Όλα καλά λοιπόν, από χτες η Ελλάδα έχει μια κυβέρνηση που θα συνεχίσει να βυθίζει τη χώρα στο θανάσιμο σπιράλ της λιτότητας και της ύφεσης. Αναμένουμε επίσης την επίσκεψη της τρόικας των δανειστών που θα συνεχίσει να παριστάνει πως η εφαρμοζόμενη πολιτική θα οδηγήσει κάποια στιγμή την Ελλάδα στην ανάκαμψη. Δεν αμφιβάλλουμε ακόμη ότι θα δούμε κάποιες κινήσεις χαλάρωσης του ελληνικού μνημονίου που θα θολώσουν τα νερά αλλά δεν θα πρόκειται για κάτι με ουσία. Και τα πράγματα θα συνεχίσουν να χειροτερεύουν μέρα με τη μέρα ως το σημείο εκείνο που θα πέσει η κυβέρνηση Σαμαρά κι ο ΣΥΡΙΖΑ θα περιμένει στη γωνία σαν ώριμο φρούτο να πάρει την εξουσία. Το ποτέ ακριβώς δεν το γνωρίζουμε, ίσως να γίνει το 2013, ίσως και ως τα τέλη του έτους. Γιατί δυστυχώς τίποτα ουσιαστικό δεν θα αλλάξει στην Ελλάδα.
Η χώρα είναι ήδη αποκομμένη από την Ευρώπη, η ουσιαστική διακοπή των κεφαλαίων κίνησης έχει οδηγήσει σε κατάρρευση ή έξοδο πολλών επιχειρήσεων και αναμένεται να έρθουν κι άλλες καταρρεύσεις, ακόμη και υγιών, παραγωγικών και κερδοφόρων επιχειρήσεων που έχουν αποκοπεί από τις κεφαλαιαγορές. Τι άλλο να περιμένει κανείς σε μια χώρα όπου όλες οι εισαγωγές γίνονται εδώ και καιρό με μετρητά, πλέον δεν ασφαλίζονται και όλα τα κόστη, εκτός του εργατικού, αυξάνονται; Μέχρι να λυθεί η κρίση της Ευρωζώνης – αν βεβαίως λυθεί και δεν πάμε σε διάρρηξη – πολλές θα είναι οι ελληνικές επιχειρήσεις που θα έχουν πουληθεί σε ξένα χέρια. Μετά η χρηματοδότηση θα αποκατασταθεί αλλά η καταστροφή θα έχει ήδη γίνει.
Η Ευρωζώνη έχει πρόβλημα φερεγγυότητας και ελλιπούς συνολικής ζήτησης
Όλα αυτά δεν σημαίνουν πως η Ελλάδα δεν έχει άπειρες εσωτερικές παθογένειες. Όμως το βασικό πρόβλημα αυτού που ζει η Ελλάδα και οι άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας αυτή τη στιγμή έχει να κάνει με την Ευρωζώνη. Η Ευρωζώνη έχει πρόβλημα φερεγγυότητας και κρίση ελλιπούς συνολικής ζήτησης. Δυστυχώς μέσα στην ευρωπαϊκή νομισματική ένωση, αυτές οι δίδυμες κρίσεις εμπίπτουν πλήρως στο πεδίο του εκδότη του νομίσματος – την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα – και όχι στους χρήστες του – τα κράτη μέλη του ευρώ. Επομένως, αν δεν εγγυηθεί η ΕΚΤ εμμέσως ή ευθέως τη νομισματική ένωση, η φερεγγυότητα θα παραμένει πάντα ζήτημα είτε για την Ελλάδα, είτε για την Πορτογαλία, είτε για την Ισπανία, είτε για την Ιταλία είτε ακόμη και για τη Γερμανία. Παρομοίως η ελλιπής αγοραστική δύναμη που ως ένα βαθμό οφείλεται στη μονοδιάστατη αντιπληθωριστική εντολή της ΕΚΤ – ένας πληθωρισμός στόχος κάτω του 2% ίσως είναι υπερβολικά αυστηρός για μια συγκυρία παγκόσμιας κρίσης – επιδεινώνεται από τη λιτότητα που επιβάλλεται σε όλους σαν όρος για να παράσχει η ΕΚΤ τη βοήθειά της. Μοιάζει κάπως σαν να νοσηλεύουμε έναν ασθενή και μόλις ανακάμψει να του σπάμε το πόδι για να τον ξαναρίξουμε στο κρεβάτι.
