Δε με νοιάζει αν ο Ολάντ είναι συμπαθής αριστερός ή συμπαθής άνθρωπος και δε με νοιάζει καθόλου αν συμπαθεί περισσότερο ή λιγότερο από τους άλλους ευρωπαίους ηγέτες την Ελλάδα. Δε με νοιάζει επίσης αν ο Τσίπρας παλιμπαιδίζει, αν δεν ενηλικιώθηκε ποτέ ο κνίτης που κρύβει μέσα του και δε νοιάζει αν έδειξε την πυγμή του στη Γαλλία και στη Γερμανία, ούτε με νοιάζει αν τον «τάπωσαν» οι εχθροί και οι φίλοι μας. Δε με νοιάζουν ακόμα οι δεξιές «ταβανόπροκες» του Σαμαρά, οι χρησμοί του Κουβέλη σε ρόλο αριστερής Πυθίας, οι ευρωπαϊκές χειραψίες του Βενιζέλου και ο εθελοντικός απομονωτισμός της Παπαρήγα.
Και δε με νοιάζουν όλοι αυτοί γιατί ο καθένας τους επέλεξε για τον εαυτό και το κόμμα που εκπροσωπεί έναν απίθανο ρόλο σε ένα εντελώς εξωφρενικό θέατρο του παραλόγου.
Η Ελλάδα βρίσκεται σε ολική κατάρρευση και εκείνοι όχι δε θέλουν αλλά δεν μπορούν να καταλάβουν. Δε γίνεται να καταλάβουν. Το ελληνικό πολιτικό σύστημα δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα σαθρό οικοδόμημα πάνω σε κινούμενη άμμο, που μάταια αναζητούσε στηρίγματα και συμμάχους κάπου αλλού. Όχι συγκεκριμένα κάπου, αλλά οπωσδήποτε αλλού. Δεν έγινε ξαφνικά. Οικοδομήθηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο εδώ και σχεδόν διακόσια χρόνια, όχι από άλλους αλλά από εμάς τους ίδιους. Ακόμα κι αν λέγαμε ότι συντηρούσαμε ή επεκτείναμε αυτό το κούφιο σύστημα, την ίδια στιγμή το υπονομεύαμε εκ των έσω.
Η κατάρρευση του ελληνικού πολιτικού συστήματος ήταν απλώς θέμα χρόνου. Πονάει τώρα και θα μας πονάει και στο μέλλον, όχι μόνο εμάς αλλά και τους ευρωπαίους εχθρούς και φίλους μας, όταν τους αγγίξει ο ανεμοστρόβιλος των παράπλευρων απωλειών.
Η κατάρρευση όμως μιας ολόκληρης κοινωνίας θα αφήσει ένα βαθύ ρήγμα, μια βαθιά κοινωνική πληγή, ευάλωτη σε «μικρόβια» και επιμολύνσεις. Αυτή η ανοιχτή κοινωνική πληγή θα μείνει χρόνια ενεργή για να μας θυμίζει τα απομεινάρια μιας ολικής κατάρρευσης.
Τα γεγονότα της Πάτρας, ο φόνος ενός 29χρονου, η τοπική κοινωνία σαν το καζάνι που βράζει, οι χιλιάδες μετανάστες, εγκλωβισμένοι σαν τα ποντίκια με όλες τις πιθανές εξόδους κλειστές, οι χρυσαυγίτες που δήλωσαν «παρών» για να πάρουν τον νόμο και την τάξη στα χέρια τους, δεν είναι τίποτε περισσότερο από διάσπαρτες πινελιές σε έναν κοινωνικό καμβά που τώρα αρχίζει να βάφεται με μαύρο.
Ποιος μπορεί να δώσει μιαν απάντηση σε όλους αυτούς τους συνταξιούχους που ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας και της αξιοπρέπειας και που σήμερα έλαβαν τη σύνταξή τους χωρίς το ΕΚΑΣ; Ποιος μπορεί να πει κάτι σε όλα αυτά τα παιδιά που δίνουν με σκυμμένο κεφάλι πανελλήνιες; Εφηβικά κορμιά σε λάθος χρόνο, σε λάθος χώρο και λάθος συντεταγμένες.
Σήμερα το μεσημέρι έγινα μάρτυρας ενός περιστατικού που με στενοχώρησε και με θύμωσε αφάνταστα. Βρέθηκα σε κάποιο νεκροταφείο της Αττικής προκειμένου να ολοκληρώσω τις διαδικασίες εκταφής του πατέρα μου. Μπροστά από μένα μια χαροκαμένη μάνα που έπρεπε να ακολουθήσει την ίδια διαδικασία για το 20χρονο παλικάρι της. Έκανε το «λάθος» να το αφήσει ένα χρόνο παραπάνω, πέρας της οριζόμενης τριετίας. Της ζητούσαν 550 ευρώ συνολικά, 40 ευρώ για κάθε μήνα συν 70 ευρώ για την πράξη εκταφής. Η μάνα σπάραζε «δεν έχω να σας τα δώσω», «πού να βρω να σας τα δώσω» και οι υπάλληλοι απαντούσαν «αυτό προβλέπεται». Τότε, της πρότεινε κάποιος να δηλώσει οικονομική αδυναμία, αλλά στην περίπτωση αυτή τα κόκαλα του παιδιού της θα έπεφταν στο «χωνευτήρι». «Τι είναι το χωνευτήρι», ρώτησε η μάνα. Την απάντηση που της έδωσε ο αρμόδιος υπάλληλος σας τη μεταφέρω αυτολεξί: «Είναι ένας βόθρος που πετάμε τα οστά όσων δεν έχουν να πληρώσουν».
Στο άκουσμα αυτής της φράσης, η μάνα κατάρρευσε μπροστά στα μάτια μου. Είμαι σίγουρος ότι ήθελε να φωνάξει «Όχι στο χωνευτήρι! Όχι στο χωνευτηρι!». Αλλά δεν πρόλαβε…
Το κοινωνικό σώμα της Ελλάδας, όπως το σώμα της χαροκαμένης μάνας, έχει καταρρεύσει. Θα προλάβουμε να κάνουμε κάτι; Θα προλάβουμε –έστω- να πούμε κάτι;
Σας ευχαριστώ για την επίσκεψη σας...