Ένας γαλλογερμανικός πόλεμος, που θα κρίνει την τύχη του ευρώ, ετοιμάζεται να ξεσπάσει στην Ευρώπη, ακριβώς την περίοδο που η επόμενη ελληνική κυβέρνηση θα καλείται στην κρίσιμη διαπραγμάτευση για το Μνημόνιο Νο3.Με συμμάχους την ΕΚΤ και τους οίκους αξιολόγησης, οι Γερμανοί επιμένουν στην άγρια λιτότητα και ετοιμάζονται για αναμέτρηση με τον Ολάντ, την ώρα που θα αρχίζει η κρίσιμη διαπραγμάτευση για το Ελληνικό Μνημόνιο Νο3.
Οι δηλώσεις Ολάντ για την Ελλάδα ("πρέπει να ελαφρύνουμε τα βάρη των Ελλήνων") δημιουργούν προσδοκίες για ουσιώδη αλλαγή κατεύθυνσης του ελληνικού προγράμματος, με ισχυρές δόσεις χαλάρωσης της λιτότητας και πρόσθετων αναπτυξιακών μέτρων, αλλά το "μαύρο μέτωπο" της λιτότητας δεν έχει πει την τελευταία του λέξη.
Οι παρασκηνιακές επαφές του Φίλιππου Σαχινίδη στη διάρκεια των εργασιών της ετήσιας συνόδου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας, σε συνδυασμό με τις νέες, δυσμενείς προβλέψεις για την εξέλιξη της ύφεσης για την Τράπεζα της Ελλάδος και αναλυτές του ιδιωτικού τομέα, επιβεβαίωσαν οριστικά ότι το Μνημόνιο που εγκρίθηκε μόλις τον Φεβρουάριο έχει ήδη ξεπεραστεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε μετά τις εκλογές δεν θα ανοίξει μόνο μια συζήτηση για τα μέτρα της περιόδου 2013-2014, αλλά για μια σημαντικότερη αναθεώρηση του προγράμματος, με προσθήκη και νέων χρηματοδοτικών πόρων από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης:
Οι παράγοντες του ΔΝΤ αναγνωρίζουν πλέον ότι ο όγκος των μέτρων λιτότητας που θα πρέπει να ληφθούν σύμφωνα με τον αρχικό προγραμματισμό είναι τέτοιος , που ακόμη και μια ισχυρή πολιτικά "μνημονιακή" κυβέρνηση της Ελλάδας θα είναι αδύνατο να τον "σηκώσει" πολιτικά, ενώ και η ήδη καταρρέουσα οικονομία της χώρας θα υποστεί τόσο σοβαρό σοκ, που θα είναι δύσκολο να επανέλθει στην ανάπτυξη ακόμη και το 2014.
Οι ανεπίσημες προβλέψεις του ΔΝΤ για την οικονομία δεν απέχουν από τις τελευταίες της Τράπεζας της Ελλάδος, που "βλέπει" την ύφεση να συνεχίζεται φέτος με ποσοστό κάμψης του ΑΕΠ της τάξεως του 5%. Μάλιστα, βρίσκονται πολύ κοντά στις προβλέψεις σαράντα οικονομολόγων διεθνών τραπεζών, που ρωτήθηκαν από το Reuters, οι οποίοι προβλέπουν συνέχιση της ύφεσης και το 2013, με συρρίκνωση του ΑΕΠ κοντά στο 1%.
Αυτές οι εξελίξεις ανεβάζουν σε δυσθεώρητα ύψη τα μέτρα που θα πρέπει να συμφωνηθούν αμέσως μετά τις εκλογές, αν παραμείνει η χώρα στον αρχικό σχεδιασμό του Μνημονίου: αντί για περικοπές δαπανών 12 δισ. ευρώ και εξοικονόμηση άλλων 2 δισ. ευρώ μέσω πάταξης της φοροδιαφυγής, για την περίοδο 2013-2014, θα πρέπει να προστεθούν στο εφιαλτικό μείγμα πρόσθετες περικοπές δαπανών τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ, ώστε να καλυφθούν αστοχίες του φετινού προϋπολογισμού, αλλά και πρόσθετες αποκλίσεις που θα δημιουργήσει η ύφεση την επόμενη διετία. Έτσι, ο συνολικός "λογαριασμός" μέτρων, ορισμένα εκ των οποίων θα πρέπει να εφαρμοστούν μέσα στο β΄ εξάμηνο του τρέχοντος έτους, ανεβαίνει στα επίπεδα των 14 δισ. ευρώ κατ' ελάχιστο, ενώ, αν αναγνωριστεί και η αδυναμία επίτευξης του στόχου για τη φοροδιαφυγή, μπορεί να ξεπεράσει τα 15 δισ. ευρώ!
