Φιιιου, μπιαου, τσουββ, κλακ, μπριμ-μπριμ! Νιαριαουεκ, πριτς-προυτς, τας, τσικλαλακ, πυξλαξ, τσγιπρογκοφφφ... (Οι ήχοι που κάνει η μηχανή του χρόνου καθώς διαρρηγνύει τα πέπλα της χωροχρονικής ψευδαίσθησης).
Αγαπητοί φίλοι, ο Γελωτοποιός επέστρεψε από τη σκοτεινή περίοδο του Μεσαίωνα. Όχι δριμύτερος, μάλλον μελαγχολικότερος, αλλά θα προσπαθήσει να το διαχειριστεί χωρίς να πέσει με τα μούτρα στα λεξοτανίλ. Θα σας μεταφέρει όσα ακριβώς είδε και έζησε για να καταλάβετε πόσο τυχεροί είμαστε που ζούμε στο 21ο αιώνα του διαφωτισμού και της προόδου.
Ας αρχίσουμε απ’ το κεφάλι (απ’ όπου συνήθως βρωμάει το ψάρι): Στο Μεσαίωνα οι αυτοκράτορες και οι βασιλείς έκαναν ό,τι ήθελαν, χωρίς να ελέγχονται από κανέναν. Αν ήθελαν να βάλουν φόρους, έβαζαν. Αν ήθελαν να κάνουν πόλεμο, έκαναν. Αν ήθελαν να καταχραστούν το δημόσιο χρήμα για να χτίσουν παλάτια και ν’ αγοράσουν κοσμήματα, το καταχράζονταν. Περιστοιχίζονταν από διεφθαρμένους αυλοκόλακες και αξιωματούχους, οι οποίοι ήταν παντελώς άχρηστοι και ανίκανοι, αλλά κατείχαν σπουδαίες θέσεις και αξιώματα. Όλοι οι παλατιανοί ζούσαν μέσα στη χλιδή απομυζώντας τους καρπούς του μόχθου των λαϊκών. Παραδόξως ο λαός τους δόξαζε και προσευχόταν κάθε βράδυ να τους έχει ο Θεός καλά –για να συνεχίσουν το μεγαλειώδες έργο τους.
Οι επόμενοι στην ιεραρχία ήταν οι ιεράρχες, οι οποίοι είχαν επίσης αμύθητους θησαυρούς στα «φτωχικά» κελιά τους. Φορώντας τα χρυσά τους άμφια δόξαζαν τον ξυπόλητο Ιησού και έστελναν στην πυρά όποιον τολμούσε να αμφισβητήσει τις δοξασίες τους –αλλόθρησκους, αιρετικούς, δογματικούς, άθεους, αμφισβητίες και μάγισσες.
Ο στρατός ήταν πολλές φορές πιο ισχυρός από τους προηγούμενους. Έλεγχε με απίστευτη σκληρότητα τις εξεγέρσεις στα ιπποδρόμια και παλούκωνε τους εχθρούς της αυτοκρατορίας. Ο λαός ευχαρίστως άφηνε τα κτήματα του και την οικογένεια του και έτρεχε στους Ιερούς Τόπους για να τιμήσει το Λόγο του ενός και μοναδικού Θεού, σφάζοντας τους βάρβαρους και απολίτιστους Άραβες (και αυτοί με τη σειρά τους ανταπέδιδαν τα ίσα, για να τιμήσουν το Λόγο του ενός και μοναδικού Θεού). Ο πόλεμος ήταν πολύ «αιματοβαμμένος». Δεν υπήρχαν ατομικές βόμβες ούτε πύραυλοι εδάφους-εδάφους ούτε καν έξυπνες βόμβες εμπλουτισμένες με ουράνιο. Οι στρατιώτες πολεμούσαν εκ του σύνεγγυς και ως εκ τούτου έπρεπε να έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο με τους ανθρώπους που σκοτώνανε.
Οι λόγιοι και οι καλλιτέχνες ήταν –τις περισσότερες φορές- τσιράκια των αυτοκρατόρων, των ηγεμόνων και των πλουσίων. Όσοι ερχόντουσαν σε ρήξη με κάποιον από αυτούς είτε δεν μπορούσαν να επιβιώσουν είτε δολοφονούνταν είτε καίγονταν τελετουργικά στην πυρά.
Ο λαός ζούσε σε απόλυτη φτώχεια. Δεν είχε ηλεκτρικό ρεύμα, δεν είχε αυτοκίνητο, δεν είχε κατεψυγμένα γεύματα, δεν πήγαινε διακοπές, δούλευε όλη μέρα για να πληρώνει τους φόρους που ζητούσαν οι αυτοκράτορες και δεν είχε κανένα απολύτως δικαίωμα. Άλλοι αποφάσιζαν γι’ αυτόν... Αλλά συνέχιζε να προσεύχεται κάθε βράδυ να έχει ο Θεός καλά τους αυτοκράτορες, τους βασιλιάδες και τους ηγεμόνες.
Οι άνθρωποι ήταν θρησκόληπτοι και ξενόφοβοι. Ακραία εθνικιστές, πολλοί από αυτούς δε φαντάζονταν καν ότι υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι πάνω στον πλανήτη. Αν –παρ’ ελπίδα- έβρισκαν μαύρους, τους συμπεριφέρονταν όπως στα ζώα: Τους έβριζαν, τους ξυλοφόρτωναν, τους χρησιμοποιούσαν ως δούλους και μπορούσαν να τους σκοτώνουν χωρίς να χρειάζεται να απολογηθούν σε κανέναν.
