Και ξαφνικά, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, ανακάλυψε πως μπορεί η Ελλάδα να πάει σε επαναδιαπραγμάτευση όλων όσα ο ίδιος έχει υπογράψει. Το κατεστραμμένο ΠΑΣΟΚ είναι μάλλον πιο πειστικό από μια κατεστραμμένη Ελλάδα. Δεν πέρασαν ούτε 24 ώρες από τις εκλογές και ο αρχηγός του τρίτου πολιτικού σχηματισμού, που, απ’ ό,τι φαίνεται, καταχρηστικά κυβερνούσε τη χώρα, παρουσίασε μεγάλη πολιτική ευελιξία.
Το ίδιο περίπου έγινε και με τον Σαμαρά. Ανακάλυψε την αναγκαιότητα για μια «εθνική» κυβέρνηση, που ενδεχομένως θα μετατόπιζε τις κόκκινες γραμμές οι οποίες, μέχρι πριν από τις εκλογές, αν μετατοπίζονταν έστω κι ένα χιλιοστό, θα πέφταμε στον γκρεμό. Τελικώς, η απειλή της πτώσης ήταν όπως οι εικονικές εκτελέσεις με την κουκούλα. Δεν σε ρίχνουν από καμιά ταράτσα, δεν υπάρχει γκρεμός.
Να, λοιπόν, που το Μνημόνιο και τις δανειακές συμβάσεις μπορεί να τις επαναδιαπραγματευτεί η Ελλάδα, κατά τα λεγόμενα αυτών που εμφάνιζαν την επιβολή τους ως μια ανελαστική απαίτηση των δανειστών. Να, λοιπόν, που γίνεται κι αλλιώς. Να που ξαφνικά ευρύτερες δυνάμεις έχουν δικαίωμα στη «σωτηρία». Και να που η κυβέρνηση που πήρε αυτές τις καθοριστικές αποφάσεις για την Ελλάδα δεν είχε καμιά πολιτική νομιμοποίηση. Κανένα δικαίωμα και καμιά λαϊκή άδεια.
Τα τελευταία 3 χρόνια τα δύο πρώην μεγάλα κόμματα έκαναν ό,τι η εμφυλιοπολεμική Δεξιά. Ταύτιζαν το «εθνικό» με τον εαυτό τους και τους άλλους με την καταστροφή. Όποιος είχε άλλη άποψη ήταν δραχμολάτρης, ανθέλληνας, επικίνδυνος. Δεν ήταν κολλημένα μυαλά. Υπεράσπιζαν τον εαυτό τους.
Όσοι διαχειρίστηκαν την κρίση στην Ελλάδα υπερασπίστηκαν ό,τι αποφάσιζε μια οικονομική ευρωπαϊκή ελίτ, θεωρώντας πως, αν την υπερασπίσουν σωστά, ως κυρίαρχη, θα εξασφάλιζε το δικό τους μέλλον. Αν είναι αλλιώς, ας βγάλουν ένα από τα πρακτικά των κυβερνητικών συναντήσεων, όπου να φαίνεται πως υπήρξε κάποια στιγμή που εξετάστηκε επιστημονικά ένα άλλο σενάριο, έστω κι αν απορρίφθηκε.
Τώρα που οι εκλογές απειλούν την ύπαρξή τους, αναρωτιούνται μήπως ο ξένος παράγοντας δεν είναι τόσο ισχυρός και τόσο μεγάλη εγγύηση γι’ αυτούς. Στην Ευρώπη ήδη εκφράζονται δύο απόψεις. Η μία λέει ανοιχτά πως πρέπει να ξαναδεί η Ευρωπαϊκή Ένωση το «ελληνικό πρόβλημα» και η άλλη ασκεί με ευθεία επίθεση εκφοβισμό για την Ελλάδα που καταστρέφεται εξαιτίας των πολιτικών εξελίξεων. Και οι δύο είναι αρκετά εκφραστικές στο ότι δεν μπορούν να χειριστούν αυτό που προέκυψε από τις εκλογές.
