«Αν η Αφρική ήταν τράπεζα, θα την είχαν σώσει», έγραφε ένα παλιό σύνθημα. Και σήμερα, τον καιρό της κρίσης και της επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, σχεδόν μοιάζει με αξίωμα. Οι τράπεζες δεν περιμένουν την πολιτική που θα ορίσει τη λειτουργία τους. Οι ίδιες χαράσσουν πολιτική. Και οι πολιτικοί ακολουθούν με όλα αυτά τα επιχειρήματα περί «ευστάθειας», «ρευστότητας», «αναγκαίας διάσωσης» και προβληματισμών περί καταθέσεων. Αν έχετε κάποια αμφιβολία γι’ αυτό, σκεφθείτε αν πριν από μερικά χρόνια θα μπορούσατε να φανταστείτε στη θέση του πρωθυπουργού έναν τραπεζίτη.
Το 2008, όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση, ο Κώστας Καραμανλής ως πρωθυπουργός διαβεβαίωνε πως οι ελληνικές τράπεζες δεν κινδυνεύουν γιατί δεν έχουν τοξικά προϊόντα. Λίγο αργότερα όμως τους έδωσε 28 δις και ο Παπανδρέου συνέχισε με άλλα 40. Το 2011 ο Ευάγγελος Βενιζέλος έδωσε 100 εκατομμύρια στην Proton Bank, που ήταν υπό δικαστική διερεύνηση, και στη συνέχεια άλλα 700 εκατομμύρια από τα ποσά που δανειζόμαστε, με όλες τις γνωστές επιπτώσεις. Αμέσως μετά έφτιαξε έναν νόμο που τον αμνήστευε γι’ αυτή του την παρανομία.
Τι συνέβη με τις ελληνικές τράπεζες;
Τίποτα παραπάνω από το ότι αναγκάστηκαν να αποκαλύψουν τη σχέση τους με το πολιτικό κατεστημένο και τον τρόπο που λειτουργούσαν επί δεκαετίες. Η λεγόμενη έλλειψη ρευστότητας των τραπεζών δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της κρίσης, αλλά και της πολιτικής τους. Επί δεκαετίες μάζευαν λεφτά των καταθετών και στη συνέχεια με αυτά τα λεφτά, όπως ακριβώς ο Κοσκωτάς, δανειοδοτούσαν offshore εταιρίες και θυγατρικές τους, από τις οποίες διοχέτευαν χρήμα σε άγνωστη κατεύθυνση. Ο Κοσκωτάς μπροστά τους μοιάζει με αγνό πρόσκοπο.
Στην αγορά δημιουργούσαν μια εικόνα ευρωστίας και έσπρωχναν το επενδυτικό κοινό να τις εμπιστεύεται και στη συνέχεια να εξαρτάται με κάθε είδους δάνεια, ακόμη και «για την πιτυρίδα».Οι περισσότερες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου που έκαναν ήταν εικονικές. Δάνειζαν κάποιες offshore εταιρίες, οι οποίες στη συνέχεια συμμετείχαν στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της τράπεζας. Μια αέναη φούσκα με εικονικό χρήμα.
Και τι έκαναν οι μέτοχοι; Οι μεγάλοι συμμετείχαν στο παιχνίδι. Έβγαζαν δάνεια για τον εαυτό τους ή για τις εταιρίες τους. Δημιουργούσαν εταιρίες real estateμε δάνεια της τράπεζας και στη συνέχεια πουλούσαν κτίρια στην ίδια την τράπεζα ή σε ιδιώτες σε πολλαπλάσιες τιμές από τις πραγματικές. Στο τέλος έσβηναν ίσως και τα δάνεια ως ζημιές. Την πλήρωναν τελικά οι μικρομέτοχοι και οι καταθέτες που αντιμετωπίζουν σήμερα το ενδεχόμενο της κατάρρευσης.
Ο καλύτερος εταίρος στις νομιμοφανείς παρανομίες ήταν η Εκκλησία. Δεκάδες Μονές σε όλη τη χώρα (πρώτη και καλύτερη η Μονή Βατοπεδίου) έπαιρναν δάνεια από τις τράπεζες για να γίνουν μεσίτες. Εκατοντάδες κτίρια χτίστηκαν ή αγοράστηκαν από μοναστήρια και μετά μεταπωλήθηκαν σε πολλαπλάσιες τιμές με μια απλή διαδικασία υπερτιμολόγησης και ξεπλύματος χρήματος χωρίς κανέναν έλεγχο.
