Η δολοφονία του πρέσβη των ΗΠΑ υπογραμμίζει το ρίσκο από την υποστήριξη των ισλαμιστών
Του Πετρου Παπακωνσταντινου
Αν ο συνταγματάρχης Καντάφι μπορούσε να παρακολουθήσει από μια γωνιά όσα συνέβησαν στη Βεγγάζη τη νύχτα της περασμένης Τρίτης, θα χαμογελούσε χαιρέκακα. Σε αυτή την πόλη, που πρώτη εξεγέρθηκε εναντίον του, στην πόλη για την προστασία της οποίας υποτίθεται ότι ξεκίνησε την πολεμική του εκστρατεία το ΝΑΤΟ, ένα εξαγριωμένο πλήθος ισλαμιστών σφυροκόπησε με χειροβομβίδες και αντιαρματικά βλήματα το αμερικανικό προξενείο, προτού δολοφονήσει τον πρεσβευτή Κρίστοφερ Στίβενς και άλλους τρεις Αμερικανούς πολίτες.
«Ειλικρινά, διερωτώμαι πώς μπορεί να συνέβη κάτι τέτοιο σε μια χώρα που τη βοηθήσαμε να ελευθερωθεί, σε μια πόλη που διασώσαμε από την καταστροφή», δήλωσε έκπληκτη η Χίλαρι Κλίντον. Πώς είναι δυνατόν οι μέχρι χθες «αγωνιστές της ελευθερίας» –με τους οποίους ο άτυχος Στίβενς είχε επαφές, ως εκπρόσωπος της υπερδύναμης, προτού ακόμη αλωθεί η Τρίπολη και λιντσαριστεί ο Καντάφι– να στραφούν με δολοφονική μανία εναντίον των προστατών τους;
Η αφορμή είναι γνωστή: Μια παιδαριώδης ταινία κάποιου Αιγύπτιου κόπτη, κατοίκου Αμερικής, που καθυβρίζει και βεβηλώνει τον Μωάμεθ προκαλεί νέο κύμα αντιδυτικής οργής από την Τυνησία και την Αίγυπτο μέχρι την Υεμένη και το Ιράν. Αλλος ένας κρίκος στην αλυσίδα των ταραχών που πυροδότησαν τα εμπρηστικά σκίτσα μιας δανικής εφημερίδας, το κάψιμο των Κορανίων από έναν φανατικό Αμερικανικό πάστορα και ανάλογο επεισόδιο σε αμερικανική βάση του Αφγανιστάν, θα μπορούσε να πει κανείς. Μόνο που πίσω από κάθε αφορμή υπάρχουν πολύ σοβαρότερες αιτίες.
Πρώτα απ’ όλα, στην ίδια τη Λιβύη. Δεν έχουν περάσει ούτε δύο μήνες από τότε που Αμερικανοί, Γάλλοι και Βρετανοί συνέχαιραν εαυτούς για τις πρώτες «δημοκρατικές» εκλογές στην «απελευθερωμένη» Λιβύη, που ανέδειξαν πρώτη δύναμη τον σχηματισμό του φιλοδυτικού Μαχμούντ Τζιμπρίλ. Οσοι είχαν στοιχειωδώς ρεαλιστική εικόνα των πραγμάτων επεσήμαιναν ότι πίσω από τη δημοκρατική της πρόσοψη, η Λιβύη βρισκόταν στο έλεος αλληλοσπαρασσόμενων παραστρατιωτικών οργανώσεων, με ισχυρό τον ρόλο των φανατικών ισλαμιστών, ακόμη και πυρήνων της Αλ Κάιντα. Προς απογοήτευση της Αμερικής, το λιβυκό κοινοβούλιο επέλεξε ως νέο πρωθυπουργό, ακριβώς την ημέρα της δολοφονίας του Στίβενς, όχι τον Τζιμπρίλ, αλλά τον φίλα προσκείμενο προς τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, Μουσταφά αλ Σακούρ.
Οσο και αν το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον εστιάστηκε στη Λιβύη, λόγω της δραματικότητας των γεγονότων, μεσοπρόθεσμα πολύ σοβαρότερο πρόβλημα για την Αμερική συνιστά η Αίγυπτος, η ναυαρχίδα του αραβικού κόσμου. Μόλις προ δεκαημέρου, η κυβέρνηση Ομπάμα υποσχέθηκε οικονομική βοήθεια στο Κάιρο, εκφράζοντας την πολιτική της υποστήριξη στον νέο, ισλαμιστή πρόεδρο της χώρας, Μοχάμεντ Μόρσι.
Ωστόσο, ήταν το κόμμα του Μόρσι, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, που κάλεσε τους πολίτες να ξανακατέβουν στην πλατεία Ταχρίρ για να διαδηλώσουν εναντίον της Αμερικής και της βεβήλωσης του Προφήτη, μετά την καθιερωμένη προσευχή της Παρασκευής. Αν έχεις τέτοιους συμμάχους, τι τους θέλεις τους εχθρούς;
Αμερικανοί αξιωματούχοι εκτιμούσαν πως η υπόθεση της προκλητικά αντιισλαμικής ταινίας μπορεί να ήταν μόνο το πρόσχημα και ότι οι επιθέσεις εναντίον των αμερικανικών διπλωματικών αποστολών στη Βεγγάζη και στο Κάιρο πιθανότατα είχαν σχεδιαστεί από την Αλ Κάιντα, ώστε να συμπέσουν με την επέτειο της 11ης Σεπτεμβρίου.
Είτε είναι έτσι είτε όχι, ο συμβολισμός διατηρεί τη δύναμή του: Εντεκα χρόνια μετά την κατάρρευση των Δίδυμων Πύργων, ο «πόλεμος των πολιτισμών» που ξεκίνησε ο Τζορτζ Μπους συνεχίζει να σιγοκαίει, στην εκπνοή της πρώτης θητείας του πολύ διαφορετικού διαδόχου του, Μπαράκ Ομπάμα.