O πόλεμος των κόσμων
του Γεράσιμου Χαριτόπουλου
Συνήθως ο χειμώνας προηγείται της άνοιξης. Στο μουσουλμανικό κόσμο, όμως, συνέβη κάπως ανάποδα η αλλαγή των εποχών. Την πολλά υποσχόμενη Αραβική Άνοιξη, κατά την οποία είδαμε, σε χώρες που δε γνώρισαν ποτέ αυτό που στη Δύση ξέρουμε ως δημοκρατία, εκατομμύρια να ξεσηκώνονται, να «σηκώνουν κεφάλι» απέναντι σε προαιώνιους, βαθιά ριζωμένους δικτάτορες, ακολουθεί, αυτές τις μέρες, ένας θεοκρατικός χειμώνας. Ένας χειμώνας αδιαλλαξίας, μισαλλοδοξίας, θρησκευτικού φανατισμού, αντιδυτικού παροξυσμού. Αφορμή, μια κινηματογραφική ταινία που παρουσίαζε τον προφήτη Μωάμεθ με τρόπο «προσβλητικό». Και με συνέπεια το θάνατο του Αμερικανού πρέσβη στη Λιβύη, την πολιορκία από θιγμένους πιστούς άλλων δυτικών πρεσβειών σε άλλες μουσουλμανικές χώρες, διαδηλώσεις, θανάτους, τραυματισμούς – το χάος.
Με όλα αυτά συνειδητοποιεί κανείς – όχι χωρίς μια κάποια «εθνική» υπερηφάνεια – ότι, με όλα τα στραβά του, ο δυτικός πολιτισμός θα ανεχτεί μερικούς «θεούσους» και «θεούσες» να διαδηλώνουν κραδαίνοντας σταυρούς έξω από κινηματογράφους που παίζουν τον «Τελευταίο Πειρασμό», όπως έγινε στην Ελλάδα με την προβολή της «βλάσφημης» ταινίας πριν αρκετά χρόνια – ανεβάζοντας τα ύψη τις πωλήσεις εισιτηρίων, βεβαίως – , αλλά μέχρις εκεί. Εφόσον μιλάμε για έναν πολιτισμό χτισμένο πάνω στο διπλό θεμέλιο φιλοσοφίας – μιας φιλοσοφίας που κάποια στιγμή ξεπέρασε τη «θεολογική» της φάση, επιτρέποντας στην ανθρώπινη σκέψη να επιβιώσει από το «θάνατο του Θεού» κατά τη ρήση του Νίτσε – και δημοκρατίας, που και οι δυο ανοίγουν, η κάθε μια με τον τρόπο της, δρόμους για κριτική, αμφισβήτηση και αυτοαμφισβήτηση, ανεκτικότητα και πλουραλισμό. Πάνω και πέρα από θέσφατα, ιερά βιβλία, θρησκευτικές παραδόσεις και φανατισμούς.
«Είμαστε ένας πλουραλιστικός πολιτισμός, διότι επιτρέπουμε να χτίζονται τζαμιά στη χώρα μας, και δεν μπορούμε να αλλάξουμε επειδή στην Καμπούλ φυλακίζουν τους χριστιανούς προπαγανδιστές. Αν το κάναμε, θα γινόμασταν κι εμείς Ταλιμπάν. Η παράμετρος της ανοχής της διαφορετικότητας είναι ασφαλώς μία από τις πιο ισχυρές και τις πιο αδιαμφισβήτητες και θεωρούμε τον πολιτισμό μας ώριμο, επειδή ξέρει να ανέχεται τη διαφορά, ενώ χαρακτηρίζουμε ως βαρβάρους αυτούς που ανήκουν στην ίδια μας την κουλτούρα και δεν ανέχονται τη διαφορά. Τελεία και παύλα. Αλλιώς θα ήταν σαν να αποφασίζουμε ότι, αφού σε κάποια γωνιά του πλανήτη υπάρχουν κανίβαλοι, εμείς θα πάμε να τους φάμε για να μάθουν», λέει ο Ουμπέρτο Έκο (στο Με το βήμα του κάβουρα, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2006, σελ. 326). Για να συνεχίσει υποστηρίζοντας ότι «είναι μεγάλη η σύγχυση στην υφήλιο. Την εποχή αυτή συμβαίνουν πολύ παράξενα πράγματα. Είναι λες και η υπεράσπιση των αξιών της Δύσης να έχει γίνει παντιέρα της Δεξιάς, ενώ η Αριστερά είναι συνήθως φιλοϊσλαμική» (σελ. 327).
