Από τη στήλη "Γράμματα στην κόρη μου", περιοδικό ΜΟΝΟ
Αγαπημένη μου Βέρα,
Μύρισε καλοκαιράκι, αν κι ο τρόπος που το υποδέχεστε εσείς οι έφηβοι- διάβασμα, εξετάσεις, άγχος- δεν είναι ο καλύτερος. Αλλά κι εμείς οι ενήλικοι δεν πάμε πίσω. Ίσως να είμαστε και σε χειρότερη μοίρα από σας. Υποδεχόμαστε το καλοκαίρι με εκλογές. «Έχεις τίποτα με τις εκλογές;» θα με ρωτήσεις, μια και την όλη διαδικασία, στα 13 χρόνια τη ζωής σου, την έχεις ζήσει αρκετές φορές σαν κάτι μεταξύ γιορτής και παιχνιδιού. Κάθε άλλο. Μακάρι να γίνονταν κάθε χρόνο εκλογές. Αλλά, όπως θα έχεις κι εσύ αντιληφθεί, αυτές οι εκλογές δεν είναι σαν τις άλλες. Αν πιστέψουμε τον τρόπο που θέτουν το ζήτημα αρκετοί πολιτικοί, αλλά και πολλοί από τους Ευρωπαίους φίλους μας που παρακολουθούν με αδιακρισία την πολιτική μας ζωή, σ’ αυτές τις εκλογές αποφασίζουμε περίπου για τον οικονομικό θάνατο της χώρας ή την επιβίωσή της. Κάπως έτσι δεν μεταφράζουν το δίλημμα «ευρώ ή δραχμή»;
Εδώ, Βέρα μου, μπερδεύεται αρκετά η μεταφυσική, που σε απασχολεί βασανιστικά, όπως και κάθε παιδί της ηλικίας σου. Όταν περνούμε από νεκροταφείο αποστρέφεις το βλέμμα, ή σαρκάζεις μ’ ένα ανατριχιαστικό επιφώνημα: «μπρρρρρρρ…» Η γοητεία που ασκούν πάνω στα παιδιά της ηλικίας σου τα βαμπιρικά ρομάντσα τύπου «Έκλειψη» που είναι της μόδας υποδηλώνει την προτίμησή σου στην αθανασία. Τις προάλλες είδαμε μαζί το Dark Shadows του Τιμ Μπάρτον – για μένα ήταν σκέτη απογοήτευση- με τον Τζόνι Ντεπ μεταμορφωμένο σε βαμπίρ που ξυπνάει μετά 200 χρόνια, στη δεκαετία του ’70. Αλλά είναι ένα βαμπίρ με λεφτά. Πολλά λεφτά. Τα οποία χρησιμοποιεί για να αποκαταστήσει οικονομικά τους απογόνους του. Σε τι νόμισμα είχε φυλάξει τις θηριώδεις αποταμιεύσεις του ο νεκροζώντανος, δεν μας το διευκρινίζει ο Μπάρτον. Ας υποθέσουμε ότι ήταν δολάριο.
Αλήθεια, ποιο είναι το νόμισμα στον κόσμο των νεκρών; Έχεις ήδη μάθει, Βέρα μου, πως από τα αρχαία χρόνια οι άνθρωποι έβαζαν ένα νόμισμα στο στόμα του νεκρού, τον οβολό. Ήταν ο ναύλος για να τον περάσει ο Χάρος στον άλλο κόσμο. Δηλαδή, τζάμπα ούτε να πεθάνει δεν μπορούσε κανείς. Τι τους έκανε ο Χάρος τους οβολούς, τώρα, είναι άλλο ζήτημα. Υποθέτουμε, πάντως, ότι η ζωή μετά θάνατον στον κόσμο των αρχαίων στηριζόταν σε κάποιας μορφής χρηματικές συναλλαγές.
Επειδή, λοιπόν, Βέρα μου, στις εκλογές που έρχονται υποτίθεται ότι παίζονται η ζωή και ο θάνατος της χώρας, υποθέτουμε ότι μέχρι τώρα η χώρα ζούσε χάρη στο αίμα που κυλούσε στις φλέβες της, μόνο που αντί αιμοσφαιρίων αποτελούνταν από ευρώ. Κατά την άποψη αυτή, το καύσιμο, το οξυγόνο, η κινητήρια δύναμη μιας κοινωνίας, δεν είναι ο πλούτος της, οι φυσικοί και οι ανθρώπινοι πόροι της, ο μόχθος των ανθρώπων, οι ικανότητες, οι γνώσεις, οι δεξιότητές τους, η εργασία τους, αλλά το νόμισμα με το οποίο όλα αυτά αποτιμώνται. Άρα, αν χάσουμε το ευρώ, πάπαλα. Κάπως έτσι δεν μας τα λένε;
Επειδή, Βέρα μου, ανακάλυψα ότι το δίλημμα που έφτασε στ’ αυτιά σου εδώ και πολύ και καιρό σε ώθησε να κάνει εκτενείς «ανασκαφές» στα συρτάρια και τα ντουλάπια με παλιά πράγματα, σε πληροφορώ ότι οι δραχμές που ανέσυρες απ’ τον τάφο τους δεν μας είναι χρήσιμες. Αν συμβεί αυτό που οι κοινωνικοί και πολιτικοί τρομοκράτες αποκαλούν οικονομικό θάνατο της χώρας, κάποιο άλλο νόμισμα θα βρεθεί για τις συναλλαγές μας. Ακόμη κι αν το λέμε δραχμή, μνα ή τάλαντο, η «τιμή» του θα ενσωματώνει δεκάδες σύνθετα πράγματα: από το πώς αμείβεται η εργασία των ανθρώπων, μέχρι το τι δύναμη έχει η χώρα στον κόσμο. Πάντως, είναι ψέματα ότι η ζωή τελειώνει με το ευρώ. Αυτό μπορώ να σου πω με βεβαιότητα ότι είναι μια ανοησία, χειρότερη κι απ’ το παραμύθι της Κόλασης. Η χώρα ζούσε στο μεταίχμιο πραγματικής και πλασματικής ευημερίας και προ ευρώ. Οι άνθρωποι αμείβονταν άδικα και άνισα και με δραχμές. Κι άλλοι πλούτιζαν με τη δουλειά των άλλων πάλι με δραχμές. Οι κρατικοί αξιωματούχοι έπαιρναν μίζες σε δραχμές. Και κρατικοί λειτουργοί υπέκυπταν στον πειρασμό μιας δεσμίδας πεντοχίλιαρων- σε δραχμές. Δηλαδή, ό,τι συνέβαινε και με το ευρώ.
Εν ολίγοις, αγαπημένη μου Βέρα, το πρόβλημα με τη ζωή μετά το ευρώ, αν υπάρξει, δεν είναι το με ποιο νόμισμα θα ξαναστήσουμε τη βαμπιρική, νεκροζώντανη κατάσταση στην οποία μας έφερε- μεταξύ άλλων- και το ευρώ. Αλλά αν θα αποκαταστήσουμε τη ζωή στο σύνολό της. Κι αυτό, σε διαβεβαιώνω, μπορεί να γίνει και χωρίς κανένα νόμισμα. Πώς θα σου φαινόταν, για παράδειγμα, αν μετρούσαμε την παραγωγή, τον κοινωνικό πλούτο και την απόλαυση που αντλούμε απ’ αυτά με αριθμό χαμόγελων στα πρόσωπα των ανθρώπων; Ή ακόμη- για το κάνουμε καλοκαιρινό- με μπάλες παγωτού;