Πρόκειται για μια θεραπεία... μεγαλύτερου σοκ, που θα πρέπει να ακολουθήσει την ήδη εφαρμοζόμενη επί διετία θεραπεία-σοκ. Σε αυτήν τη φάση, όμως, οι περικοπές δεν θα αφορούν πλέον μόνο μισθούς, συντάξεις και θέσεις εργασίας στο Δημόσιο, αλλά την ίδια τη "σάρκα" του κοινωνικού κράτους - δεν μίλησε τυχαία ο Α. Λοβέρδος αυτήν την εβδομάδα για μαζικά "λουκέτα" σε νοσοκομεία και άλλες βασικές μονάδες ενός κοινωνικού κράτους. Όλα αυτά, όμως, ακόμη και το ΔΝΤ φέρεται να αναγνωρίζει ότι δεν πρόκειται να δώσουν λύσεις στο πρόβλημα του χρέους. Άλλωστε, το τελευταίο τρίμηνο του 2011 η Ελλάδα ήταν πρωταθλήτρια Ευρώπης σε αύξηση χρέους, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, παρότι εφαρμόζει το σκληρότερο πρόγραμμα λιτότητας στην Ευρώπη.
Με αυτά τα δεδομένα, το ελληνικό πρόγραμμα θα πρέπει να παραταθεί ακόμη και για μια διετία, ώστε να μοιραστούν τα μέτρα σε βάθος πενταετίας. Αυτό φέρνει την επόμενη ελληνική κυβέρνηση σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, καθώς θα πρέπει να ζητήσει πρόσθετο δάνειο από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης, για να καλυφθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες τουλάχιστον για τη διετία 2015-2016, ενώ παραμένει αναπάντητο το ερώτημα που έχει θέσει εδώ και μήνες το ΔΝΤ, για το πώς θα καλυφθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες μέχρι και το 2020, που υπολογίζονταν σε 50 δισ. ευρώ, αλλά ήδη το ποσό αυτό θεωρείται ξεπερασμένο από τις εξελίξεις. Με άλλα λόγια, η διαπραγμάτευση Μαΐου-Ιουνίου δε θα είναι μόνο για την πρώτη αναθεώρηση του δεύτερου Μνημονίου, αλλά θα πρέπει να διαμορφώσει ένα εντελώς διαφορετικό πρόγραμμα, τόσο από την άποψη του χρόνου διάρκειας και της κατανομής των μέτρων όσο και από την άποψη της χρηματοδότησης. Έτσι, το "παζάρι", δεν μπορεί να γίνει με τους "τροϊκανούς", αλλά θα φτάσει κατ' ανάγκη σε επίπεδο ευρωπαϊκής ηγεσίας.
