ας πλουτίσουν, αλλά ας πλουτίσουν με τα δικά τους λεφτά, όχι με τα δικά μου. Όχι με αυτά που δανείζονται στο όνομά μου και με λιώνουν, με εκβιάζουν, με βιάζουν για να τα πάρουν πίσω οι τοκογλύφοι.
Ποια ρευστότητα; Ποια αγορά; Η αγορά ψοφάει. Με τα κάρα τα μαζεύουν τα νεκρά μικρομάγαζα και τα στέλνουν στους ομαδικούς τάφους που άνοιξαν οι τραπεζίτες και το ΠΑΣΟΚ με τη ΝΔ. Αδιάβαστες πεθαίνουν οι μικρές επιχειρήσεις, που ήταν ο κορμός της αγοράς.
Πότε έδωσαν δάνεια για ανάπτυξη οι τράπεζες; Δάνεια στραγγαλισμού έδιναν. Και σήμερα ούτε καν δίνουν, καθώς ισχύει στην κυριολεξία το ανέκδοτο ότι οι τράπεζες με τους όρους που βάζουν, δανείζουν μόνο όσους δεν έχουν ανάγκη από δάνεια.
Δε μ’ ενδιαφέρει καθόλου αν καταρρεύσει το τραπεζικό σύστημα. Συντρίμμια να γίνει. Όπως καίγονται και ζορίζονται μην τυχόν και πάθουν κάτι οι τράπεζες αυτοί που έχουν συμφέροντα από την ύπαρξη και τον πλουτισμό τους, έτσι ακριβώς δε με χαλάει καθόλου να καταστραφούν, εμένα που δεν έχω ούτε ένα ευρώ κατάθεση και κανένα συμφέρον.
Δε θέλω τράπεζες ρε! Τη ζωή μου θέλω κι όταν κινδυνέψει να έχω νοσοκομείο. Μπροστά μου, σε δημόσιο νοσοκομείο ζητούσε η γιαγιά από την καθαρίστρια χαρτί να σκουπιστεί έξω από την τουαλέτα και η καθαρίστρια τής απαντούσε «δεν έχουμε χαρτί. Τα βάζουμε και τα κλέβουν και δε μας δίνουν άλλα». Χαρτί τουαλέτας ρε! Να σκουπιστεί η γριά που ξεκωλώθηκε να δουλεύει μια ζωή και να πληρώνει ασφαλιστικές εισφορές.
Ποια νυστέρια και γάζες; Εδώ πας με γαστρεντερίτιδα στο νοσοκομείο και μέχρι να σ’ εξετάσουν έχεις γίνει ξεφτίλα σε όλη την αναμονή επειδή ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΧΑΡΤΙ ΝΑ ΣΚΟΥΠΙΣΤΕΙΣ.
Και λέει ο μαλάκας «να σώσουμε τις τράπεζες». Δηλαδή να σώσουμε τα κέρδη. Ποια παραμύθια για μικροκαταθέτες και μαλακίες; Οι περισσότεροι που έχουν μια μικρή καβάντζα, στα σπίτια τους τα έχουν πλέον τα λεφτά και όσοι είναι φραγκάτοι, τα έχουν βγάλει στο εξωτερικό.
Με τις τράπεζες συναλλάσσονται μόνοι όσοι είναι υποχρεωμένοι να το κάνουν από κάτι νόμους του κώλου που δήθεν βγήκαν για να χτυπήσουν τη φοροδιαφυγή και στην τελική η φοροδιαφυγή αυξήθηκε. Αυτοί οι νόμοι το μόνο που εξασφάλισαν είναι πελάτες στις τράπεζες. Υποχρεωτικές παρουσίες για να έχουν κίνηση τα μαυσωλεία των τοκογλύφων και να θεωρούνται απαραίτητα. Αυτό έκαναν οι νόμοι που φτιάχτηκαν από τραπεζίτες και ψηφίστηκαν από τους βουλευτές των payroll τους.
Τα δάνεια που θα λάβει η Ελλάδα και θα ρίξουν στην πυρά πέντε – έξι γενιές σκλάβων Ελλήνων φθάνουν τα 190 δισ. ευρώ, ενώ η στήριξη των τραπεζών μέχρι τώρα έχει κοστίσει 182 δισ. ευρώ.
Εκεί πήγαν τα λεφτά. Στις τράπεζες και στους τραπεζίτες. Μην τυχόν και κλείσουν. ΝΑ κι αν κλείσουν, ΝΑ κι αν δεν κλείσουν. Επιχειρήσεις είναι οι τράπεζες όπως τόσες και τόσες που έκλεισαν και δε βρέθηκε ούτε μια γραμμή σε ένα κωλομνημόνιο να φροντίσει για αυτούς τους επιχειρηματίες, γι’ αυτούς τους εργαζόμενους που απολύθηκαν. Γιατί κανείς δε στήριξε αυτές τις επιχειρήσεις κι αυτούς τους εργαζόμενους; Γιατί δε δόθηκε ούτε ένα ευρώ για να μείνουν ζωντανοί, ενώ δίνουν 180 δισ. στις τράπεζες;
Γιατί ρε η ζωή του τραπεζίτη είναι πιο σημαντική από τη δική μου;
Γιατί ρε μαλάκα θα πας να ψηφίσεις πάλι τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ; Ας το κάνει αυτός που καίγεται για το «υγιές τραπεζικό σύστημα». Εσένα τι σε κόφτει; Μια ζωή νταβάδες θα ψάχνεις; Ε, στ’ αρχίδια μου κι εσύ, λοιπόν. Φτάνει με τις ευγένειες.