Μα, τι γίνεται σε μια Ευρώπη που μέχρι χτες χρηματοδοτούσε Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις για να σώζουν ανθρώπους που πέθαιναν από πείνα στην Αφρική; Και, τέλος πάντων, αυτό που έγινε οφείλεται στους 150.000 δημόσιους υπαλλήλους που δεν απολύθηκαν από το ελληνικό Δημόσιο; Καταρρέει όλη η Ευρώπη γιατί η Ελλάδα έκανε δύο ώρες παραπάνω ηλιοθεραπεία σε σχέση με τον μέσο Γερμανό; Μήπως γιατί δεν έπινε την μπίρα ξεροσφύρι, όπως ο Ευρωπαίος, αλλά επιβάρυνε τον οικογενειακό προϋπολογισμό με μεζέ; Αστεία πράγματα. Όποιος πιστεύει πως η Ελλάδα βουλιάζει στην κρίση επειδή ζούσε με δανεικά δεν κατανοεί και πολλά πράγματα από τη σύγχρονη ευρωπαϊκή πραγματικότητα, ακόμη και αν στηρίζεται σε ένα λογικοφανές επιχείρημα. Η υπόλοιπη Ευρώπη γιατί βουλιάζει; Και πού χρωστάνε όλοι αυτοί που χρωστάνε ως κράτη;
Η άποψη πως η μικρή και καθόλου τίμια Ελλάδα είναι η αιτία της κατάρρευσης του ευρωπαϊκού οικοδομήματος μοιάζει με την άποψη όσων υποστηρίζουν πως το Ανατολικό Μπλοκ και η Σοβιετική Ένωση έπεσαν επειδή υπήρξε ένας Γκορμπατσόφ με πολύ ύποπτο ρόλο. Δηλαδή, ένα φιλολαϊκό σύστημα, με σωστή λειτουργία, που πατούσε πάνω στα όνειρα των ανθρώπων, κατέπεσε από έναν και μόνο άνθρωπο. Χωρίς να ενεργοποιηθούν τα αντισώματα αυτοπροστασίας του, χωρίς να το υποστηρίξουν οι μάζες για τις οποίες δημιουργήθηκε.
Κάπως έτσι η ευρωπαϊκή ιδέα, μαζί και η οικονομία, δείχνει να διαλύεται γιατί κάποιος Έλληνας ξύνει τ’ αχαμνά του σε μια ξαπλώστρα στη Λέσβο ή την Αμοργό. Φευ!
Έχει ενδιαφέρον, όμως, ποιος τα λέει αυτά τα πράγματα. Ποιος είναι ο φορέας αυτού του αυτομαστιγωτικού πατριωτισμού. Αυτοί που για μία ακόμα φορά κυβερνούν. Το επόμενο διάστημα μέτρα 11,5 ίσως και 15 δισ. θα παρθούν για να σωθεί η χώρα. Από μισθωτούς, υπαλλήλους, άνεργους πλέον καταστηματάρχες και απεγνωσμένους μικρομεσαίους. Αλλά και πάλι θα μείνουν έξω από κάθε φορολόγηση δύο κατηγορίες κατόχων χρήματος: η Εκκλησία και οι εφοπλιστές.
Κανείς απ’ τους δύο δεν προσφέρει το ελάχιστο σε φορολόγηση. Η μεν Εκκλησία, μεγαλύτερος κάτοχος γης στη χώρα, πηδάει συνεχώς από τα παραθυράκια του νόμου, εμφανίζοντας απέναντι στην ανάγκη μιας νόμιμης φορολόγησης την αμφίβολη φιλανθρωπία της.
Το δε εφοπλιστικό κεφάλαιο φοροαπαλλάσσεται, καλύπτοντας το μεγαλύτερο σκάνδαλο φοροδιαφυγής μέσα σε φλυαρία για γλάρους, ελληνικές σημαίες που ανεμίζουν στα πέρατα του κόσμου και πατριωτισμό μιας όψεως -αυτής που τους συμφέρει.
Ένα πλοίο 20.000 κόρων, με νόμο του 1975, τον μοναδικό νόμο του ελληνικού κράτους που δεν έχει αλλάξει, πληρώνει φόρο γύρω στα 3.000 ευρώ. Πολύ λιγότερα από ένα περίπτερο. Ο εφοπλιστής δεν πληρώνει τίποτε άλλο.
Σπίτια, γραφεία, κότερα, Φιλιππινέζες, είναι στο όνομα της ναυτιλιακής, που βάσει του νόμου δεν δίνει καμία άλλη φορολόγηση. Το χειρότερο είναι πως ο νόμος αυτός είναι συνδεδεμένος με το άρθρο 107 του ελληνικού Συντάγματος και δεν μπορεί ν’ αλλάξει, όπως και ο νόμος περί ευθύνης υπουργών, παρά μόνο με αναθεώρηση του Συντάγματος.
Το επιχείρημα γι’ αυτό το καθεστώς είναι πως, αν αλλάξει, τα πλοία θα εγκαταλείψουν την ελληνική σημαία. Η ελληνική σημαία φέρνει στην Ελλάδα περί τα 12 δισ., υποστηρίζουν οι εφοπλιστές. Το συνάλλαγμα, όμως, αυτό στην πραγματικότητα δεν έχει καμιά συνεισφορά στο κράτος, αφού δεν πάει στο κοινωνικό σύνολο, αλλά σε τραπεζικούς λογαριασμούς. Το 45%, μάλιστα, επιστρέφει και πάλι στο εξωτερικό με διάφορες δικαιολογίες.
Από την άλλη μεριά, η ελληνική σημαία δίνει στα πλοία που την έχουν μια σειρά από πλεονεκτήματα. Το ελληνικό κράτος διαπραγματεύεται στην Ευρώπη υπέρ των εφοπλιστών και οποιαδήποτε προβλήματα στο εξωτερικό αντιμετωπίζονται από ένα εκτεταμένο δίκτυο ακολούθων στις πρεσβείες που έχει γίνει και διατηρείται μόνο γι’ αυτόν το σκοπό. Το δε επιχείρημα πως τα πλοία ελληνικής σημαίας έχουν ελληνικά πληρώματα είναι ένας ακόμη μύθος. Πέντε Έλληνες ναυτικοί είναι ο επιβαλλόμενος αριθμός Ελλήνων ναυτικών για το καθένα από τα 800 πλοία. Σε αντάλλαγμα, οι κιμπάρηδες, στα περιοδικά lifestyle και μόνο, εφοπλιστές δίνουν στο ελληνικό κράτος, με βάση τον προϋπολογισμό, 12 εκατομμύρια ευρώ για τα πλοία και 280 εκατομμύρια για όλες τις ναυτιλιακές τους δραστηριότητες. Λιγότερα δηλαδή από το Μπραχάμι.
Όσοι κυβερνώντες ανησυχούν, λοιπόν, για την ελληνική οικονομία είναι προφανές ότι κοιτούν τον λουόμενο στην παραλία, αλλά χάνουν το πλοίο. Και όταν μιλούν για σταυρό, εννοούν αυτόν στον οποίο υποκριτικά και ανταποδοτικά σταυροκοπιούνται και όχι αυτόν στον οποίο σταυρώνουν.