Ακόμα κι αν η αξία των δημοσκοπήσεων, ειδικά αυτής της μορφής, είναι σχετική, οι παραπάνω μετρήσεις απηχούν μια πραγματικότητα αδιανόητη για τους ευρωπαϊκούς λαούς πριν από μόλις μια πενταετία. Και αυτή δεν είναι άλλη από το γεγονός ότι το ευρωπαϊκό όνειρο εξελίσσεται, σταδιακά, σε εφιάλτη, κάτι που δεν χρειάζεται καν δημοσκοπήσεις για να το δει κανείς.
Εν τω μεταξύ, γύρω από την Ελλάδα επικρατεί μια πολύ παράξενη «σιωπή πριν την καταιγίδα». Στην Πορτογαλία και την Ισπανία οι άνθρωποι βγαίνουν κατά δεκάδες χιλιάδες στους δρόμους και η Γαλλία αναμένει μια μεγάλη γενική απεργία στις αρχές Οκτωβρίου, ενώ η Μαδρίτη τρέμει για το δανεισμό της αλλά και για το «μνημόνιο» που την περιμένει.
Την ίδια ώρα, στην Αυστρία, ο υφυπουργός Εξωτερικών εγκαλεί τον καγκελάριό του γιατί έχει, όπως λέει, εγκαταλείψει το στρατόπεδο των Γερμανών για να συνταχθεί με εκείνο των λαϊκιστών, υπό τη… Γαλλία. Ηταν η «απάντηση» του υφυπουργού στις δηλώσεις του αυστριακού καγκελάριου ο οποίος αποκάλεσε «τσαρλατάνους» όσους μιλούν για έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, αναφερόμενος στην αυστριακή δεξιά και όχι μόνον… Κι όλα αυτά, με τις «αγορές» να έχουν προς στιγμή σωπάσει: η επόμενη επίθεσή τους, απλώς αναμένεται…
Ετσι, οι προαναφερθείσες δημοσκοπήσεις δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να αντικατοπτρίζουν αυτό που όλα δείχνουν ότι συμβαίνει σήμερα στην «ενωμένη» Ευρώπη: ότι τόσο στην πραγματικότητα, όσο και στις συνειδήσεις μεγάλου μέρους των πολιτών της η «κοινή» Ευρώπη του ενιαίου νομίσματος, δείχνει πια να εξελίσσεται γρήγορα σε μια ατυχή ιστορική παρένθεση.
Πρόκειται για μια απολύτως λογική εξέλιξη, από την ώρα που οι εθνικές πολιτικές και οικονομικές ατζέντες έχουν αδήριτα κυριαρχήσει επί εκείνου που κάποτε ονομαζόταν «ευρωπαϊκή πολιτική». Οι άνθρωποι ακούν, βλέπουν, αντιλαμβάνονται, κρίνουν: ποιος ευρωπαίος πολίτης μπορεί σήμερα να πειστεί ότι υπάρχει επαρκής συνοχή στο κοινό οικοδόμημα; Ποιος πιστεύει ότι τα κράτη μέλη εργάζονται με εμπιστοσύνη μεταξύ τους και με αποτελεσματικότητα για έναν κοινό στόχο; Ποιος θεωρεί ότι η ένωση είναι αρκετά ισχυρή ώστε να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις; Το κυριότερο όλων, σε αδρές έστω γραμμές, ποιος αισθάνεται ότι τα συμφέροντα των ανθρώπων στο νότο ταυτίζονται πλέον με εκείνα των ανθρώπων στο βορρά; Αντίθετα, η κοινή πεποίθηση που εξαπλώνεται ταχύτατα ανάμεσα στους λαούς, είναι ότι όλη αυτή η περιπέτεια, θα βγει τελικά σε κακό, ανεξάρτητα από το ποιος «φταίει».
Αλλωστε, η κατάρρευση της εμπιστοσύνης έχει προχωρήσει τόσο πολύ, που το ποιος «φταίει» είναι ένα ερώτημα που δεν έχει πια και μεγάλη σημασία. Σημασία έχει ότι μια νέα αρνητική δυναμική έχει αναπτυχθεί κι αυτή δεν μαζεύεται πλέον σχεδόν με τίποτα.
Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες αντιμετώπισαν τους λαούς τους με τρόπο που δεν τους άξιζε: πίστευαν ότι όλος αυτός ο βομβαρδισμός με συγκρουσιακές εξελίξεις δεν θα είχε επίδραση πάνω τους – πιθανότατα δεν σκέφτηκαν καν το ενδεχόμενο του να έχει κάποια επίδραση. Με εγωισμό και με υπερφίαλη λογική, θεώρησαν ότι μπορούν να κλείνονται στα ατέρμονα ευρωπαϊκά συμβούλια ή τα Εurogroup σα να μην τους παρακολουθεί κανείς. Μετέτρεψαν μια βαθιά πολιτική, υπαρξιακή για την Ευρώπη διαδικασία, σε υπόθεση ενός μικρού συνόλου που πολύ περισσότερο θυμίζει τις διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις καγκελαρίες του 19ου αιώνα, παρά σε μια ένωση με ζώσα, προηγμένη δημοκρατία.
Ετσι σκότωσαν την εμπιστοσύνη. Και, τώρα, βλέπουν τι έχουν κάνει. Όμως, ίσως να είναι ήδη αργά για την ανάταξη. Τώρα, κανείς δεν πιστεύει πια κανέναν. Κι αυτή είναι η πραγματική κατάρρευση του κοινού ευρωπαϊκού ονείρου, το οποίο χτίστηκε ακριβώς σε δύο πυλώνες: στην υπέρβαση των εθνικών πολιτικών οι οποίες τώρα υπερισχύουν και πάλι και σε αυτή την εμπιστοσύνη, που δεν υπάρχει πια.