«Όπου η πολιτεία δεν εφαρμόζει το νόμο, θα υπάρχει ένας χρυσαυγίτης για να προστατεύσει τον Έλληνα». Τάδε έφη ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής Γ. Γερμενής – ή Καιάδας. Μια συμμορία «κοινωνός» των απόψεων της Χρυσής Αυγής μαχαίρωσε έναν Έλληνα ταξιτζή, επειδή πήγε να κουρευτεί σε κουρείο με Πακιστανό ιδιοκτήτη, τον οποίο επιπλέον... υπερασπίστηκε. Στη Γερμανία ομοϊδεάτες του βουλευτή ξυλοκόπησαν Έλληνες εφημεριδοπώλες κατά το πρότυπο της... Ραφήνας.
Προφανώς λοιπόν ούτε οι Έλληνες είναι προστατευμένοι από τις αφιονισμένες νεοναζιστικές συμμορίες, οι οποίες απλώνονται σαν επιδημία σε όλη τη χώρα. Όπως άλλωστε δεν ήταν οι Γερμανοί προστατευμένοι από τον γερμανικό ναζισμό ούτε οι Ιταλοί από τον ιταλικό φασισμό.
Πολύς ο λόγος τελευταία – και δικαιολογημένα – για τους Καιάδες, τους Καραϊσκάκηδες και ολόκληρη τη συνομοταξία των ανερχόμενων νεοναζιστών, οι οποίοι στις δημοσκοπήσεις είναι ήδη τρίτο κόμμα περνώντας πάνω από το ψυχορραγούν ΠΑΣΟΚ.
Όμως, όσο η Χρυσή Αυγή σπάει το ένα δημοσκοπικό ρεκόρ μετά το άλλο, δύο πολύ ενδιαφέρουσες τάσεις παρατηρούνται μεταξύ αυτών που επιθυμούν ή απλώς φαντασιώνονται τη συρρίκνωση και την επαναφορά της στα «ιστορικά» της επίπεδα – κάπου δηλαδή κοντά στο μηδέν τοις εκατό:
● Οι ανόητοι.
● Οι άσχετοι.
Προς το παρόν μειοψηφική είναι η προσέγγιση όσων επιχειρούν να εντάξουν το φαινόμενο αυτό σε μια στοιχειωδώς ορθολογική βάση.
Από την άλλη πλευρά, δύο είναι χοντρικά οι κύριες τάσεις που παρατηρούνται μεταξύ αυτών που βλέπουν την άνοδο της Χρυσής Αυγής με ικανοποίηση:
● Οι υπάλληλοι της τρόικας.
● Οι επικίνδυνοι αγύρτες.
Και, τέλος, υπάρχει μια ακόμη κατηγορία, αγνώστων προθέσεων, αλλά προφανούς προσέγγισης: οι «ποιούμενοι την νήσσαν», οι οποίοι:
● Αφενός τη γλείφουν εμμέσως με επιχειρήματα του είδους «η Χρυσή Αυγή ανησυχεί την τρόικα, άρα όλο και κάτι θα μας δώσει για να αποφύγει ανεπιθύμητες πολιτικές εξελίξεις». Κάπως έτσι υποδεικνύουν στον μέσο πολίτη πως ο νεοναζισμός είναι το μόνο που έχει να φοβηθεί το σκυλολόι της τρόικας. Συνεπώς ας τους ψηφίσουμε για να «τρομάξουμε» τον... Σόιμπλε.
● Αφετέρου βολεύονται με μια υπενθύμιση του πόσο κακός υπήρξε ιστορικά ο ναζισμός και είναι εντάξει με τη δημοκρατική συνείδησή τους.
Ας δούμε όμως πρώτα τις κύριες κατηγορίες όσων στοιχούνται απέναντι ή δίπλα στη Χρυσή Αυγή – ή απλώς κρύβονται πίσω της επωφελούμενοι από την παρουσία της προκειμένου να επιτύχουν όχι πολιτικούς, αλλά προσωπικούς στόχους.
