Η κόλαση των αδυνάτων
Του ΓΙΩΡΓΟΥ Χ.ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΙΟΥ
Η μείωση της σύνταξης του ΟΓΑ των 330 ευρώ και όλα τα άλλα επώδυνα μέτρα χρειάζονται τις βαρύγδουπες περσόνες των τηλοψίας για να νομιμοποιηθούν. Απαιτούν την αντιδιαστολή των πραγματιστών από τους ιδεολόγους.
Ως εάν αυτοί που καταδικάζουν την ανοικτιρμοσύνη και την αναλγησία κατά ανθρώπων που εργάστηκαν σκληρά στη ζωή τους και τώρα τους αφαιρούν την αξιοπρέπεια, είναι εκτός πραγματικότητας, είναι ιδεαλιστές, οι οποίοι ζουν στη Νεφελοκοκυγία τους, ενώ οι άλλοι, οι πολιτικοί και οι αναλυτές με τη βασάλτινη καρδιά, αυτοί που ενσπείρουν τη γενικευμένη ενοχή, αυτοί που καλούν τους «νεκρούς» να παραμερίσουν για να προχωρήσουν οι «ζωντανοί», είναι οι ρεαλιστές,.
Και όσοι τολμούν να αγαπούν φανατικά τους αδύνατους και στέκονται στο πλευρό των αιώνιων θυμάτων, των μισθωτών και των συνταξιούχων, γενικά των «κάτω», καλούνται «να το βουλώσουν» και με… δημοκρατικές διαδικασίες εξοστρακίζονται για να περάσουν οι νικητές, οι ίδιοι πάντα, οι τραπεζίτες, οι διαπλεκόμενοι και τα τσιράκια τους.
Για μία ακόμα φορά ο γνωστός φασιστικός λόγος, η δοκησισοφία, η στρεψοδικία και η κατασυκοφάντηση. Αλλά χειρότερο και από το έγκλημα είναι η δικαιολόγησή του. Έτσι, δεν θεωρείται λογοκρισία από τους υπεύθυνους της ΕΡΤ το γεγονός ότι κόπηκε η είδηση της κατάργησης της εκπομπής των Αρβανίτη και Κατσίμη, όπως κατήγγειλε η Έλλη Στάη. Δεν θεωρείται περίεργη η δίωξη ενός δημοσιογράφου(Βαξεβάνης), όταν εφημερίδα δημοσίευσε την ίδια λίστα χωρίς τα ανακλαστικά των διωκτικών αρχών να λειτουργήσουν ανάλογα. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Τι δείχνει η σύλληψη ενός νεαρού στην Κέρκυρα που φωτογράφισε τις στενές σχέσεις της αστυνομίας με τη Χρυσή Αυγή;
Φοβάμαι πως φανερώνουν τη διολίσθηση του πολιτικού συστήματος σε επικίνδυνες ατραπούς, οι οποίες οδηγούν στη λεωφόρο του φασισμού, ενώ, συγχρόνως, αποδεικνύουν ότι η ύπαρξη της Χρυσής Αυγής δεν συνιστά παρά τη διεύρυνση της κλίμακας των ανοχών της δημοκρατίας απέναντι στη φασιστική βία. Και όπως είναι γνωστό, ένα δημοκρατικό καθεστώς αξιολογείται με κριτήριο τη βία που εμπεριέχει. Διαπιστώνεται, λοιπόν, πως η βία σε όλα τα επίπεδα αυξάνεται. Πρωτίστως, η βία εναντίον της αξιοπρέπειας των ανθρώπων, η βία που δημιουργεί την «κόλαση των αδυνάτων». Το χειρότερο είναι ότι αυτή η βία χρειάζεται τη νομιμοποίησή της μέσα από τη σύγχρονη βιομηχανία της συνείδησης, η οποία δεν περιορίζεται απλώς στην ενημέρωση, αλλά επιδιώκει να καθορίζει και το πλαίσιό της.
Γι’ αυτό ό,τι διαταράσσει κατ’ ελάχιστο το πλαίσιο αυτό πρέπει να αποκλείεται. Γιατί οι «πεισματάρηδες οπαδοί της λαϊκότητας», όπως έλεγε ο Ρεζίς Ντεμπρέ, αυτού του είδους τα… παράσιτα, που χαλάνε τη σούπα, πρέπει να εξοντωθούν. Γιατί η χειραγώγηση της συνείδησης των πολιτών είναι απολύτως αναγκαία στα οικονομικά συμφέροντα που χθες υποστήριζαν το σχέδιο Ανάν και ακολούθως τα Μνημόνια, επιχειρώντας να επιβάλλουν το νεοφιλελεύθερο ολοκληρωτισμό της Μέρκελ και του Σόιμπλε, όπου οι εργαζόμενοι θα είναι περιττοί.
Βρισκόμαστε, συνεπώς, μπροστά σ’ ένα ολοκληρωτικό παιγνίδι όπου οι μόνοι που θα σωθούν θα είναι οι «μεγάλοι», οι μεγαλο-επιχειρηματίες, οι μεγαλογιατροί, οι μεγαλοδικηγόροι, οι μεγαλοδημοσιογράφοι κ.ά.
Αυτή η ταξική κατηγοριοποίηση υφίσταται στο εσωτερικό κάθε κοινωνικής κατηγορίας και ομάδας, η οποία δομείται με ιεραρχική, πυραμιδική μορφή. Οι «μεγάλοι» (οι πάνω) όλων των κατηγοριών είναι αυτοί που διαπλέκονται μεταξύ τους, επιδιώκοντας, σήμερα, την απόρριψη στον Καιάδα των «μικρών»(οι κάτω).