Άραγε, η ανοχή της διαφορετικότητας, όσο αυτή μπορεί να υπερισχύσει της δυστυχώς έμφυτης στον άνθρωπο – όπως δείχνει η ανθρώπινη ιστορία μέχρι σήμερα – δυσανεξίας στο διαφορετικό, αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο του δυτικού πολιτισμού; “Το ερώτημα… «Μήπως είστε ευρωκεντρικός;» είναι ένα ευρωκεντρικό ερώτημα. Είναι ένα ερώτημα που είναι δυνατό στην Ευρώπη, αλλά δεν βλέπω κάποιον στην Τεχεράνη να ρωτάει τον αγιατολάχ Χομεϊνί αν είναι ιρανοκεντρικός ή ισλαμοκεντρικός”, έλεγε ο Κορνήλιος Καστοριάδης (σε συνέντευξη στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία, τιτλοφορημένη «Υπάρχουν πολιτισμοί πιο ίσοι από τους άλλους;» δημοσιευμένη στις 9 Ιανουαρίου 2000, σελ. 18), προκειμένου να τονίσει αυτή την, ας πούμε, ιδιαιτερότητα της Δύσης: την αναγνώριση της ίδιας ως ενός πολιτισμού ανάμεσα σε άλλους, του Χριστιανισμού ως μιας ακόμη θρησκείας ανάμεσα σε άλλες, του δυτικού ανθρώπου ως ενός απλού περαστικού στη μεγάλη, πολυσύχναστη λεωφόρο πολιτισμών του πλανήτη.
Βέβαια, δεν ήταν πάντα έτσι, αν θυμηθούμε την αιματηρή αποίκηση της Αμερικής, τις σταυροφορίες, την αποικιοκρατία σε κάθε γωνιά του πλανήτη, χίλια δυο άλλα, μελανά σημεία της ιστορίας του δυτικού πολιτισμού. Για να φτάσουμε στο σήμερα που, όπως έλεγε και ο Έκο, η ανοχή της μαντίλας, των τζαμιών, των αλλόθρησκων στη Γηραιά Ήπειρο έχει γίνει αντικείμενο διαξιφισμών, ένα μπαλάκι που πηγαινοέρχεται στην πολιτική σκηνή μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, με την πρώτη να υπερασπίζεται τους δυτικούς τρόπους ζωής και τη δεύτερη το δικαίωμα των μεταναστών από άλλες κουλτούρες και πολιτισμούς να ζουν στις χώρες υποδοχής τους όπως και στις πατρίδες τους.
Ασχέτως αν κανείς συμφωνεί με Έκο και Καστοριάδη, ασχέτως τι θέση παίρνει στην πολιτική αυτή διαμάχη γύρω από το πού πρέπει να μπουν τα όρια της ανεκτικότητας, της ανοχής στο διαφορετικό, γύρω από το πόσο διατεθειμένοι είμαστε, όσοι ζούμε στη Δύση, να αφομοιώσουμε ανοιχτά και χωρίς προκαταλήψεις ανθρώπους που πράγματι ποτέ δε γνώρισαν Αναγέννηση, Διαφωτισμό, επιστημονικές επαναστάσεις, δημοκρατία και φιλοσοφία όπως εμείς τις ξέρουμε – αλλά και Άουσβιτς, εθνοκαθάρσεις, φυλετικά γκέτο, για να τα λέμε όλα – δεχόμενοι τη διαφορετικότητά τους, τη σχετικότητα του δικού μας πολιτισμού, παραμένει το γεγονός ενός διχασμένου πλανήτη.
