Οι μνηστήρες της Πηνελόπης
Η Ελλάδα θεωρήθηκε η χώρα – σκάνδαλο. Προκάλεσε με τα πείσματά της. Εκνεύρισε με την απραξία της. Τη λιθοβόλησαν, όπως λιθοβολούν τους παράνομους έρωτες σε μακρινές χώρες. Την ταπείνωσαν, δείχνοντάς την με το δάχτυλο. Υπήρξε αντίκτυπος. Ο τουρισμός σε κάμψη, ο λαός σε αβεβαιότητα, τράπεζες και καταθέτες πανικόβλητοι. Λίγο πριν από τις δεύτερες εκλογές, ο γερμανικός λαός ζητούσε την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Υπήρξαν πολιτικοί ηγεμόνες που άναψαν την πυρά, σαν την πυρά που παλιότερα άναβαν στην Ινδία για να κάψουν ζωντανή τη σύζυγο του νεκρού. Αλλά η αλήθεια δύσκολα αποσιωπάται.
Πριν από τις δεύτερες εκλογές, οι εγγενείς αδυναμίες της ισπανικής οικονομίας βγήκαν στην επιφάνεια, όπως και οι ελληνικές προ διετίας. Πολλοί πιστεύουν ότι είναι θέμα χρόνου να φτάσει η στιγμή της Ιταλίας. Ετσι, η Ελλάδα, παρά τη δική της παθογένεια, παρά τον πόνο των ανθρώπων της αισθάνθηκε ότι θα μπορούσε επισήμως να απενοχοποιηθεί – να λάβει κάτι σαν τα παλιά συγχωροχάρτια της εποχής του Λούθηρου – καθώς ούτως ή άλλως γνώριζε ότι δεν έφταιγε μόνον εκείνη για τη μεγάλη φουρτούνα που ο Ποσειδώνας προκάλεσε στην Ευρώπη.
Την επομένη των εκλογών της 17ης Ιουνίου, ο συντηρητικός γερμανικός Τύπος αναρωτήθηκε πώς είναι δυνατόν το κόμμα, το οποίο μετείχε στην ελληνική τραγωδία των τελευταίων χρόνων, να μπορούσε τώρα, κερδίζοντας την πρώτη θέση, να αλλάξει το παιγνίδι. Ο κεντροαριστερός γερμανικός Τύπος επέλεξε να αναδείξει τις ουρές στα συσσίτια των πόλεων, επιμερίζοντας με σαφή τρόπο τις ευθύνες που η ίδια η Γερμανία φέρει. Ωστόσο, υπήρξε κι ένας τρίτος πόλος, η επιτομή της κοινής λογικής: Και τώρα τι;
Μέρα με την ημέρα, το περιβάλλον της καγκελαρίου Μέρκελ συνειδητοποιεί ότι οι πραγματικές λύσεις πηγαίνουν πολύ πιο πέρα από όσα η καγκελάριος συζητούσε προ μηνών για την περαιτέρω σύγκλιση της Ε. Ε.: Την ύπαρξη ενός υπουργού Οικονομικών, τη δημιουργία ενιαίου τραπεζικού συστήματος, τον κοινό σχεδιασμό για τη διασφάλιση των καταθέσεων των Ευρωπαίων, αλλά και την ανάπτυξη νέου καταστατικού πολιτικού χάρτη.
Εν ολίγοις, το σχέδιο που οι Γερμανοί αποκαλούν πολιτική ένωση και που θα χρειαστεί μια δεκαετία για να πάρει σάρκα και οστά. Ετσι όμως έχουν τα πράγματα; Είναι έτοιμοι οι Γερμανοί πρωτίστως να αποδεχτούν το πλαίσιο μιας αυστηρής πολιτικής ένωσης που θα μεταφράζεται σε λιγότερη κυριαρχία των κρατών και μεγαλύτερη, μεταξύ τους, αλληλεγγύη; Νωρίς για να δοθεί ξεκάθαρη απάντηση, καθώς η έως τώρα τακτική δεν είναι το καλύτερο δείγμα γραφής, παρά το γεγονός ότι, λογικά, η πολιτική ένωση θα αποτελούσε την ασφαλέστερη απάντηση στην παγκόσμια οικονομική κυριαρχία.
Η Ευρώπη διανύει περίοδο ζυμώσεων, όπου ακόμη και ο ανεπαίσθητος θόρυβος που κάνουν οι σαύρες τις νύχτες πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Τα δεδομένα αλλάζουν με καταιγιστικούς ρυθμούς κι ας έχουμε την αίσθηση του βηματισμού της χελώνας. Οι εκλογές που διεξήχθησαν σε Γαλλία και Ελλάδα θέτουν άλλες, πολύ πιο ουσιαστικές παραμέτρους στη συζήτηση για το ευρωπαϊκό μέλλον. Προτάσσουν τον άνθρωπο απέναντι στους αριθμούς και στα οικονομικά μεγέθη. Μπορεί να γίνουμε μάρτυρες σπουδαίων εκπλήξεων: Υπό τον φόβο μιας πιθανής περαιτέρω ύφεσης, σε μία από τις επόμενες συνόδους κορυφής οι Ευρωπαίοι ηγέτες να αναλάβουν πρωτοβουλίες άμβλυνσης της διαρκούς λιτότητας, όχι απλώς προσθέτοντας τον όρο ανάπτυξη ως σαντιγί πάνω από το πενιχρό γλυκό μας, αλλά ως συστατικό στοιχείο της επόμενης ευρωπαϊκής φάσης.
Σε περίπτωση εμμονών, εγωισμών και ολιγωρίας, οι Ευρωπαίοι θα συνειδητοποιήσουν ξαφνικά ότι αφήνουν πίσω τους το παλάτι του Οδυσσέα, όπου εντός αλωνίζουν οι μνηστήρες της Πηνελόπης. (Στην περίπτωσή μας, οι αγορές.) Ομως, η λιτότητα, η λύπη και η θλίψη δεν μπορεί να γίνουν συστατικά της ενεργού ζωής του πολίτη που η Ιστορία τον θέλει να έχει δώσει αγώνες για να απαλλαγεί από ασχήμιες προηγούμενων αιώνων.
Καταφεύγοντας στη γλώσσα της τέχνης, θα έλεγα πως αυτές οι καταστάσεις θυμίζουν πίνακα του Πικάσο («Repas Frugal» – Λιτό γεύμα) που μαζί με παρεμφερές έργο του Βαν Γκογκ («Chagrin» – Θλίψη) επρόκειτο να δημοπρατηθούν στις 20 Ιουνίου στον οίκο Κρίστις στο Λονδίνο. Πίνακες που πωλούνται ακριβά, για να θυμίζουν στον σύγχρονο άνθρωπο την πορεία της Ιστορίας.