Κι αυτό περιλαμβάνει το τραπεζικό σύστημα που για να μπορεί να εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, πρέπει να έχει αξιόπιστες εγγυήσεις καταθέσεων κι αυτό σημαίνει επίσης στήριξη από τον εκδότη του νομίσματος. Για να είμαστε βεβαίως ειλικρινείς πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η ΕΚΤ έχει εγγυηθεί μέχρι στιγμής τη ρευστότητα των ευρωπαϊκών τραπεζών – μολονότι δεν είναι νομικά υποχρεωμένη. Και με την εξαίρεση του ελληνικού PSI, που σήμαινε διαγραφές 100 δις ευρώ, η ΕΚΤ είτε εμμέσως δια του τραπεζικού συστήματος είτε ευθέως δια της αγοράς κρατικών ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά, έχει φροντίσει κατά βάθος ώστε να μην υπάρξει καμία στάση πληρωμών από τις κυβερνήσεις – στηρίζοντας ουσιαστικά τη φερεγγυότητα τους.
Ενώ λοιπόν η ΕΚΤ συνεχίζει να εγγυάται το ελληνικό – πλέον και το ισπανικό – τραπεζικό σύστημα μέσα από τα διάφορα προγράμματά της – LTRO, ELA, κλπ. – αρνείται να προβεί σε ρητή δέσμευση ότι θα συνεχίσει να στηρίζει το σύστημα και άρα να διασφαλίζει τη φερεγγυότητά του – πρόκειται για το επί μακρόν συζητούμενο ‘μπαζούκα’. Η ΕΚΤ υποστηρίζει ότι αυτός είναι ένας ‘δημοσιονομικός ρόλος’ που ανήκει στις κυβερνήσεις και δεν μπορεί να αναληφθεί από την κεντρική τράπεζα. Όμως αυτό δεν ισχύει: η ΕΚΤ είναι ο εκδότης του νομίσματος και ο μοναδικός θεσμός που έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει απεριόριστες ποσότητες ευρώ. Παραδόξως αν η ΕΚΤ έκανε τη δέσμευσή της πιο ρητή, θα χρειαζόταν λιγότερο να χρησιμοποιήσει το ‘μπαζούκα’, γιατί οι αγορές θα την έπαιρναν στα σοβαρά. Τώρα όμως η ΕΚΤ παίζει πόκερ με τις αγορές και στην πραγματικότητα ενθαρρύνει τους κερδοσκόπους να αμφισβητούν αυτό που θεωρούν ως μπλόφα της κεντρικής τράπεζας.
Αλλά βέβαια κανείς στις Βρυξέλλες δεν αναγνωρίζει ότι το πρόβλημα βρίσκεται στην προβληματική αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης, δηλαδή στο ότι δεν υπάρχει μια υπερεθνική δημοσιονομική αρχή για το κοινό νόμισμα – και άρα όλοι τους συνεχίζουν να κατηγορούν τις ‘σπατάλες κυβερνήσεις’ που απολύτως φυσιολογικά έχουν μεγάλα ελλείμματα εξαιτίας της κατάρρευσης της οικονομικής δραστηριότητας του ιδιωτικού τομέα μετά το 2008.
