Νέα αναδιάρθρωση του χρέους: Και ξανά προς το σφαγείο τραβά ...
του Λεωνίδα Βατικιώτη
Η
κατάσταση κι αν δεν έχει τύχει στους περισσότερους είναι οικεία σε
όλους: Εντός του δωματίου στο νοσοκομείο κανείς δεν μιλάει για το
μοιραίο που είναι θέμα μηνών αν όχι λίγων εβδομάδων. Εκτός του
νοσοκομειακού δωματίου, αντίθετα, ο επερχόμενος θάνατος είναι το
μοναδικό θέμα συζήτησης, όποτε έρχεται η κουβέντα στον …τυχερό.
Κάπως
έτσι συμβαίνει και με την ελληνική οικονομία. Στην Ελλάδα, η συζήτηση
περιστρέφεται σε αυτούς που θα πλήξουν τα νέα μέτρα ύψους 11,6 δισ. ευρώ
κι εντός του κυβερνητικού στρατοπέδου η μόνη διαφωνία αφορά το αν
φτάνουν αυτά τα μέτρα ή, για να δείξουμε στους πιστωτές μας πόσο
υπάκουοι είμαστε, μην τυχόν και χρειάζεται να ανακοινώσουμε κι άλλες,
επιπλέον περικοπές μήπως έτσι μας λυπηθούν κι επιδείξουν λίγο οίκτο
απέναντί μας. (Πρέπει να παραδεχτούμε ότι η καλύτερη μοίρα γι’ αυτή τη
χώρα θα ήταν αν τα δημόσια ταμεία εμφάνιζαν την πληθωρικότητα και την
μοναδική ικανότητα «να ξαναγεννιούνται από τη στάχτη τους» που από
γεννήσεως του ελληνικού κράτους είχαν η υποτέλεια κι η εθελοδουλία του
πολιτικού προσωπικού…)
Εκτός
Ελλάδας όμως η επικείμενη χρεοκοπία χαρακτηρίζεται από τον Τύπο και
τους πολιτικούς ως βέβαιη (με απώτερο ζητούμενο να φτάσει το ελληνικό
δημόσιο χρέος στο 100% του ΑΕΠ ώστε να μπορεί με ασφάλεια για τους
δανειστές μας να εξυπηρετηθεί στο μέλλον) όπως βέβαιη και θέμα χρόνου
χαρακτηρίζαμε κι εμείς τη νέα χρεοκοπία στο Unfollow του Μαρτίου, όταν
γράφαμε πως επίκειται νέα αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους. Κι αυτό
κόντρα στους πανηγυρικούς της κυβέρνησης που δια στόματος πρωθυπουργού,
Λουκά Παπαδήμου τότε, χαρακτήριζε το PSI «στέρεο έδαφος» και καλούσε τον
κόσμο να αποδεχθεί τους όρους της αναδιάρθρωσης, ως το αναγκαίο τίμημα
για να ξεμπερδέψουμε μια για πάντα από το βραχνά του χρέους. Επίσης, για
να μπορέσουμε να παραμείνουμε στο ευρώ…
Πέντε
μήνες μετά, όταν οι περισσότεροι Έλληνες πολιτικοί προσεύχονταν στην
Μεγαλόχαρη να κάνει το θαύμα της και να μην έχουμε την τύχη του εύδρομου
Έλλη, τα σενάρια για μια νέα αναδιάρθρωση πραγματικά οργίαζαν και στο
σύνολό τους αφορούσαν το ποιος θα πληρώσει το μάρμαρο. Θέμα καθόλου
εύκολο καθώς το ιδιαίτερο στην σημερινή συγκυρία είναι πως το μεγαλύτερο
μέρος του δημόσιου χρέους το οφείλουμε στον λεγόμενο επίσημο τομέα,
δηλαδή κράτη – μέλη της ευρωζώνης, ΕΚΤ και ΔΝΤ και όχι σε ιδιώτες. Γι’
αυτό το λόγο κι η νέα αναδιάρθρωση ήδη χαρακτηρίζεται ως OSI (Official
Sector Involvement) αντίθετα με την προηγούμενη, που είχε χαρακτηριστεί
PSI (Private Sector Involvement) λόγω του ότι το κόστος από το κούρεμα
τότε μεταφέρθηκε στον ιδιωτικό τομέα μιας και οι ιδιώτες κάτοχοι
(τράπεζες, θεσμικοί) ήταν αυτοί που είδαν κυρίως την αξία των ομολόγων
τους να απομειώνεται.