Πριν μερικά χρόνια ένας αμερικανός πολιτικός επιστήμονας, ο Samuel P. Huntington, βλέποντας αυτές τις διαχωριστικές γραμμές, χαραγμένες κυρίως πάνω σε θρησκευτικές βάσεις, είπε ότι μετά το άδοξο τέλος των ιδεολογιών στον 20ο αιώνα, μετά το ακόμα πιο άδοξο τέλος του Ψυχρού Πολέμου με την εκκωφαντική πτώση του Τείχους η ανθρωπότητα, προκειμένου να περάσει την ώρα της όπως της αρέσει και ξέρει καλύτερα, δηλαδή με αιματοχυσίες, θα επιστρέψει στις παλιές, «παραδοσιακές» διαχωριστικές της γραμμές, στα προπατορικά χαρακώματα των θρησκευτικών φανατισμών, των ιερών πολέμων. Και τα όσα βλέπουμε αυτό τον καιρό να διαδραματίζονται στις μουσουλμανικές χώρες τον επιβεβαιώνουν, με τον πιο άσχημο, πιο εξόφθαλμο τρόπο.
Μένει να δούμε, στη συνέχεια, αν το ανθρώπινο γένος, στην εποχή αυτή των νέων τεχνολογιών, της παγκοσμιοποίησης, μπορεί να βρει και άλλους τρόπους να περνά τον καιρό του απ’ το να επιστρέφει σε όσα φανατίζουν και να τους επιτρέπει να κυριαρχούν, αναιρώντας αιώνες προσπαθειών να γίνουμε, οι άνθρωποι, κάπως πιο ανθρώπινοι – ό,τι κι αν αυτό μπορεί να σημαίνει.
Συνήθως ο χειμώνας προηγείται της άνοιξης. Στο μουσουλμανικό κόσμο, όμως, συνέβη κάπως ανάποδα η αλλαγή των εποχών. Την πολλά υποσχόμενη Αραβική Άνοιξη, κατά την οποία είδαμε, σε χώρες που δε γνώρισαν ποτέ αυτό που στη Δύση ξέρουμε ως δημοκρατία, εκατομμύρια να ξεσηκώνονται, να «σηκώνουν κεφάλι» απέναντι σε προαιώνιους, βαθιά ριζωμένους δικτάτορες, ακολουθεί, αυτές τις μέρες, ένας θεοκρατικός χειμώνας. Ένας χειμώνας αδιαλλαξίας, μισαλλοδοξίας, θρησκευτικού φανατισμού, αντιδυτικού παροξυσμού. Αφορμή, μια κινηματογραφική ταινία που παρουσίαζε τον προφήτη Μωάμεθ με τρόπο «προσβλητικό». Και με συνέπεια το θάνατο του Αμερικανού πρέσβη στη Λιβύη, την πολιορκία από θιγμένους πιστούς άλλων δυτικών πρεσβειών σε άλλες μουσουλμανικές χώρες, διαδηλώσεις, θανάτους, τραυματισμούς – το χάος.