Και οι πολιτικοί;
Πολιτικοί όπως και πολλοί δημοσιογράφοι ήταν άμεσα συνδεδεμένοι με το οικονομικό κατεστημένο των τραπεζών. Οι τραπεζίτες ήταν και χρηματοδότες βουλευτών (τις περισσότερες φορές έμμεσα), ενώ η ίδια η Βουλή νομοθετούσε νόμους για τις τράπεζες. Δεκάδες όροι σε συμβόλαια τραπεζών έχουν κηρυχθεί παράνομοι, αλλά εξακολουθούν να ισχύουν. Τα ίδια τα κόμματα έχουν δανειοδοτηθεί με εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, βάζοντας ως υποθήκες μελλοντικές τους χρηματοδοτήσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό. Και ποιος ξέρει αν αύριο θα υπάρχουν;
Το ίδιο το κράτος όμως έχει κάνει το χειρότερο. Έχει επιτρέψει να μην υπάρχει κανένας ουσιαστικός ελεγκτικός μηχανισμός. Η Τράπεζα της Ελλάδος, γι’αυτό που αποκαλύφθηκε ως σκάνδαλο Proton, είχε επιβάλλει μετά από ελέγχους 50.000 πρόστιμο. Το άφησε να εξελιχθεί όπως και τις δανειοδοτήσεις σε τόσες τράπεζες. Ανέχθηκε επίσης τη συνεχή δανειοδότηση των ΜΜΕ, χωρίς πραγματικές υποθήκες. Στην υπόθεση του ALTER τα δάνεια δίνονταν με υποθήκες άυλους τίτλους. Δηλαδή τηλεοπτικό προϊόν που μπορεί να στοίχιζε 10.000 και να το κοστολογούσαν πολλαπλάσια. Κάπως έτσι τα «Στρουμφάκια» στο ALTER εκτιμήθηκε πως στοιχίζουν 1 εκατομμύριο ανά επεισόδιο και δόθηκαν τα δάνεια, των οποίων τα αποτελέσματα είναι γνωστά.
Σήμερα ο κίνδυνος να καταρρεύσουν οι τράπεζες επισείεται για να παρθούν μέτρα επί μέτρων. Το επιχείρημα είναι ότι έχουν χάσει από το κούρεμα των ομολόγων. Η αλήθεια είναι πως οι τράπεζες, μέσα από τη σχέση συνδιαλλαγής με το κράτος, έπαιρναν ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, τα οποία έδιναν στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα, και δανείζονταν με επιτόκιο 1%. Στη συνέχεια με αυτά τα λεφτά κέρδιζαν δανείζοντας το κράτος με 4,5% και τους ιδιώτες με έως και 8%. Μέρος από αυτά τα χρήματα διοχέτευσαν στις θυγατρικές τους στο εξωτερικό για να κάνουν, όπως έλεγαν, το «ελληνικό θαύμα».Το θαύμα ήταν πως με τα χρήματα αυτά δανειοδοτήθηκαν άλλες offshore σε χώρες με ακόμη μικρότερο έλεγχο. Όταν τα ελληνικά ομόλογα έγιναν κουρελόχαρτα, οιτράπεζες κλήθηκαν από την Κεντρική Τράπεζα να τα αγοράσουν. Λεφτά δεν υπήρχαν. Ήταν τότε που οι κυβερνήσεις Καραμανλή-Παπανδρέου, με το επιχείρημα ότι έπρεπε να δώσουν ρευστό στην αγορά, αναγνώρισαν 70 δις για τις τράπεζες. Με αυτά δεν έπεσε ρευστό στην αγορά, αλλά αγοράστηκαν και πάλι τα ομόλογα. Όταν ήρθε το κούρεμα, οι τράπεζες που είχαν κερδίσει, και ο μέτοχοι που είχαν κερδίσει έμμεσα ακόμη περισσότερα, άρχισαν να μιλούν για την κατάρρευση. Οπότε ήρθε η επανακεφαλαιοποίηση.
Αν έχετε αμφιβολία για το ότι όλα γίνονται για τις τράπεζες, υπάρχει και το πρόσφατο παράδειγμα των 18 δις ευρώ. Το ελληνικό κράτος έχει προκαταβάλλει τα λεφτά αυτά, με τα οποία θα πληρωθούν όσοι κατέχουν ομόλογα των ελληνικών τραπεζών. Τα ομόλογα αυτά φυσικά δεν έχουν υποστεί κανένα κούρεμα.Αντίθετα, ο μικροομολογιούχος, ο οποίος έδωσε 100 χιλιάδες για να αγοράσει ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, για να στηρίξει την ελληνική οικονομία, έχει χάσει το 1/3 των χρημάτων του.
Οι τράπεζες θα σωθούν και πάλι
Οι μέτοχοι κυρίως. Τα deal για την αγορά των κρατικών τραπεζών έχουν κλείσει κάτω από το τραπέζι. Όλοι όσοι μιλούσαν για την ανάγκη λειτουργίας των νόμων της αγοράς, ξαφνικά αποκτούν μια επιλεκτική βουβαμάρα. Γιατί να μην ισχύσουν στις τράπεζες οι νόμοι της αγοράς; Γιατί να μην κλείσουν όσες δεν ανταποκρίνονται; Μα για να σωθούν οι καταθέσεις, είναι το επιχείρημα.
Είναι αληθινός ο κίνδυνος των τραπεζών; Ναι, είναι, αλλά δημιουργήθηκε από αυτούς που έπρεπε να είναι ήδη φυλακή. Δεν γίνεται; Μα αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που δεν υπάρχει κανένας ελεγκτικός μηχανισμός. Και η Τράπεζα της Ελλάδος τρέχει να καλύψει με ελέγχους εξπρές, πριν ολοκληρωθούν οι εισαγγελικές έρευνες, τον θόρυβο που δημιουργείται.
Το γεγονός ότι ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, της ελεγκτικής Αρχής, ήταν και μέτοχος τράπεζας (και στέλεχος σε πολλές από αυτές) προφανώς δεν τον εμποδίζει να ελέγξει τους συνεταίρους και τα πρώην αφεντικά του. Στην Ελλάδα ζούμε.