Τον
Μάρτιο όμως η ΕΕ (μαζί με την διαγραφή χρέους 105 δισ. και το νέο δάνειο
ύψους 130 δισ. που μας φόρτωσε, μένοντας να αποδειχθεί πώς βγήκαμε
κερδισμένοι απ’ αυτή την πράξη…) λειτουργώντας ως στρατηγείο των
πιστωτών, έκανε και κάτι ακόμη: κατ’ εξαίρεση της πάγιας οδηγίας της για
ιδιωτικοποιήσεις παντού και πάντα, «κρατικοποίησε» το νέο δημόσιο χρέος
της Ελλάδας, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή 220 – 230 δισ. ευρώ από το
ελληνικό χρέος να είναι διακρατικό.
Κατά
συνέπεια κάθε απόφαση για αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους,
δηλαδή για παραγραφή ενός ποσοστού της τάξης του 20% ή του 30% από τα
χρήματα που οφείλουμε στα κράτη της ευρωζώνης θα πρέπει να δικαιολογηθεί
στους Ευρωπαίους πολίτες οι οποίοι ποτέ δεν έμαθαν ότι φεσώθηκαν για να
σώσουν τις τράπεζες τους οι οποίες είχαν κερδίσει τα μέγιστα από τον
δανεισμό του ελληνικού δημοσίου τα προηγούμενα χρόνια και τώρα, που
τέθηκε εν αμφιβόλω η αποπληρωμή του χρέους, οι κυβερνήσεις τους
αποφάσισαν να μεταβιβάσουν το χρέος αυτό στους λαούς.
Το
μόνο που κατάλαβαν οι περισσότεροι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι (με ευθύνη
των κυβερνήσεών τους οι οποίες έκαναν τον παν για να κρύψουν ακόμη μια
φορά ότι στήριξαν τις τράπεζες) ήταν πως χρεώθηκαν για να έχουν οι
Έλληνες παχυλές συντάξεις… Η ΕΕ κατ’ αυτό τον τρόπο καλλιέργησε τον
εθνικισμό και το μίσος μεταξύ των λαών, φέροντας την ευθύνη για ένα
πρωτοφανές στην μεταπολεμική ιστορία της Ευρώπης κλίμα εθνικών
ανταγωνισμών που έχει δημιουργηθεί…
“Οι μεγάλες τράπεζες τα έχουν ετοιμάσει όλα” για μια ακόμη φορά
Πριν
δούμε όμως το τι θα γίνει έχει σημασία να εξετάσουμε το τι έγινε, κι
αυτό για έναν απλό λόγο: επειδή διαγράφεται ζωντανή η απειλή το νέο
κούρεμα που ήδη ετοιμάζεται («στα παρασκήνια οι μεγάλες τράπεζες τα
έχουν ετοιμάσει όλα» έγραφε η ιταλική εφημερίδα Ρεπούμπλικα στις 14
Αυγούστου) να είναι εξ ίσου οδυνηρό κι εξ ίσου αναποτελεσματικό με το
πρώτο, με αποτέλεσμα σε έξι ή οκτώ μήνες, ευρισκόμενοι μάλιστα σε ακόμη
πιο οδυνηρή θέση, να κάνουμε την ίδια συζήτηση.
Ένας
είναι κατά βάση ο λόγος που απέτυχε η αναδιάρθρωση του Μαρτίου: το ότι
έγινε με πρωτοβουλία των δανειστών. Οι όροι δηλαδή υπό τους οποίους
εφαρμόστηκε το «κούρεμα» δεν αποσκοπούσαν να ελαφρύνουν τον ελληνικό λαό
από ένα δυσβάσταχτο χρέος, αλλά να εξυπηρετήσουν τα άμεσα και
μακροπρόθεσμα συμφέροντα των πιστωτών, με αποτέλεσμα η ονομαστική μείωση
του χρέους να καταλήξει σε μια επιπλέον επιβάρυνσή μας κατά 25 δισ.