Αντίπαλοι της πλάκας
1. Στην κατηγορία αυτών που επιθυμούν την επανασυρρίκνωση της Χρυσής Αυγής έχει ενδιαφέρον η τάση αυτών που – προφανώς αποκομμένοι από κάθε είδους κοινωνική αναφορά, πλην των... στενών φίλων τους – πιστεύουν ότι ο χρυσαυγιτισμός είναι απλώς μια στρέβλωση. Ότι οι χρυσαυγίτες δεν είναι τίποτε άλλο από μια ομάδα ανεγκέφαλων μπράβων που δεν πρόκειται να μακροημερεύσει.
Θεωρούν δε ότι, αν οι αντίπαλοί τους – ποιοι ακριβώς; – μαζευτούν και πλακώσουν στα κλοτσίδια τους χρυσαυγίτες, θα τους εξαφανίσουν από προσώπου γης. Γελοία η προσέγγιση και παραπέμπει στο κλασικό αστειάκι της δεκαετίας του 1990 «ας φυσήξουμε όλοι μαζί για να φύγει το νέφος». Πρόκειται για την υποκατηγορία των ανοήτων.
2. Η δεύτερη υποκατηγορία, αυτή των άσχετων, περιορίζει το φαινόμενο στα μέτρα ποικίλων επιμέρους ιδεοληψιών.
Κατά την αντίληψή κάποιων, η επιβίωση και ανάπτυξη της Χρυσής Αυγής οφείλεται... μόνο στις εκλεκτικές συγγένειες και επιρροές της στην αστυνομία, στην πολιτική και ιδεολογική κάλυψη από ΜΜΕ, συγκυβέρνηση και τρόικα και στη χρησιμότητα του νεοναζιστικού σχηματισμού για την καταστολή απεργιών, λαϊκών κινητοποιήσεων, μεταναστών και της Αριστεράς εν συνόλω.
Κατ' άλλους ο φασισμός είναι μια εδραία αντίληψη, βαθιά ριζωμένη στην ελληνική οικογένεια, την Εκκλησία, την εθνικιστική αντίληψη περί εθνικών ζητημάτων (στην οποία παρεμπιπτόντως χρεώνουν κάθε άποψη αποκλίνουσα από τον ευρωλιγουρισμό και τον νεφελώδη «διεθνισμό» τους). Και απλώς τώρα βρήκε την ευκαιρία να αναδυθεί.
Κανείς φυσικά δεν αμφιβάλλει για το ότι υπάρχουν πάμπολλοι απόγονοι ταγματασφαλιτών, γερμανοντυμένων, ακροδεξιών και άλλων παρόμοιων φρούτων, οι οποίοι έζησαν επί δεκαετίες πλήρως ενταγμένοι στη μεγάλη και μέχρι πρότινος ενιαία παράταξη της Δεξιάς – και όχι μόνο αυτής. Απλώς η προσέγγιση περί «οικογενειακής ευθύνης» είναι παιδαριώδης.
Η άποψη πολλών από τους παραπάνω αγνοεί το οξύτατο μεταναστευτικό πρόβλημα, τη διάλυση του κράτους, την εξαφάνιση του κοινωνικού κράτους, τη φτώχεια και την απόγνωση, την απότομη και ταχύτατη εξαθλίωση μεγάλων κοινωνικών τμημάτων, την αποστέρηση ή / και παράδοση της εθνικής κυριαρχίας, η οποία συνεπάγεται τη βάναυση προσβολή της εθνικής αξιοπρέπειας, τα εγκαταλελειμμένα εθνικά ζητήματα, την περιστολή της δημοκρατίας και τόσες άλλες συνέπειες των μνημονίων.
Παράλληλα λησμονούν την πλήρη απογοήτευση, την έλλειψη προοπτικής, την ανεργία, τον βίαιο εξαναγκασμό σε μετανάστευση, την αδυναμία πρόσβασης σε παροχές υγείας και παιδείας, την αδυναμία εκπλήρωσης στοιχειωδών υποχρεώσεων και αναγκών.
Ξεχνούν το αντιπολιτικό μένος που γεννά η πολιτική χρεοκοπία: από τη μια η οικειοθελής παράδοση του συστήματος εξουσίας στους δανειστές και ο αυτοεξευτελισμός του και, από την άλλη, η αδυναμία συγκρότησης ενός αξιόπιστου σχεδίου εξόδου από την κρίση ή, έστω, ανάσχεσης της μνημονιακής λαίλαπας, η οποία εξελίσσεται σε πραγματικό εφιάλτη.
