Εντός του ευρώ, μα εκτός της Ευρώπης
Σπύρος Παπαγιάννης
Τελικά η βίαιη
πτωχοποίηση κοστίζει όχι μόνο για αυτούς που την υφίστανται, μα και για αυτούς
που την επιβάλλουν και για αυτό άρχισαν τον καυγά οι δανειστές μεταξύ τους, για
το ποιος θα πληρώσει αυτόν τον λογαριασμό της εσκεμμένης ρίψης της οικονομίας στα τάρταρα και την υφεσιακή περιδίνηση, που είναι δεδομένο πως
στο τέλος δεν θα μπορεί να αποπληρώσει ούτε τις στοιχειώδεις υποχρεώσεις της
προς τους δανειστές της. Καλώς λοιπόν να φτωχύνουν οι Έλληνες, κανείς όμως δεν
μπορεί να ρυθμίσει την απώλεια βάρους της οικονομίας και να εγγυηθεί πως δεν θα
καταλήξει σε νευρογενή ανορεξία.
Εμείς λοιπόν που εναποθέσαμε τις τύχες μας στους
επαΐοντες
συμμάχους και εταίρους μας και αποδεχθήκαμε ελαφρά τη καρδία τις θυσίες των
αδυνάτων χάριν της σωτηρίας ει δυνατόν των δυνατών, παρακολουθούμε αμήχανοι τον
καυγά τους στο ξένο, μα δικό μας στην προκειμένη περίπτωση, αχερώνα. Και
ζαλιζόμαστε αναλογιζόμενοι πόσο πολύ στοιχίζει ήδη στους πλούσιους το αδυνάτισμά
μας, που καλά να ‘ναι οι άνθρωποι που ανέχονται την ύπαρξή μας, όταν ακόμη και
η σ’ ανεργία και εξαθλίωση παρουσία μας
στοιχίζει τόσο πολύ.
Και είμαστε σίγουροι πως αφού αποφασίσουν
πόσους δημόσιους υπαλλήλους αντέχει αυτή η χώρα και πόσους
ανέργους και ύφεση, θα αποφασίσουν μετά
και πόσους ελεύθερους επαγγελματίες αντέχει, αφού και αυτοί προηγουμένως
αντέξουν, όσοι αντέξουν την στην βάση τεκμηρίων φορολόγησή τους,
πόσους γιατρούς και δικηγόρους, που να μην μπλέκεται ο ένας
στα πόδια του άλλου,
πόσα πανεπιστήμια, τεχνολογικές σχολές και νοσοκομεία, πόσα
ασφαλιστικά ταμεία και με τι ύψος εισφορών και
ποίου βαθμού συνταξιοδοτική ανταπόδοση.
Και μετά
έχει ο Θεός, μπορεί να επεκταθεί ο προγραμματισμός στο πόσα τετραγωνικά σπίτι
θα επιτρέπεται φορολογικά να μπορεί να συντηρεί ένας απλός εργαζόμενος, ή ένας
μέσου οικονομικού εισοδήματος πολίτης, αφού αποδώσει εν καιρώ στο κράτος αυτά
που κακώς του επετράπη τον καιρό της αφθονίας να αποκτήσει, το τι είδους
αυτοκίνητο και πόσου κυβισμού θα είναι συμβατό προς το επάγγελμά του.
Και μετά μπορεί να επεκταθεί ο προγραμματισμός και στο ποιά
νησιά θα επιτρέπεται να κατοικούνται και πόσους κατοίκους θα επιτρέπεται να
έχει μια περιοχή για να μπορεί να προγραμματισθεί η ζήτηση και η κατανάλωσή
της, στο πόσα παιδιά θα επιτρέπεται να έχει κανείς και αν θα έχει δικαίωμα να
κάνει παιδιά αν δεν έχει εισόδημα και εν
κατακλείδι στους πόσους κατοίκους θα πρέπει να έχει η χώρα
μας βάσει των εισοδημάτων της.
Ανοίγουν λοιπόν πράγματι πολλοί δρόμοι άπαξ και δεχθούμε την
λογική του βίαιου εξορθολογισμού της οικονομίας, που μας εισήγαγαν τα μνημόνια
και βλέπουμε πως ο νεοφιλελευθερισμός μόνο φιλελεύθερος δεν είναι όταν προγραμματίζει και προκατασκευάζει τις συνθήκες του
οικονομικού κλίματος, με μία μόνο πρόνοια, πως θα εξασφαλίσει μακροπρόθεσμα την
είσπραξη των τόκων του.
