Με την ελπίδα μόνο και την χάρη
Σαν αυτή η σφαίρα να έφυγε και να ξεκόλλησε από τους αριθμούς, τα προιόντα και τα παράγωγα και να ήρθε εκεί που τα όνειρα, παντρεύονται την σκέψη και θέλουν να ζήσουν μαζί.
Κανονικά δεν θα έπρεπε ούτε λεπτό να μην μπορούμε, άλλο να καθυστερούμε. Αδέρφια μας φθάσανε να πληρώνουν με το αίμα τους. Και όμως όχι μονάχα καθυστερούμε, μα δεν ξέρουμε ούτε καν πώς να κατανοήσουμε όλη αυτή την περιπέτεια που χρόνια τώρα ζούμε και μας τρώει τα σωθικά. Σαν η σκέψη μας αντί να ανοίγει, να κλείνει ερμητικά. Σ' ένα κλειστό σύστημα αριθμών και διαδικασιών του υδροκέφαλου κράτους, φυλακίσθηκε η σκέψη μας. Δεν μάθαμε, σχεδόν δεν θέλουμε να σκεφτόμαστε. Όχι να σκεφτόμαστε όμως γενικά και αόριστα, μα με μια σκέψη συγκροτημένη να προσδιορίζουμε σκοπό και τρόπο και μέσο....
Έτσι νομιμοποιήσαμε την μη σκέψη. Έτσι και αλλιώς η μη σκέψη είναι πάντα πιο εύκολη, αφού δεν περιέχει ούτε ψίχουλο ευθύνης. Πιαστήκαμε και γεμίσαμε από σύμβολα και λόγια. Μα εκεί δεν βρίσκει ρίζα δικιά του το χορτάρι.
Ζούσαμε επαναλαμβάνοντας σχεδόν με μανία ό,τι μας αποθέωνε και μας επιβεβαίωνε. Εκεί κάπου χάσαμε τον εαυτό μας, και τις ανάγκες του. Ούτε το χώμα που πατούσαμε, δεν προσκυνούσαμε. Στα χρόνια που πέρασαν, η Ιστορία κάποτε θα μας πει από πότε ακριβώς, ξεγράψαμε τις ερωτήσεις ποιός είμαι και πού θέλω να φθάσω. Έτσι την ίδια ώρα που θέλαμε, την ίδια ώρα δεν θέλαμε. Και ναι και όχι στις Βάσεις και ναι και όχι στο ΝΑΤΟ και ναι και όχι στην ΕΕ. Ένας ατέλειωτος διχασμός, μια ατέλειωτη σύγκρουση. Σαν να περπατούσαμε σε σκοτεινούς διαδρόμους φαντασιώσεων, κυνηγώντας αποσπασματικά τμήματα του άγνωστου εαυτού μας. Χωρίς ποτέ να σταθούμε με σεβασμό και αγάπη απέναντι του για να τον αφουγκραστούμε. Το έχουν αυτό τα προδωμένα παιδιά.
Άλλοτε μανιοκαταδιωκόμενοι, άλλοτε εντελώς ανύπαρκτοι και άλλοτε ικανοί για θαύματα, προσπαθήσαμε να πιούμε το γάλα που μας στερήθηκε. Με παρεμποδισμένη οπτική. Σαν κάποιος να μας εμπόδιζε να βασιστούμε κυρίως στον εαυτό μας και να ψάχναμε συνεχώς προστάτες για να στηριχθούμε. Τρέχαμε να εξαρτηθούμε από κάποιο ξένο, Ευρωπαίο, κάποιον άλλο που θα υπολογίζαμε ή θα θαυμάζαμε και που μονάχα αυτός θα μπορούσε να μας δώσει το πιο πολύτιμο από όλα, την εικόνα του εαυτού μας. Μια εικόνα που μονάχοι μας δεν είχαμε. Ετεροπροσδιοριζόμασταν, μετρούμενοι με το μέτρο του απέναντι. Μέχρι τώρα.
Ας απαντήσουμε επιτέλους καθαρά ποιοί είμαστε και τι θέλουμε. Πόσο δύσκολες είναι αυτές οι απαντήσεις. Και πόση αλήθεια μας οφείλεται για να μπορέσουμε να τις δώσουμε. Ποιός θα μπορέσει να πει την αλήθεια, αλήθεια; Μέχρι στιγμής ακόμα δεν ξέρουμε ακριβώς τι έγινε. Εδώ τολμάει ακόμα και ζητάει ο υπόλογος να τον εμπιστευθούμε. Την αλήθεια δεν την χρειαζόμαστε για να τιμωρήσουμε τους φορείς του μηδέν, αλλά κυρίως για να στηρίξουμε το γύρισμα της νέας μας σελίδας.
Το να βγούμε από την κρίση δεν σημαίνει να ξαναβρεθούμε εκεί που είμασταν. Σημαίνει να χαράξουμε άλλη πορεία. Να γυρίσουμε και να κοιτάξουμε μέσα μας και με άλλη γνώση του εαυτού μας, να πάμε προς άλλη κατεύθυνση. Μονάχα έτσι θα ξεχρεώσουμε. Με την ελπίδα μόνο και την χάρη, αλλάζοντας τη συλλογική και ατομική αντίληψη της ζωής μας.
Όταν μπορέσουμε τα μουγκρητά, να τα μετατρέψουμε σε αναστεναγμούς με βάθος και ταυτότητα θα ακουστούν. Τα όνειρα μας είτε κλείνουν οι πόρτες, είτε όχι, δεν μας τα έχει δανείσει κανείς και αν τα αφήσουμε με ανθρώπινο τρόπο μαζί με τις ιδέες μας, να μας οδηγήσουν, θα μας οδηγήσουν.
της Αννίτας Λουδάρου