Αλλά αυτό δεν είναι δημοκρατία, είναι ολιγαρχία.
Η μείωση της σύνταξης του ΟΓΑ των 330 ευρώ και όλα τα άλλα επώδυνα μέτρα χρειάζονται τις βαρύγδουπες περσόνες των τηλοψίας για να νομιμοποιηθούν. Απαιτούν την αντιδιαστολή των πραγματιστών από τους ιδεολόγους.
Ως εάν αυτοί που καταδικάζουν την ανοικτιρμοσύνη και την αναλγησία κατά ανθρώπων που εργάστηκαν σκληρά στη ζωή τους και τώρα τους αφαιρούν την αξιοπρέπεια, είναι εκτός πραγματικότητας, είναι ιδεαλιστές, οι οποίοι ζουν στη Νεφελοκοκυγία τους, ενώ οι άλλοι, οι πολιτικοί και οι αναλυτές με τη βασάλτινη καρδιά, αυτοί που ενσπείρουν τη γενικευμένη ενοχή, αυτοί που καλούν τους «νεκρούς» να παραμερίσουν για να προχωρήσουν οι «ζωντανοί», είναι οι ρεαλιστές,.
Και όσοι τολμούν να αγαπούν φανατικά τους αδύνατους και στέκονται στο πλευρό των αιώνιων θυμάτων, των μισθωτών και των συνταξιούχων, γενικά των «κάτω», καλούνται «να το βουλώσουν» και με… δημοκρατικές διαδικασίες εξοστρακίζονται για να περάσουν οι νικητές, οι ίδιοι πάντα, οι τραπεζίτες, οι διαπλεκόμενοι και τα τσιράκια τους.
Για μία ακόμα φορά ο γνωστός φασιστικός λόγος, η δοκησισοφία, η στρεψοδικία και η κατασυκοφάντηση. Αλλά χειρότερο και από το έγκλημα είναι η δικαιολόγησή του. Έτσι, δεν θεωρείται λογοκρισία από τους υπεύθυνους της ΕΡΤ το γεγονός ότι κόπηκε η είδηση της κατάργησης της εκπομπής των Αρβανίτη και Κατσίμη, όπως κατήγγειλε η Έλλη Στάη. Δεν θεωρείται περίεργη η δίωξη ενός δημοσιογράφου(Βαξεβάνης), όταν εφημερίδα δημοσίευσε την ίδια λίστα χωρίς τα ανακλαστικά των διωκτικών αρχών να λειτουργήσουν ανάλογα. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Τι δείχνει η σύλληψη ενός νεαρού στην Κέρκυρα που φωτογράφισε τις στενές σχέσεις της αστυνομίας με τη Χρυσή Αυγή;
Φοβάμαι πως φανερώνουν τη διολίσθηση του πολιτικού συστήματος σε επικίνδυνες ατραπούς, οι οποίες οδηγούν στη λεωφόρο του φασισμού, ενώ, συγχρόνως, αποδεικνύουν ότι η ύπαρξη της Χρυσής Αυγής δεν συνιστά παρά τη διεύρυνση της κλίμακας των ανοχών της δημοκρατίας απέναντι στη φασιστική βία. Και όπως είναι γνωστό, ένα δημοκρατικό καθεστώς αξιολογείται με κριτήριο τη βία που εμπεριέχει. Διαπιστώνεται, λοιπόν, πως η βία σε όλα τα επίπεδα αυξάνεται. Πρωτίστως, η βία εναντίον της αξιοπρέπειας των ανθρώπων, η βία που δημιουργεί την «κόλαση των αδυνάτων». Το χειρότερο είναι ότι αυτή η βία χρειάζεται τη νομιμοποίησή της μέσα από τη σύγχρονη βιομηχανία της συνείδησης, η οποία δεν περιορίζεται απλώς στην ενημέρωση, αλλά επιδιώκει να καθορίζει και το πλαίσιό της.
Γι’ αυτό ό,τι διαταράσσει κατ’ ελάχιστο το πλαίσιο αυτό πρέπει να αποκλείεται. Γιατί οι «πεισματάρηδες οπαδοί της λαϊκότητας», όπως έλεγε ο Ρεζίς Ντεμπρέ, αυτού του είδους τα… παράσιτα, που χαλάνε τη σούπα, πρέπει να εξοντωθούν. Γιατί η χειραγώγηση της συνείδησης των πολιτών είναι απολύτως αναγκαία στα οικονομικά συμφέροντα που χθες υποστήριζαν το σχέδιο Ανάν και ακολούθως τα Μνημόνια, επιχειρώντας να επιβάλλουν το νεοφιλελεύθερο ολοκληρωτισμό της Μέρκελ και του Σόιμπλε, όπου οι εργαζόμενοι θα είναι περιττοί.
Βρισκόμαστε, συνεπώς, μπροστά σ’ ένα ολοκληρωτικό παιγνίδι όπου οι μόνοι που θα σωθούν θα είναι οι «μεγάλοι», οι μεγαλο-επιχειρηματίες, οι μεγαλογιατροί, οι μεγαλοδικηγόροι, οι μεγαλοδημοσιογράφοι κ.ά.
Αυτή η ταξική κατηγοριοποίηση υφίσταται στο εσωτερικό κάθε κοινωνικής κατηγορίας και ομάδας, η οποία δομείται με ιεραρχική, πυραμιδική μορφή. Οι «μεγάλοι» (οι πάνω) όλων των κατηγοριών είναι αυτοί που διαπλέκονται μεταξύ τους, επιδιώκοντας, σήμερα, την απόρριψη στον Καιάδα των «μικρών»(οι κάτω).
Αλλά αυτό δεν είναι δημοκρατία, είναι ολιγαρχία.