Ο ψεκασμός της
οικονομίας με τα μνημόνια και η φασιστική κατηγοριοποίηση των πολιτών με τα φασιστικά τεκμήρια διαβίωσης
μόνο ελευθερία δεν αποπνέουν, παρ’ όλο που την επικαλούνται. Οι ταξικές
διακρίσεις ως τώρα στον καπιταλισμό δεν ήταν τόσο προκλητικές γιατί έδιναν στον
καταναλωτή την δυνατότητα να φαντασιωθεί τον πλούσιο, μετατρέποντας τις
οικονομίες του σε ένα αξιοπρεπές σπίτι ή ένα πολυτελές αυτοκίνητο, παίζοντας
ακόμη και στο καζίνο, όπου παλιά του απαγορεύονταν η είσοδος, αγοράζοντας για λόγους επίδειξης
ακριβά ρούχα και πούρα και συντηρώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ένα πλήθος
μικροκαταστημάτων και ιδιωτικών
υπαλλήλων.
Και αυτή ακριβώς ήταν η βιτρίνα του καπιταλισμού έναντι της
νωθρής καθημερινότητας του υπαρκτού σοσιαλισμού, που δεν έβλεπε αντίθετα τον
λόγο που θα έπρεπε οι πολίτες του να αντιγράφουν τις κακές καταναλωτικές
συνήθειες των καπιταλιστών και να δίνεται το βάρος της οικονομίας στην πολυτέλεια και στην αγοραστική δύναμη των πολιτών, των οποίων
εξασφάλιζε κατά τα άλλα την εργασία και τις στοιχειώδεις επιβιω τικές τους ανάγκες. Και αυτήν
την αγοραστική δύναμη των πολιτών, που ήταν η βάση ως τώρα της καπιταλιστικής
οικονομίας και την υπηρετούσε
παντοιοτρόπως η έρευνα της τεχνολογίας και οι διαρκείς αλλαγές στα μοντέλα των
οικιακών συσκευών, των τηλεοράσεων και των αυτοκινήτων, έρχεται να δυναμιτίσει
σήμερα ο νεοφεουδαρχικός εξορθολογισμός της οικονομίας, που επαναφέρει τους
εργαζόμενους σε καθεστώς δουλοπαροικίας, χωρίς κανείς να ξέρει ακόμα που αποσκοπεί, πέραν φυσικά της
διάσωσης των προνομίων των τραπεζιτών και ολιγαρχών του χρηματοπιστωτικού
κεφαλαίου..
Όντως
λοιπόν πορευόμαστε σε αχαρτογράφητα νερά, καθώς δεν ξέρουμε το αρχικό σχέδιο Αμερικανών και
Γερμανών και αν αυτό ήταν του ποδαριού, λόγω της κρίσης ή αν και η κρίση ακόμα ήταν από αυτούς εν πολλοίς αναμενόμενη, σαν μια παράπλευρη
απώλεια στην πορεία υλοποίησης ενός ακόμη πιο φιλόδοξου προγραμματισμού, σαν
εκείνου που ακούγεται από πολλές πηγές
για μια ανθρωπότητα πεντακοσίων συνολικά εκατομμυρίων ανθρώπων πάνω στη γή, που
ένας τέτοιος προγραμματισμός μείωσης κατά το προηγούμενο των μισθών, του
παγκόσμιου πληθυσμού, μόνο σε καταναλωτικά πρότυπα πάνω δεν μπορεί να
στηριχθεί.
Μήπως λοιπόν η συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας και των
οικονομιών του Ευρωπαϊκού νότου δεν αποσκοπούν μόνο στην αποικιοποίησή τους
χάριν της νέας καπιταλιστικής ευρωπαϊκής μητρόπολης του Βερολίνου, αλλά και
στην απαρχή ενός ευρύτερου προγράμματος πτωχοποίησης του παγκόσμιου πληθυσμού
για τον έλεγχο του αριθμού του και των δραστηριοτήτων του;
Εν πάση περιπτώσει
το καθεστώς του φορολογικού απαρτχάϊντ που έχει επιβληθεί στην χώρα μας, στο
όνομα δήθεν της καταπολέμησης της
φοροδιαφυγής, μόνο τους προνομιούχους δεν απειλεί και δεν αποκλείεται να το
δούμε σε βάθος χρόνου να οδηγήσει σε αλλαγή του συνολικού τρόπου ζωής και σε οικιστική οριοθέτηση και γκετοποίηση των
πτωχών και των πλουσίων που θα αναγκαστούν να
ξεχωρίσουν την καθημερινότητά τους και τον τόπο της διαμονής τους,
συγκεντρωνόμενοι σε συγκεκριμένες περιοχές για λόγους μεγαλύτερης ασφάλειας και
ευκολότερης αστυνόμευσης.