Με όλα αυτά συνειδητοποιεί κανείς – όχι χωρίς μια κάποια «εθνική» υπερηφάνεια – ότι, με όλα τα στραβά του, ο δυτικός πολιτισμός θα ανεχτεί μερικούς «θεούσους» και «θεούσες» να διαδηλώνουν κραδαίνοντας σταυρούς έξω από κινηματογράφους που παίζουν τον «Τελευταίο Πειρασμό», όπως έγινε στην Ελλάδα με την προβολή της «βλάσφημης» ταινίας πριν αρκετά χρόνια – ανεβάζοντας τα ύψη τις πωλήσεις εισιτηρίων, βεβαίως – , αλλά μέχρις εκεί. Εφόσον μιλάμε για έναν πολιτισμό χτισμένο πάνω στο διπλό θεμέλιο φιλοσοφίας – μιας φιλοσοφίας που κάποια στιγμή ξεπέρασε τη «θεολογική» της φάση, επιτρέποντας στην ανθρώπινη σκέψη να επιβιώσει από το «θάνατο του Θεού» κατά τη ρήση του Νίτσε – και δημοκρατίας, που και οι δυο ανοίγουν, η κάθε μια με τον τρόπο της, δρόμους για κριτική, αμφισβήτηση και αυτοαμφισβήτηση, ανεκτικότητα και πλουραλισμό. Πάνω και πέρα από θέσφατα, ιερά βιβλία, θρησκευτικές παραδόσεις και φανατισμούς.
«Είμαστε ένας πλουραλιστικός πολιτισμός, διότι επιτρέπουμε να χτίζονται τζαμιά στη χώρα μας, και δεν μπορούμε να αλλάξουμε επειδή στην Καμπούλ φυλακίζουν τους χριστιανούς προπαγανδιστές. Αν το κάναμε, θα γινόμασταν κι εμείς Ταλιμπάν. Η παράμετρος της ανοχής της διαφορετικότητας είναι ασφαλώς μία από τις πιο ισχυρές και τις πιο αδιαμφισβήτητες και θεωρούμε τον πολιτισμό μας ώριμο, επειδή ξέρει να ανέχεται τη διαφορά, ενώ χαρακτηρίζουμε ως βαρβάρους αυτούς που ανήκουν στην ίδια μας την κουλτούρα και δεν ανέχονται τη διαφορά. Τελεία και παύλα. Αλλιώς θα ήταν σαν να αποφασίζουμε ότι, αφού σε κάποια γωνιά του πλανήτη υπάρχουν κανίβαλοι, εμείς θα πάμε να τους φάμε για να μάθουν», λέει ο Ουμπέρτο Έκο (στο Με το βήμα του κάβουρα, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2006, σελ. 326). Για να συνεχίσει υποστηρίζοντας ότι «είναι μεγάλη η σύγχυση στην υφήλιο. Την εποχή αυτή συμβαίνουν πολύ παράξενα πράγματα. Είναι λες και η υπεράσπιση των αξιών της Δύσης να έχει γίνει παντιέρα της Δεξιάς, ενώ η Αριστερά είναι συνήθως φιλοϊσλαμική» (σελ. 327).
Άραγε, η ανοχή της διαφορετικότητας, όσο αυτή μπορεί να υπερισχύσει της δυστυχώς έμφυτης στον άνθρωπο – όπως δείχνει η ανθρώπινη ιστορία μέχρι σήμερα – δυσανεξίας στο διαφορετικό, αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο του δυτικού πολιτισμού; “Το ερώτημα… «Μήπως είστε ευρωκεντρικός;» είναι ένα ευρωκεντρικό ερώτημα. Είναι ένα ερώτημα που είναι δυνατό στην Ευρώπη, αλλά δεν βλέπω κάποιον στην Τεχεράνη να ρωτάει τον αγιατολάχ Χομεϊνί αν είναι ιρανοκεντρικός ή ισλαμοκεντρικός”, έλεγε ο Κορνήλιος Καστοριάδης (σε συνέντευξη στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία, τιτλοφορημένη «Υπάρχουν πολιτισμοί πιο ίσοι από τους άλλους;» δημοσιευμένη στις 9 Ιανουαρίου 2000, σελ. 18), προκειμένου να τονίσει αυτή την, ας πούμε, ιδιαιτερότητα της Δύσης: την αναγνώριση της ίδιας ως ενός πολιτισμού ανάμεσα σε άλλους, του Χριστιανισμού ως μιας ακόμη θρησκείας ανάμεσα σε άλλες, του δυτικού ανθρώπου ως ενός απλού περαστικού στη μεγάλη, πολυσύχναστη λεωφόρο πολιτισμών του πλανήτη.