Έτσι ο καθένας προτάσσει την ιδεολογική του εμμονή, περιορίζοντας στον προσωπικό ή στενά κομματικό ή σεκταριστικό μικρόκοσμό του ένα φαινόμενο το οποίο αποτελεί γέννημα μιας ακραίας και τρομακτικά βίαιης επίθεσης εναντίον μιας κοινωνίας με πολλά μεν και πολλάκις διαπιστωμένα... κουσούρια, αλλά ευρισκόμενης κυριολεκτικά στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Το μερικό δίκαιο των επιμέρους προσεγγίσεων χάνεται στο δάσος μιας χαώδους πολιτικής και κοινωνικής διάλυσης.
Οι «αγωγοί» του φασισμού
Στην ευρεία κατηγορία αυτών που με διαφόρους τρόπους επιχειρούν να προσεταιριστούν τον χρυσαυγιτισμό θα συναντήσουμε κυρίως:
1. Πολιτικούς απολογητές των μνημονίων που βρήκαν ένα αντιπολιτικό «αντίδοτο» στην ενδεχόμενη πολιτικοποίηση της λαϊκής απόγνωσης. Στην περίπτωσή τους ευδοκιμεί η κυβερνητική θεωρία περί «δύο άκρων», την οποία επισήμως πλασάρει η κυβέρνηση διά του υπουργού Δημόσιας Τάξης προκειμένου να απαγορεύσει ακόμη και τις διαδηλώσεις.
Συνήθως όμως όσοι αποσκοπούν στο να εντάξουν στον πρόσκαιρο πολιτικό σχεδιασμό τους το μεοναζιστικό «θηρίο» λησμονούν ότι δεν νοείται εργαλειακή χρήση του ναζισμού.
Αν επιχειρήσεις μια τέτοιου είδους ανοησία, το μόνο που μπορεί να επιτύχεις είναι να το «ξεπλύνεις» από τη θηριωδία του, να του παράσχεις πολιτική νομιμοποίηση και εν συνεχεία η μόνη λογική προσδοκία σου είναι να περιμένεις να κατασπαράξει κι εσένα τον ίδιο. Ίσως και πρώτο στη σειρά. Η ιστορική πείρα του Μεσοπολέμου είναι διαθέσιμη για προβληματισμό όσων ανήκουν σε αυτή την κατηγορία.
2. Παραδοσιακούς απατεώνες, έκπαλαι ενταγμένους σε ισχυρούς θυλάκους στο σύστημα εξουσίας, με ή χωρίς φασιστικές αντιλήψεις, οι οποίοι, στερημένοι από τη νόμιμη πρόσβαση στους κήπους και τα ωφελήματα της εξουσίας μέσω των κομμάτων που επί δεκαετίες τη νέμονταν, διεκδικούν τη διά της βίας επανάκτησή της.
3. Συμβεβλημένους με την τρόικα δημοσιογράφους και συγκροτήματα ΜΜΕ, οι οποίοι προθύμως αναλαμβάνουν τη βρόμικη δουλειά. Πρόκειται για τους κράχτες οι οποίοι συστηματικά προωθούν τη θεωρία των «δύο άκρων» προκειμένου να διευκολύνουν την απαξίωση κυρίως της Αριστεράς. Όποιος όμως πρόσκαιρα επενδύει στο χάος, στο όνομα βραχυπρόθεσμων επιχειρηματικών συμφερόντων, σύντομα θα αναγκαστεί να θυμηθεί την κλασική παροιμία «όποιος σπέρνει ανέμους θερίζει θύελλες».
4. Μεμονωμένους αγύρτες, οι οποίοι βλέπουν στον νεοναζισμό έναν απροσδόκητο εν δυνάμει σύμμαχο, τον οποίον επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν ως γεμάτο «πιστόλι» εναντίον όποιου – κυρίως θεσμικού παράγοντα – επιχειρήσει να στραφεί εναντίον τους.