Ο ρόλος του Ολάντ
Σε αυτή τη νέα διαπραγμάτευση κορυφής, έχει σημασία πώς θα διαμορφωθούν οι νέοι ευρωπαϊκοί συσχετισμοί και πώς θα επηρεάσουν την οικονομική στρατηγική της Ευρωζώνης:
Ο γάλλος υποψήφιος των Σοσιαλιστών, Φρανσουά Ολάντ, φαίνεται πως "κλειδώνει" μια σημαντική νίκη έναντι του Σαρκοζί και διασπά τον άξονα των "Μερκοζί". Διεκδικεί όχι απλώς να συζητηθεί μια αναπτυξιακή στρατηγική για την Ευρώπη, αλλά να ανοίξει εκ νέου η διαπραγμάτευση του δημοσιονομικού συμφώνου, που εγκρίθηκε με πρωτοβουλία της Μέρκελ, ώστε οι δεσμεύσεις για την ανάπτυξη να έχουν ακριβώς την ίδια ισχύ και δεσμευτικότητα με τις δεσμεύσεις για τη δημοσιονομική πολιτική. Σημειώνεται πάντως, ότι ακόμη και ο Ολάντ διστάζει να αμφισβητήσει τους όρους του... δημοσιονομικού "ζουρλομανδύα", κάτι που θεωρείται casus belli από το Βερολίνο και την ΕΚΤ, αλλά διεκδικεί μόνο να αντιμετωπιστεί η αναπτυξιακή στρατηγική ως εξίσου σημαντικό ζήτημα με τη δημοσιονομική πειθαρχία. Το Βερολίνο απαντά σε "πολεμικούς" τόνους σε αυτές τις θέσεις του Ολάντ, αφήνοντας μάλιστα ευθέως να εννοηθεί ότι η Γαλλία δεν πρέπει να σηκώνει το πολιτικό της ανάστημα, όσο η οικονομία της βρίσκεται πολύ πίσω από τη γερμανική ατμομηχανή και κινδυνεύει να πλησιάσει τις χώρες "υψηλού κινδύνου" του Νότου. Σύμβουλος της Μέρκελ υπογράμμισε με νόημα την Παρασκευή, μιλώντας στο Bloomberg, ότι ο Γάλλος πολιτικός μιλάει σαν να μη γνωρίζει τις αδυναμίες της γαλλικής οικονομίας.
Οι Γερμανοί, παρότι δίνεται η εντύπωση, μετά την κατάρρευση της ολλανδικής κυβέρνησης συνασπισμού, ότι απομονώνονται πολιτικά στην Ευρώπη, έχουν στην πραγματικότητα πολύ ισχυρές συμμαχίες: ακόμη και ο συντηρητικός ισπανός πρωθυπουργός, που θα ήταν φυσικός σύμμαχος του Ολάντ, ορκίζεται πίστη στο γερμανικό οικονομικό δόγμα, καθώς περιμένει μια σωτηρία της χώρας του χωρίς προσφυγή στον μηχανισμό στήριξης, αν η Μέρκελ "ανάψει πράσινο" για την απευθείας ενίσχυση των ισπανικών τραπεζών από το EFSF, χωρίς να χρειαστεί η Ισπανία να υπογράψει το δικό της Μνημόνιο. Ο ιταλός πρωθυπουργός Μόντι δήλωσε, επίσης την Παρασκευή, από κοινού με τον Μπαρόζο, ότι η έξοδος από την κρίση δεν περνά μέσα από χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής. Η Γερμανία, εξάλλου, έχει σταθερά στο πλευρό της τους τραπεζίτες της ΕΚΤ, που λένε "όχι" σε άνοιγμα εκ νέου της διαπραγμάτευσης για το σύμφωνο δημοσιονομικής πειθαρχίας, ενώ "αφανής" σύμμαχος των Γερμανών είναι οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης, που, αν ο Ολάντ "σηκώσει" υπερβολικά τους τόνους κατά της ασφυκτικής λιτότητας, μπορούν να "τιμωρήσουν" ανά πάσα στιγμή τη Γαλλία με μια υποβάθμιση αξιολόγησης κάτω από το επίπεδο του "τριπλού Α".
Στην πραγματικότητα, λοιπόν, η επικράτηση του Ολάντ δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ως παροχή μιας "επέλασης" προοδευτικών δυνάμεων που θα κάμψει γρήγορα τις γερμανικές αντιστάσεις και θα επιτρέψει και στην Ελλάδα να διαπραγματευτεί ένα καλύτερο Μνημόνιο. Αναμφίβολα, ο σοσιαλιστής υποψήφιος θα διαμορφώσει με μια νίκη του καλύτερους όρους για τη διαπραγμάτευση του νέου Μνημονίου, αλλά η Ευρώπη δεν θα "ξεφορτωθεί" τόσο εύκολα τη γερμανική ηγεμονία στη χάραξη της οικονομικής στρατηγικής.