Αν οι εξελίξεις στην Ελλάδα αναδείξουν κυβέρνηση που αμφισβητεί όσα έχουν συμφωνηθεί (sic), τότε πραγματικά απειλείται η σταθερότητα. Όχι της χώρας αλλά των σχεδιασμών. Δεν νομίζω πως υπάρχει σοβαρός Έλληνας ο οποίος να θεωρεί πως η χώρα κινδυνεύει επειδή δεν εξελέγη ο γίγας της πολιτικής Τόνια Αντωνίου ή γιατί ο Βενιζέλος θα είναι αρχηγός ενός κόμματος που θα μοιάζει περισσότερο με το ΚΟΔΗΣΟ-ΚΑΕ, παρά με το ιστορικό ΠΑΣΟΚ. Και πολύ περισσότερο, να αποδέχεται πως πρέπει να υπάρχει μια πεφωτισμένη ανησυχούσα ηγεσία που έχει δικαίωμα να στέκεται πάνω από τη λαϊκή ετυμηγορία, εκπροσωπώντας τη σωτηρία την ίδια.
Αυτό που θα προκύψει μπορεί να είναι χειρότερο, αλλά θα το κρίνει η πράξη. Ούτε ο Βενιζέλος, ούτε ο Σαμαράς, ούτε οι εταιρείες δημοσίων σχέσεων με τους πολιτικούς αναλυτές Μυκόνου που αποφαίνονται για το μέλλον με την ίδια αυτοπεποίθηση που παραγγέλνουν το κοκτέιλ τους.
Δεν καταστρέφεται η Ελλάδα επειδή καταρρέουν ένα διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα και μερικά παρωχημένα κόμματα με επαγγελματίες εξουσιολάγνους. Διαμορφώνονται απλώς μια νέα πολιτική κατάσταση και νέοι συσχετισμοί. Ναι, η ψήφος του κόσμου ήταν ψήφος θυμού και οργής. Αλλά πάντα η πολιτική συνειδητότητα με αυτά τα υλικά φτιάχνεται. Η αμφισβήτηση γεννά τη σκέψη. Αν ο δρόμος δεν σε βγάζει πουθενά, δεν περιμένεις ν’ αλλάξει ο δρόμος. Αλλάζεις εσύ διαδρομή.
Ο θυμός του ανθρώπου που του στερούν τη σύνταξη είναι ουσιαστικότερο κίνητρο για πολιτική σκέψη από την ανησυχία ενός καλοζωισμένου συνταγολόγου «σωτηρίας».
Σε αυτή την αλλαγή του πολιτικού σκηνικού συμπεριλαμβάνεται η αύξηση των δυνάμεων της Χρυσής Αυγής. Η άνοδος του νεοφασισμού σε όλη την Ευρώπη είναι από τα πιο ανησυχητικά φαινόμενα που ευνοεί η κρίση. Φόβος, λαϊκισμός, υποσχέσεις χωρίς πολιτικό κόστος, συνθέτουν το στεροειδές της πολιτικής που φουσκώνει δίπλα στον Μιχαλολιάκο. Ο μπρατσωμένος στρατολάγνος που μπροστά στις κάμερες διέταζε τους δημοσιογράφους «εγέρθητι», αποδεικνύοντας πως η αρχαιολατρία του έχει τόση αγραμματοσύνη για να γελάσει ακόμη και ο Παττακός με τις τελετές της Χούντας, για τους περισσότερους ήταν ένα εκφοβιστικό φαινόμενο. Αλλά αυτός είναι ο φασισμός. Αφού ασχημονήσει, θα καεί στο φως της μέρας, μέσα στην αποκάλυψη για τη φύση του. Οι λεβεντοάριοι του Μιχαλολιάκου ίσως σε λίγο δεν θυμίζουν στρατό φασιστών αλλά τον γνωστό ήρωα του Χάρρυ Κλυνν, λοχία από τα Γράβαρα, που ρωτάει με βλαχοστρατιωτικά ελληνικά «εσύ γιατί δεν είσαι εγέρθητος;».
Όσοι φοβούνται τους φασίστες, και πολύ καλά κάνουν, είναι χρήσιμο να θυμούνται πως τους έφεραν στο φως και τους έκαναν να φαντάζουν αντί για γραφικοί, χρήσιμοι, συγκεκριμένες πολιτικές. Ένα δυσώδες πολιτικό σύστημα. Και το γεγονός ότι κανένας μας δεν ήταν «εγέρθητος».