5. Πανικόβλητους κάθε ιδιότητας, οι οποίοι θεωρούν βλακωδώς ότι, αν το βουλώσουν, θα αποτρέψουν τη στοχοποίησή τους. Πιθανότατα ξεχνούν ότι ο φασισμός δεν εξαιρεί κανέναν.
6. Τέλος, τους συνήθεις πολιτικά καθυστερημένους, οι οποίοι, με την ίδια λογική που κάποτε διεκδικούσαν το όποιο δίκιο τους με την απειλή «Θα σε βγάλω στα κανάλια», σήμερα προσφεύγουν στη νέα «μόδα»: «Τι να κάνω; Να φωνάξω τη Χρυσή Αυγή;».
Πάνω από όλα η δημοκρατία
Το χαρακτηριστικό αυτής της κρίσης – ακριβέστερα: του μοντέλου που κάποιοι επέλεξαν και κάποιοι συνεχίζουν να υπηρετούν για τη διαχείρισή της – είναι η συνεχής περιστολή όχι μόνο εισοδημάτων και εργασιακών ή άλλων δικαιωμάτων, όχι μόνο η μέχρις εξαφανίσεως μείωση της κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά και η σταδιακή περιστολή της ίδιας της δημοκρατίας.
Η χώρα κυβερνάται ήδη επί μια τριετία με συνεχείς παρακάμψεις ή εξευτελιστική χρήση των κανόνων της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, με τη λογική της «κατάστασης έκτακτης ανάγκης».
Διάφορα πολιτικά και δημοσιογραφικά απολειφάδια περιφέρονται στα σοκάκια της δημόσιας ζωής πλασάροντας «ιδέες» περί αναστολής βασικών κανόνων της δημοκρατίας επικαλούμενα πότε τον φόβο της χρεοκοπίας και της δραχμής και πότε την – κάθε φορά... τελευταία – προσπάθεια «να μείνει όρθια» μια χώρα η οποία γκρεμίζεται καθημερινά σε σωρούς ερειπίων στον βωμό εγκληματικών επιλογών, τις οποίες οι κύριοι αυτοί επέβαλαν.
Αυτές οι επιλογές είναι ο πρώτος και κύριος υπαίτιος για την απαξίωση της πολιτικής, για τη συκοφάντηση κάθε πολιτικής άποψης που παρεκκλίνει έστω και ελάχιστα από τη δική τους και των προϊσταμένων τους, για την ενοχοποίηση κάθε έννοιας δημοσίου παρότι οι ίδιοι επί δεκαετίες το λεηλατούσαν κατά τρόπο αισχρό, για τον εκχυδαϊσμό των θεσμών, την υποβάθμιση κάθε δημοκρατικού δικαιώματος, τη φασιστικοποίηση της καθημερινής ζωής.
Από την αρχή της κρίσης σημειώναμε με μεγάλη ένταση και επιμονή ότι η διαχείρισή της θα πρέπει να παραμείνει πολιτική προειδοποιώντας ότι κάθε παρέκκλιση από αυτήν την αρχή θα μας έφερνε με γοργά βήματα αντιμέτωπους με τη φασιστική απειλή.
Πριν από λίγες μέρες προειδοποιούσαμε ότι, αν θέλουμε να κερδίσουμε πάλι τη χώρα την οποία μας κλέβουν και μας καταστρέφουν, δεν μπορούμε να είμαστε «Ούτε γιουσουφάκια ούτε ναζιστές».
Τώρα μπορούμε να συμπληρώσουμε ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια να είμαστε και κάτι ακόμη: ανυποψίαστοι.
Ενώ η πολιτική ανεπάρκεια, η εθελοδουλία, η ηλιθιότητα, η ασχετοσύνη και ο καιροσκοπισμός πολλών και διαφόρων παραγόντων της πολιτικής, μιντιακής, επιχειρηματικής ζωής μας αποτελούν το χαλί πάνω στο οποίο πατάει ήδη το νεοναζιστικό θηρίο, ας θυμόμαστε πάντα ότι η αναχαίτιση της εξελισσόμενης καταστροφής είναι ο μόνος τρόπος να περισώσουμε την τραυματισμένη αλλά πολύτιμη δημοκρατία μας.
Όλα τα υπόλοιπα είναι λόγια του αέρα...