Η διάκριση πλουσίων και πτωχών λοιπόν μακροπρόθεσμα θα
επιταθεί και οι δρόμοι τους όλο και περισσότερο θα χωρίζουν με άγνωστες στο
τέλος επιπτώσεις και στο μοντέλο ακόμη
της από κοινού κοινοβουλευτικής
εκπροσώπησής τους ως σήμερα από μέλη
μόνο των πλουσιοτέρων τάξεων, λόγω των οικονομικών απαιτήσεων της
βουλευτικής υποψηφιότητος. Το φορολογικό λοιπόν απαρτχάϊντ άπαξ και
μονιμοποιηθεί θα διαμοιράσει κατά το πρότυπο του βορρά-νότου της Ευρώπης και
τον βορρά–νότο των φορολογουμένων ευρύτερα και θα οδηγήσει και σε εδαφικό
νεοφεουδαρχισμό με διάσπαση της πολιτικής και νομικής συνέχειας του ενιαίου ως
σήμερα κράτους σε μικρότερα αδύναμα κρατίδια, σε «ελεύθερες οικονομικές ζώνες ασύστολης εργοδοτικής εκμετάλλευσης και
σε στρατόπεδα συγκέντρωσης των περιφερόμενων λεγεωναρίων του διεθνούς δουλεμπορίου
εργασίας.
Και τότε θα έχουμε το άλλο παράδοξο, να είναι ανοικτά τα εξωτερικά
σύνορα, μα να έχουν κατατμηθεί και
κατακερματισθεί τα κράτη, οι κοινωνίες, οι φυλές, οι νόμοι και η κοινή λογική,
ηθική και η κοινή συναντίληψη του
νοήματος της ζωής και του λόγου της ύπαρξης.
Ο κόσμος λοιπόν
αλλάζει και ο οικονομικός παραλογισμός
που βασιλεύει στους επιτελικούς σχεδιασμούς των ξένων σωτήρων μας κανείς δεν
ξέρει που αποσκοπεί, όπως δεν ξέρουμε γιατί ψεκάζουν τους ουρανούς του πλανήτη
και ποιός και πότε τους το επέτρεψε αυτό.
Εκείνο που ξέρουμε είναι πως πρέπει πάση θυσία να κάνουμε
ότι μας ζητούν, για να κερδίσουμε άλλη μια μέρα ζωής, έστω και αν το αύριο που
μας περιμένει είναι δεδομένο πως θα ’ναι χειρότερο από το σήμερα που
βιώνουμε. Και έτσι αφηνόμεθα χάριν της παραμονής μας στο ευρώ να μας βγάζουν
από τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, τους ευρωπαϊκούς νόμους, το ευρωπαϊκό δίκαιο και
να μας υποτιμούν ως έθνος και ανθρώπους, μετατρέποντάς μας σε δούλους και παρίες της Ευρώπης.
Θα μπορούσαμε
κατά τον ίδιο τρόπο, αν ο σκοπός της εισόδου μας στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα
ήταν η ασφάλεια και μόνο της οικονομικής υποτέλειας, χωρίς το όραμα να
συναποτελέσουμε ένα ευρύτερο
πολιτικό και πολιτιστικό σύνολο
με τους λοιπούς ευρωπαϊκούς λαούς, να είχαμε συνδεθεί με το δολάριο, το ρούβλι,
ή το κινεζικό νόμισμα. Θα ήταν επομένως προτιμητέο, αν μας δίνονταν η
δυνατότητα επιλογής, να βγούμε από το ευρώ και να μείνουμε στην Ευρώπη, παρά να
βγούμε ψυχοπνευματικά και νομικά από αυτήν για να μείνουμε στο ευρώ σαν
προτεκτοράτο της.
Και αυτό το άφεμα της τύχης μας στους
ώμους των μεγάλων και ισχυρών, όσο και
αν δεχθούμε τον αγγελικό χαρακτήρα των προθέσεών τους, είναι το πιο
ανησυχητικό, καθώς όλος ο πλανήτης δείχνει να αφήνεται κι’ αυτός στους ώμους
λίγων μόνο μεγάλων αδελφών, που δεν ξέρουμε πότε από τρείς ή δύο θα γίνουν μόνο ένας, για να μας
αποκαλύψει τότε πλήρως το απόλυτο πρόγραμμά του για τον έλεγχο της φύσης, του κλίματος, της ενέργειας, των υδάτινων
πόρων, των τροφίμων και φαρμάκων, των παγκόσμιων τιμών των πρώτων υλών και κατ’
επέκταση του αριθμού και των
υποχρεώσεων των ανθρώπων προς αυτόν.