Αυτή είναι η πραγματικότητα για την Ελλάδα και τα άλλα κράτη της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Τώρα όμως βλέπουμε την ασθένεια να απλώνεται και στον πυρήνα. Είναι ενδιαφέρον ότι οι λιανικές πωλήσεις στην Ολλανδία έπεσαν τον Απρίλιο κατά 11% σε ετήσια βάση. Άρα δεν έχουμε πια ένα πρόβλημα ‘πυρήνα έναντι περιφέρειας’ και μόνο. Κανείς δεν εξετάζει το ενδεχόμενο της αύξησης των δημοσίων ελλειμμάτων με στήριξη της ΕΚΤ. Όλα αυτά απορρίπτονται τη στιγμή που το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα συνεχίζει να κλυδωνίζεται από τις μαζικές αποσύρσεις καταθέσεων. Και τα αποτελέσματα των ελληνικών εκλογών δεν το αλλάζουν αυτό.
Τα νομικά προβλήματα της Μέρκελ
Ενάντια στα επιχειρήματα που υποστηρίζουν ότι η Γερμανίδα καγκελάριος δεν έχει καταλάβει τίποτα, είναι πολύ πιο πιθανό ότι η Αγγέλα Μέρκελ κατανοεί τη φύση του προβλήματος. Εξάλλου είναι σχετικά απίθανο οι οικονομικοί σύμβουλοί της να μην της έχουν επισημάνει την έκταση της φυγής καταθέσεων της Ευρωζώνης που αποκτά πλέον τρομακτικές διαστάσεις και ίσως να μετράται σε τρις ευρώ. Υποψιαζόμαστε ωστόσο ότι η Μέρκελ αποφεύγει την αναγνώριση του προβλήματος γιατί αν το αναγνωρίσει ενδέχεται να έρθει αντιμέτωπη με το νομικό αίνιγμα της Γερμανίας που ήδη συζητιέται στη διεθνή βιβλιογραφία.
Το νόημα της γνωμοδότησης του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστήριο για την ελληνική διάσωση του 2010 ήταν ότι ο μηχανισμός εκκαθάρισης συναλλαγών του ευρωσυστήματος TARGET2 και οι διάφοροι άλλοι τύποι δανεισμού εσχάτου καταφυγίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι αντισυνταγματικοί, επειδή ενέχουν μια απροσδιόριστη και χωρίς ορατό τέλος έκθεση για το γερμανικό λαό σε ζημιές από τις διασώσεις των κρατών της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Ναι, αυτές οι ζημιές ήταν ενδεχόμενες, αλλά η ειρωνεία είναι πως όσο πιο πολύ λέει ‘όχι’ η Αγγέλα Μέρκελ σε κάθε πραγματική πρόταση που θα μπορούσε να αποτρέψει μια κρίση φερεγγυότητας, τόσο πιο πιθανό γίνεται ότι αυτά τα ρίσκα αντισυμβαλλομένου θα γίνουν πραγματικές ζημίες αντί για ενδεχόμενες. Αλλά το γερμανικό Κοινοβούλιο δεν έχει λόγο στις εκταμιεύσεις π.χ. του TARGET2.
Το πρόγραμμα εγγύησης καταθέσεων που υποτίθεται ότι συζητήθηκε στη σύνοδο των G20 στο Μεξικό αντιπροσωπεύει μια νέα πρωτοβουλία. Μπορεί να αμφισβητηθεί πολύ πιο καθαρά από το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο από ό,τι το πολύπλοκο και άκρως τεχνοκρατικό σύστημα εκκαθάρισης πληρωμών της Ευρωζώνης TARGET2. Η Γερμανίδα καγκελάριος μπορεί και να το συνειδητοποιεί. Μπορεί κάλλιστα να συνειδητοποιεί ότι η απόρριψη της πρωτοβουλίας πανευρωπαϊκής εγγύησης των καταθέσεων από το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο μπορεί να φέρει στο φως και το ζήτημα της συνταγματικότητας του TARGET2 και άρα να οδηγήσει σε ακόμα πιο εντατική φυγή καταθέσεων από τις τράπεζες της ευρωπαϊκής περιφέρειας.
