Το 33-35% του ενεργού εργατικού δυναμικού στην Ελλάδα απασχολείται σε θέσεις εργασίας που απαιτούν λιγότερα τυπικά προσόντα (γνώσεις και πτυχία) από αυτά που διαθέτουν οι εργαζόμενοι. Το φαινόμενο αυτό έχει ενταθεί στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, ωστόσο η Ελλάδα υστερεί ακόμη στην προώθηση των οχτώ βασικών ικανοτήτων δια βίου μάθησης, που κρίνονται από την ΕΕ και την αγορά εργασίας ως προαπαιτούμενο για την επαγγελματική ζωή.
Στον αντίποδα βρίσκεται ένα ποσοστό 16-18% των εργαζομένων στην Ελλάδα, που απασχολούνται σε θέσεις εργασίας υψηλότερων απαιτήσεων από τα προσόντα που διαθέτουν, σύμφωνα με στοιχεία του Eurostat (2007-2011) που παρουσίασαν εμπειρογνώμονες του CEDEFOP σε ημερίδα με θέμα «Οι σύγχρονες κατευθύνσεις της εκπαιδευτικής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Στις δύο αυτές περιπτώσεις, οι κάτοχοι πτυχίων και μεταπτυχιακών τίτλων εμφανίζουν μια αύξηση απασχόλησης κατά 5%.
Αντίθετα, το ανθρώπινο δυναμικό μεσαίας εκπαίδευσης καταγράφει μείωση της τάξης του 7% και το χαμηλής εκπαίδευσης μείωση απασχόλησης της τάξης του 17-18%.
Σύμφωνα με την εμπειρογνώμονα του CEDEFOP, Ρένα Ψηφίδου, είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ελλάδα το 20% των ατόμων, ηλικίας έως 25 ετών δεν έχει απολύτως καμία εργασιακή εμπειρία σε αντίθεση με πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Κατά την ίδια, μόλις πρόσφατα έχει ξεκινήσει στην χώρα μας η αναπροσαρμογή των αναλυτικών προγραμμάτων των σχολείων, με βάση το πλαίσιο των βασικών ικανοτήτων, που θέτει η ΕΕ και που δίνουν έμφαση στο αποτέλεσμα της μάθησης και όχι στον τρόπο που αποκτήθηκε.
Η οχτώ βασικές ικανότητες δια βίου μάθησης - που αποτελούν προαπαιτούμενο στο ευρωπαϊκό πλαίσιο ικανοτήτων, αλλά και στην αγορά εργασίας - είναι: επικοινωνία στη μητρική γλώσσα, επικοινωνία στις ξένες γλώσσες, μαθηματική ικανότητα και βασικές ικανότητες στην επιστήμη και την τεχνολογία, ψηφιακή ικανότητα, μεταγνωστικές ικανότητες, κοινωνικές ικανότητες και ικανότητες που σχετίζονται με την ιδιότητα του πολίτη.
«Οι ικανότητες αυτές είναι ενισχυτικές των τυπικών προσόντων (εξειδικευμένες γνώσεις - πτυχία) και διευκολύνουν τους εργαζόμενους τόσο στην αναζήτηση εργασίας όσο και στην αλλαγή επαγγέλματος στην πορεία της ζωής του, εφόσον κατά μέσο όρο ένας εργαζόμενος μπορεί να αλλάξει επάγγελμα μέχρι και εφτά φορές στη διάρκεια της ζωής του» ανέφερε.
Σε έκθεση του CEDEFOP (Μάρτιος 2012) για τις δεξιότητες του μέλλοντος, τα πράσινα επαγγέλματα αποτελούν μία σημαντική πηγή θέσεων στην Ευρώπη, καθώς την 4ετία 2005-09, οι ανανεώσιμες πηγές δημιούργησαν πάνω από 200.000 νέες θέσεις εργασίας.
Ο ειδικός σύμβουλος δια βίου μάθησης του δήμου Θέρμης, Γιώργος Κουλαουζίδης, αναφέρθηκε στο θέμα της αναγνώρισης της άτυπης μάθησης (επαγγελματική εμπειρία), επισημαίνοντας ότι και σε αυτόν τον τομέα η Ελλάδα έχει προωθήσει ελάχιστες δράσεις μόνο σε συγκεκριμένους επαγγελματικούς κλάδους (π.χ. βοηθός συνεργείου), αν και είναι σημαντική η πιστοποίηση των γνώσεων εκτός εκπαιδευτικού συστήματος.
Την ημερίδα διοργάνωσαν η Επιστημονική Ένωση Εκπαίδευσης Ενηλίκων, το Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδας και ο δήμος Θέρμης.