Βέβαια, δεν ήταν πάντα έτσι, αν θυμηθούμε την αιματηρή αποίκηση της Αμερικής, τις σταυροφορίες, την αποικιοκρατία σε κάθε γωνιά του πλανήτη, χίλια δυο άλλα, μελανά σημεία της ιστορίας του δυτικού πολιτισμού. Για να φτάσουμε στο σήμερα που, όπως έλεγε και ο Έκο, η ανοχή της μαντίλας, των τζαμιών, των αλλόθρησκων στη Γηραιά Ήπειρο έχει γίνει αντικείμενο διαξιφισμών, ένα μπαλάκι που πηγαινοέρχεται στην πολιτική σκηνή μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, με την πρώτη να υπερασπίζεται τους δυτικούς τρόπους ζωής και τη δεύτερη το δικαίωμα των μεταναστών από άλλες κουλτούρες και πολιτισμούς να ζουν στις χώρες υποδοχής τους όπως και στις πατρίδες τους.
Ασχέτως αν κανείς συμφωνεί με Έκο και Καστοριάδη, ασχέτως τι θέση παίρνει στην πολιτική αυτή διαμάχη γύρω από το πού πρέπει να μπουν τα όρια της ανεκτικότητας, της ανοχής στο διαφορετικό, γύρω από το πόσο διατεθειμένοι είμαστε, όσοι ζούμε στη Δύση, να αφομοιώσουμε ανοιχτά και χωρίς προκαταλήψεις ανθρώπους που πράγματι ποτέ δε γνώρισαν Αναγέννηση, Διαφωτισμό, επιστημονικές επαναστάσεις, δημοκρατία και φιλοσοφία όπως εμείς τις ξέρουμε – αλλά και Άουσβιτς, εθνοκαθάρσεις, φυλετικά γκέτο, για να τα λέμε όλα – δεχόμενοι τη διαφορετικότητά τους, τη σχετικότητα του δικού μας πολιτισμού, παραμένει το γεγονός ενός διχασμένου πλανήτη.
Πριν μερικά χρόνια ένας αμερικανός πολιτικός επιστήμονας, ο Samuel P. Huntington, βλέποντας αυτές τις διαχωριστικές γραμμές, χαραγμένες κυρίως πάνω σε θρησκευτικές βάσεις, είπε ότι μετά το άδοξο τέλος των ιδεολογιών στον 20ο αιώνα, μετά το ακόμα πιο άδοξο τέλος του Ψυχρού Πολέμου με την εκκωφαντική πτώση του Τείχους η ανθρωπότητα, προκειμένου να περάσει την ώρα της όπως της αρέσει και ξέρει καλύτερα, δηλαδή με αιματοχυσίες, θα επιστρέψει στις παλιές, «παραδοσιακές» διαχωριστικές της γραμμές, στα προπατορικά χαρακώματα των θρησκευτικών φανατισμών, των ιερών πολέμων. Και τα όσα βλέπουμε αυτό τον καιρό να διαδραματίζονται στις μουσουλμανικές χώρες τον επιβεβαιώνουν, με τον πιο άσχημο, πιο εξόφθαλμο τρόπο.
Μένει να δούμε, στη συνέχεια, αν το ανθρώπινο γένος, στην εποχή αυτή των νέων τεχνολογιών, της παγκοσμιοποίησης, μπορεί να βρει και άλλους τρόπους να περνά τον καιρό του απ’ το να επιστρέφει σε όσα φανατίζουν και να τους επιτρέπει να κυριαρχούν, αναιρώντας αιώνες προσπαθειών να γίνουμε, οι άνθρωποι, κάπως πιο ανθρώπινοι – ό,τι κι αν αυτό μπορεί να σημαίνει.