Αυτόν τον υπέρτατο κυβερνήτη και
ρυθμιστή της παγκόσμιας κυκλοφορίας των ανθρωπίνων υπάρξεων, που σε απόλυτη
εξηρτημένη σχέση μαζί του δεν θα έχουν κανένα άλλο θεϊκό, ιδεολογικό, πολιτιστικό
και αξιολογικό πρότυπο που να τους μειώνει την πίστη και την αφοσίωση προς το πρόσωπό του..
Η πίστη και η
αφοσίωση λοιπόν στο ευρώ και στην σιγουριά του, όταν είναι τυφλή και
αποσυνδεδεμένη από οποιοδήποτε κοινωνικό και πολιτισμικό πρότυπο δεν εγγυάται
πέραν της αποκοπής από τις εθνικές μας ρίζες πως θα μας οδηγήσει πουθενά, γιατί
δεν χρειάζεται να μας οδηγήσει όλους μαζί κάπου, μια που θα έχουμε ήδη χάσει
την συνείδηση του τι σημαίνει για μια κοινωνία η αίσθηση της κοινής της ταυτότητος και της κοινής της μοίρας. Αυτή
εξ’ άλλου είναι και η φιλοσοφία του νεοφιλελευθερισμού, να χάσουν δηλαδή οι
πολίτες τους ψυχικούς δεσμούς τους και την συνείδηση ότι συναποτελούν κάτι ευρύτερα πνευματικά όλοι μαζί.
Και αν ο καταναλωτισμός
και η ανάπτυξη της οικονομίας ενώνει οικονομικά και επιφανειακά τους
συναλλασσόμενους, η συρρίκνωση της οικονομίας και η πτωχοποίηση των ανθρώπων
τους διαιρεί και τους διασπείρει στους πέντε ανέμους, κατά το πρότυπο των
περιφερόμενων σαν την σκόνη της ερήμου λαθρομεταναστών του τρίτου κόσμου.
Ας αντιληφθούμε λοιπόν πως πέραν από τον καυγά για το
πάπλωμα Αμερικανών και Γερμανών, στόχος αμφοτέρων είναι η πτωχοποίηση και η
κονιορτοποίηση του Ελληνισμού, με την έντεχνη αλλαγή του οικονομικού κλίματος
που επιφέρουν με τα διαδοχικά τους μνημόνια. Και αν συσπειρωθήκανε τόσοι πολλοί
Έλληνες γύρω από την λογική του πάση θυσία ευρώ, είναι γιατί τόσο λίγο
πιστεύουν στην ανάγκη της διατήρησης στην ζωή με αξιοπρέπεια του άλλου έλληνα, περιορίζοντας αυτόν στην τάξη
τους, το κόμμα τους, τους φίλους τους και την οικογένειά τους.
Και όταν η φιλοσοφία
του εθνικιστικού ανθρωπισμού και της κοινωνικής αλληλεγγύης ελλείπει από
την άρχουσα πολιτικοοικονομική νομενκλατούρα, κάτω από το καθεστώς της ελλειμματικής ούτως ή άλλως και
κηδεμονευόμενης δημοκρατίας του, πώς να την επιβάλλει ο πενόμενος, αμόρφωτος
και απαίδευτος λαός, που φροντίζουν κάποιοι από τα βιβλία ήδη του σχολείου του
να μην ξέρει από πού έρχεται και που πάει;
Το ευρώ λοιπόν τείνει να καταλήξει να είναι το μοναδικό
σωσίβιο του μοναχικού ατομιστή Έλληνα στην
πορεία του προς την συνολική, εθνική πτωχοποίηση από την οποία θα
ελπίζει ως την τελευταία στιγμή πως θα μείνει
αυτός τουλάχιστον αλώβητος. Το ευρώ εγγυάται την διαίρεση των Ελλήνων,
στην βάση των αναμνήσεων ενός καταναλωτικού παρελθόντος, στο οποίο δεν θα μας
επιτρέψουν να επιστρέψουμε ποτέ. Όσο λοιπόν νωρίτερα το συνειδητοποιήσουμε
αυτό, τόσο καλύτερα θα είναι για όλους μας.