Επομένως, ας εξετάσουμε το ακόλουθο σενάριο: έστω ότι το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο απορρίπτει την προσπάθεια της ΕΚΤ να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που προκύπτουν από τη φυγή καταθέσεων στην Ελλάδα και τα άλλα κράτη μέλη της ευρωπαϊκής περιφέρειας μέσω ενός σχήματος πανευρωπαϊκής εγγύησης των καταθέσεων. Δυστυχώς, με το που θα γίνει αυτό και μάλιστα θα γίνει ευρύτερα γνωστό, η φυγή των καταθέσεων θα επιταχυνθεί ανεξάρτητα από το τελικό αποτέλεσμα. Ο καταθέτης των ελληνικών, ιταλικών και ισπανικών τραπεζών, αν δει ότι υπάρχει και η παραμικρή πιθανότητα ένα σχήμα εγγύησης των καταθέσεων να μην προχωρήσει εξαιτίας της απόφασης ενός γερμανικού δικαστηρίου, θα σπεύσει άρον - άρον να αποσύρει τα χρήματά του. Ας μην απορεί κανείς που έχουν αρχίσει – στα μουλωχτά ακόμη – συζητήσεις για το θέμα επιβολής κεφαλαιακών ελέγχων στην Ευρωζώνη.
Αυτός είναι ο πραγματικός λόγος για τον οποίον η Αγγέλα Μέρκελ μας λέει ότι υπάρχουν όρια στο τι μπορεί να κάνει η Γερμανία και που κράτησε σκληρή γραμμή απέναντι στην Αθήνα το διάστημα πριν τις ελληνικές εκλογές. Βεβαίως η Γερμανίδα καγκελάριος απορρίπτει τις άλλες εναλλακτικές λύσεις γιατί δεν μπορεί να τις στηρίξει πολιτικά, εν μέρει επειδή δεν υπήρξε έντιμη και η ίδια με το εκλογικό σώμα της λέγοντάς του καθαρά ποιες θα είναι οι επιπτώσεις για τη Γερμανία σε περίπτωση διάρρηξης της Ευρωζώνης. Η Αγγέλα Μέρκελ βρίσκεται τώρα πολύ στριμωγμένη. Κι αυτό εξηγεί γιατί οι Γερμανοί επιδιώκουν μετά μανίας τη συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στις ευρωπαϊκές υποθέσεις: τους βοηθά να ξεπεράσουν τα νομικά προβλήματα.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα πάντως, φαίνεται απίθανο ότι το οικονομικό βασανιστήριο της μαζικής ανεργίας μπορεί να κρατήσει για πάντα και με τις ελληνικές εκλογές αποκτήσαμε σοβαρές ενδείξεις ότι θα οδηγήσει σε ολοκληρωτική κατάρρευση του πολιτικού σκηνικού. Υπάρχουν όμως εδώ και κάποιες βδομάδες και ορισμένα σημάδια ότι τα δημόσια ελλείμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στηρίζουν τη ζήτηση ως ένα βαθμό – τόσο όσο χρειάζεται για να αποτραπεί η κατάρρευση της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης.
Αλλά οι ενέργειες της τρόικας δεν είναι ούτε επιθυμητές πολιτικά ούτε βιώσιμες μακροπρόθεσμα, όπως έδειξαν τα εκλογικά αποτελέσματα όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης. Ας κρατήσουμε στο νου μας τη μεγάλη πλειοψηφία που πέτυχαν οι Σοσιαλιστές στη Γαλλία στις κοινοβουλευτικές εκλογές της Κυριακής η οποία επίσης δείχνει ότι οι Γάλλοι κουράστηκαν με την πολιτική λιτότητας του Βερολίνου.