ευρώ μια και στον λογαριασμό, τότε που …γύριζε, μπήκαν και τα χρήματα
για την ανακεφαλαιοποίηση των χρεοκοπημένων ελληνικών τραπεζών! Δεν θα
τις εξαγοράσουν βουτηγμένες στα χρέη οι Γερμανοί…
Το
σημαντικότερο ωστόσο δεν είναι η αριθμητική του χρέους, αλλά η πολιτική
οικονομία του, δηλαδή το τεράστιο κοινωνικό κόστος που καταβάλαμε:
μείωση μισθών, ιδιωτικοποιήσεις, αυξήσεις σε τιμολόγια, κατάργηση
συλλογικών συμβάσεων είναι μερικοί μόνο από τους όρους που
περιλαμβάνονταν στο δεύτερο μνημόνιο.
Ακόμη
επομένως και να πετύχαινε η αριθμητική του κουρέματος, να μειωνόταν
πραγματικά δηλαδή στο τέλος της ημέρας το χρέος, το κοινωνικό κόστος που
το συνόδευε έκανε απορριπτέα την αναδιάρθρωση.
Σε
αυτό το πλαίσιο η βαθύτερη ύφεση της οικονομίας που ακολούθησε (βάθους
7% για φέτος, αντί για 4,5% όπως αρχικά υπολογιζόταν) και τώρα
χαρακτηρίζεται ως αιτία των αποκλίσεων που κάνουν αναγκαία μια νέα
απομείωση, δεν ήταν το απροσδόκητο παρα-προϊόν μιας οικονομικής
πολιτικής, αλλά το από τότε προβλέψιμο και άμεσο αποτέλεσμα μιας
οικονομικής πολιτικής εκδικητικής, που θα αποτρέπει άλλους λαούς και
κυβερνήσεις από το να ζητήσουν κι αυτοί μείωση του χρέους τους, αλλά
κυρίως ταξικής πολιτικής που εκμεταλλεύτηκε την κρίση χρέους για να
εκθεμελιώσει ό,τι θεωρούσε επιζήμιο για τα συμφέροντά της και παρωχημένο
με βάση τους σημερινούς συσχετισμούς.
Εκτός
Ελλάδας όλα τα ενδεχόμενα για την μορφή του «κουρέματος» είναι ανοιχτά
(περιλαμβάνοντας από κούρεμα των ομολόγων των κεντρικών τραπεζών μέχρι
παραγραφή μέρους των διακρατικών χρεών και αποπομπή της Ελλάδας από την
ευρωζώνη «για να κάνει μια καινούρια αρχή» όπως έγραφε το περιοδικό
Σπίγκελ) από τη στιγμή που επιτεύχθηκε το σημαντικότερο: να κερδηθεί
χρόνος και να προλάβουν οι γερμανο-γαλλικές τράπεζες που είχαν κυρίως
ελληνικά ομόλογα στα χαρτοφυλάκιά τους να τα ξεφορτωθούν!
Τα
δύο χρόνια που μεσολάβησαν, τα χρόνια αυτά που η Ελλάδα μάτωσε με το
εργατικό δίκαιο να επιστρέφει στον 19ο αιώνα, δεν πήγαν επομένως χαμένα
για τους Ευρωπαίους «εταίρους» μας. Για μας ισοδυναμούν με καταστροφή
από τη στιγμή που απολέσαμε τα σημαντικότερα διαπραγματευτικά χαρτιά που
διαθέταμε (σημαντική έκθεση ξένων τραπεζών στο ελληνικό χρέος) με
αποτέλεσμα σήμερα κάθε είδους δημόσιο ταμείο (από τα ταμεία της
κοινωνικής ασφάλισης μέχρι του κράτους) να είναι κενό.
Παρόλα
αυτά, ακόμη και τώρα, η μονομερής, παρά κι ενάντια στη βούληση των
πιστωτών μας, διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους ή όλου του δημόσιου χρέους
και η ανάληψη του κόστους εξόδου από το ευρώ πάλι με όρους κυρίαρχου
κράτους, με την ταυτόχρονη εθνικοποίηση των τραπεζών, μπορεί να
αποτρέψει τα χειρότερα που έρχονται.