Οι γυναίκες -πέρα από τις αυτοκράτειρες, τις παλλακίδες και τις εταίρες- δεν είχαν δεύτερο φουστάνι να φορέσουν –και αυτό έπρεπε να το ράψουν μόνες τους.
Νοσοκομεία δεν υπήρχαν. Οι λαϊκοί αρρώσταιναν και πέθαιναν χωρίς να μπορούν να πάρουν φάρμακα.
Μόνο οι πλούσιοι μπορούσαν να μορφωθούν και να διαβάσουν βιβλία. Οι υπόλοιποι ήταν άξεστοι και αδαείς και ενδιαφερόντουσαν μόνο για τον ιππόδρομο και τα αθλήματα.
Δεν υπήρχαν χλωριούχοι υδρογονάνθρακες, ντι-ντι-τι, αλντρίν, αλκύλια, παραθείο και λοιπά εντομοκτόνα, ούτε αυξητικές ορμόνες, χημικά λιπάσματα, γενετικά τροποποιημένοι σπόροι και τεχνητά ενισχυμένες ζωοτροφές. Τα φρούτα, τα λαχανικά και τα δημητριακά, ήταν καχεκτικά και θαμπά –γεμάτα τσιμπήματα από έντομα, ενώ το κρέας ήταν μια εποχιακή και εορταστική συνήθεια.
Δεν υπήρχαν πυρηνικά εργοστάσια ούτε τσιγάρα!
Δεν υπήρχε εξωσωματική γονιμοποίηση. Οι άντρες και οι γυναίκες ήταν υπερβολικά γόνιμοι και κάθε ζευγάρι είχε αναρίθμητα παιδιά που τους ζάλιζαν με τα γέλια τους.
Δεν υπήρχε ίντερνετ! Οι άνθρωποι συνήθιζαν να συναναστρέφονται (in vivo και όχι in vitro) ο ένας τον άλλον, ακόμα και αν δεν είχαν ίδια γούστα στη μουσική.
Δεν υπήρχε τηλεόραση ούτε ενισχυμένο σκυρόδεμα (το γνωστό μπετόν). Δεν υπήρχε πλαστικό: Οι άνθρωποι ήταν αναγκασμένοι να χρησιμοποιούν ξανά και ξανά τα ίδια πήλινα ή ξύλινα σκεύη, τα οποία μετά από μερικά χρόνια καταστρέφονταν. Δεν υπήρχε πετρέλαιο, φυσικό αέριο και κλιματιστικά.
Δεν υπήρχαν πολυκαταστήματα ούτε σούπερ-μάρκετ. Δεν υπήρχε καν η έννοια της «ελεύθερης αγοράς».
Δεν υπήρχαν αγχολυτικά τρίτης γενιάς ούτε ηρωίνη ή «άλατα μπάνιου». Μόνη τους διέξοδος ήταν το κρασί, η μπύρα, η κάνναβη -και τα αμανίτα μουσκάρια στα βόρεια κλίματα.
Δεν υπήρχαν καθρέφτες ούτε διαιτολόγοι. Δεν υπήρχαν μοντέλα για να μαθαίνουν οι γυναίκες –και οι άντρες- τις τέλειες αναλογίες. Ωραία γυναίκα (ή αντίστοιχα άντρας) ήταν η υγιής γυναίκα (άντρας).
Δεν υπήρχαν πάρκα ούτε προστατευόμενες περιοχές ούτε παραλίες με γαλάζιες σημαίες και πλαστικές ξαπλώστρες. Δεν υπήρχαν ζώα που να προστατεύονται –για να μην εξαφανιστούν- ούτε η Γκρίνπις ή η WWF. Δε γίνονταν φιλανθρωπικές συναυλίες για τα παιδιά της Αιθιοπίας. Δεν νοιάζονταν για τους πάγους των πόλων που λιώνουν ούτε ενδιαφέρονταν για το φαινόμενο του θερμοκηπίου.
Δεν υπήρχαν τα βραβεία Γκράμι ούτε και τάλεντ-σόου. Δεν υπήρχαν εφημερίδες ούτε ταμπλόιντς: Οι άνθρωποι κουτσομπολεύανε τους γείτονες τους. Δεν υπήρχαν πλαστικά παιχνίδια (made in China). Τα παιδιά ήταν αναγκασμένα να φτιάχνουν μόνα τα παιχνίδια τους ή να παίζουν ελεύθερα στη φύση.
Δεν υπήρχε δημοκρατία!
Θα μπορούσα να σας δώσω πολλά ακόμα παραδείγματα, αλλά πιστεύω ότι θα έχετε ήδη πειστεί ότι ζούμε στον καλύτερο δυνατό κόσμο –την καλύτερη δυνατή εποχή. Αν ο Γελωτοποιός βρει τρόπο να αντιμετωπίσει τη συχνοουρία που συνοδεύει τα ταξίδια στο χρόνο θα πάει την επόμενη φορά στην τόσο υπερεκτιμημένη «Αθηναϊκή Δημοκρατία» για να σας μεταφέρει τις εμπειρίες του. Μέχρι τότε συνεχίστε να απολαμβάνετε τα πλεονεκτήματα του σύγχρονου κόσμου.