Κλεψύδρες αορίστου χρόνου
Πολλά βλέμματα είναι στραμμένα και σε άλλες κλεψύδρες, ιδιωτικές και δημόσιες, όπου η ροή της άμμου είναι ακανόνιστη, δεν υπακούει στον νόμο της βαρύτητας, ενώ ο χρόνος που αυτές μετρούν δεν είναι ο προεκλογικός. Το κοινό τους σημείο είναι μια λέξη, το «μέχρι»: μέχρι να πτωχεύσουμε, μέχρι να ξεσπάσει ο πόλεμος, μέχρι να χάσουμε τη σύνταξη, τις καταθέσεις, το σπίτι ή τη δουλειά μας, μέχρι τα χειρότερα (που, όπως πολλοί λένε, δεν τα έχουμε ακόμα δει), μέχρι να μάθουμε να σκεφτόμαστε και να ζούμε διαφορετικά.
Υπάρχει και το αισιόδοξο «μέχρι»: μέχρι να δούμε άσπρη μέρα, μέχρι να επιστρέψει ο παλιός καλός καιρός (που για πολλούς είναι συνώνυμο του εύκολου, του βολεμένου καιρού), μέχρι να ωριμάσει, να βάλει μυαλό το άτακτο λαίμαργο παιδί (όπως πολλοί βλέπουν τον λαό) ή να επιβληθεί το θέλημα του γίγαντα λαού. Μόνο που ο λαός μπορεί να είναι και γίγαντας και φοβισμένος νάνος, ανάλογα με τον άνεμο της Ιστορίας και όχι ανάλογα με το πολιτικό, το ηθικό, το διανοητικό και πατριωτικό ανάστημα των ηγετών και των ταγών. Ενα ανάστημα που ξεδιπλώνεται με διαφορετικό τρόπο σε διαφορετικές ιστορικές περιστάσεις, ενώ συχνά συρρικνώνεται στα μισά του δρόμου.
Αλλες χρονιές, τέτοια εποχή, μιλούσαμε για τα καλοκαιρινά μας σχέδια, τις άδειες, τις διακοπές, τον Δεκαπενταύγουστο στο χωριό, για μαγικά νησιά ή για τη μαγική άδεια πόλη. Φέτος αναρωτιόμαστε τι σχέδια έχει για μας αυτό το καλοκαίρι, που δεν θα μοιάζει με τα άλλα. Μετά τη σύντομη άνοιξη της ακυβερνησίας, θα έρθει το μακρύ καλοκαίρι της υπευθυνότητας, της κυβερνησιμότητας;
Η πάνω άμμος στις κλεψύδρες μας κατεβαίνει. Πού και πού κάποιο χαλίκι ή ξερό κλαράκι μοιάζει να ανακόπτει την πτώση της, όμως οι παλιές βεβαιότητες βουλιάζουν ενώ το σχήμα της νέας (α)βεβαιότητας παραμένει ακαθόριστο.
Η υποκειμενική αυτή κλεψύδρα δεν ταυτίζεται με την ίδια τη ζωή. Δεν είναι εργαλείο, αλλά ένα μη ακριβείας όργανο που δείχνει τις αντιδράσεις μας απέναντι στη ζωή που αλλάζει με απροσδόκητους ρυθμούς και κατευθύνσεις. Και οι αντιδράσεις αυτές μπορεί να είναι η συγκατάβαση, ο φόβος, ο πανικός, η οργή, η ελπίδα και η αγάπη για τον τόπο και τους ανθρώπους, η αγάπη που γράφεται με μικρά, σεμνά και όχι φωταγωγημένα και αυτάρεσκα γράμματα. Οχι όμως η υπομονή, η αντοχή: αυτή η άμμος δεν σαλεύει πια.
Το σίγουρο είναι ότι στο βλέμμα που σήμερα κοιτάζει την κλεψύδρα δεν έχουν θέση η πλήξη και ο σνομπισμός. Ας δούμε την κλεψύδρα με βλέμμα όσο γίνεται καθαρό και, κυρίως, χωρίς την έπαρση ότι η καθαρότητα του βλέμματος είναι προνόμιο μόνο των επαγγελματιών, των εκλεκτών της πολιτικής. Δεν είμαστε μόνο παρατηρητές, αλλά και παρατηρούμενοι και, κυρίως, υποκείμενο που επηρεάζει το αποτέλεσμα της παρατήρησης.