Το νομοσχέδιο της ντροπής
Δεν κρίνονται τα νέα μέτρα λιτότητας ή ο εργασιακός μεσαίωνας που προγραμματίζεται, με την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, αλλά η νομιμοποίηση της κυβέρνησης να τα επιβάλλει - καθώς επίσης η έγκριση ή μη της πολιτικής υποτέλειας που ακολουθεί
"Δεν θα κοπούν ξανά μισθοί και συντάξεις",
ανακοίνωσε μεγαλόπρεπα ο πρωθυπουργός, χωρίς προφανώς να απευθύνεται στους
ανέργους, οι οποίοι πλησιάζουν επικίνδυνα το 1,5 εκ. Καμία αναφορά βέβαια στη
λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, στην ατιμωρησία, στα σκάνδαλα
διαφθοράς, στο «διαφορετικό μίγμα
πολιτικής» που κάποτε επικαλούταν, στο κλείσιμο των μικρομεσαίων
επιχειρήσεων, στην ύφεση, στην κατάρρευση των αξιών κοκ.
Ακούγοντας αυτή τη φράση κανείς, δεν μπορεί παρά να
αναρωτηθεί τι ακριβώς εννοεί, αφού οι μισθοί έχουν πλησιάσει ήδη τα κινεζικά
επίπεδα, όπως και τα αντίστοιχα της Βουλγαρίας - χώρες στις οποίες όμως το κόστος ζωής είναι πολύ πιο χαμηλό, από το
δικό μας. Είναι λοιπόν λογικό να φοβούνται οι Έλληνες μία ακόμη μείωση
τους;
Είναι αλήθεια δυνατόν να μην το καταλαβαίνει ο
πρωθυπουργός και, ακόμη χειρότερα, να το θεωρεί καθησυχαστικό; Είναι δυνατόν να έχει χάσει σε τέτοιο βαθμό
την επαφή του με την πραγματικότητα, παρά το ότι εκλέχθηκε πριν από
τέσσερις μόλις μήνες;
Δεν βλέπει ότι, αυτοί που διαμαρτύρονται πλέον για
τους χαμηλούς μισθούς, δεν είναι μόνο οι εργαζόμενοι, αλλά και οι εργοδότες, καταλαβαίνοντας ότι δεν θα μπορούν να
συντηρήσουν τις επιχειρήσεις τους, λόγω κατάρρευσης της ζήτησης; ενώ
αντιμετωπίζουν ήδη την αδιαφορία των υπαλλήλων τους, με αποτέλεσμα την μείωση
της παραγωγικότητας τους, την αύξηση των κλοπών, την κακοδιαχείριση κοκ;
Πιθανολογούμε πως όλα αυτά τα καταλαβαίνει ο
πρωθυπουργός - οπότε ελπίζουμε ότι θα
έχει κάτι άλλο στο μυαλό του, όταν έρχεται σε τόσο μεγάλη αντίθεση με τα
γεγονότα, επιμένοντας να υπογραφεί ένα τερατώδες νομοσχέδιο 500 σελίδων (το
οποίο ελάχιστοι βουλευτές θα διαβάσουν ή/και θα κατανοήσουν).
Βέβαια, δεν
έχει τηρήσει ούτε μία από τις προεκλογικές δεσμεύσεις του, αναγκάζοντας μας
να αναρωτηθούμε μήπως είχε προσχεδιάσει την υπεξαίρεση της ψήφου μας, όπως
αυτοί που μας
οδήγησαν στο ΔΝΤ – ενώ φαίνεται να έχει
εναποθέσει όλες του τις ελπίδες στη Γερμανία, παρά το ότι το κράτος αυτό
μας εξευτελίζει διαρκώς, μας συμπεριφέρεται άθλια και μας χρησιμοποιεί, ως την ιδανική υποψήφια χώρα, για τον παραδειγματισμό
και την υποταγή όλων των άλλων, στα σχέδια του.
Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι τόσο εύκολο να θεωρήσουμε ότι πράγματι καταλαβαίνει τα
προβλήματα της πατρίδας του και φροντίζει για το καλό της, όταν επιμένει
στην υπογραφή του τρίτου κατά σειρά μνημονίου - παρά το ότι ήταν εντελώς
αντίθετος με το πρώτο, ενώ υπέγραψε το δεύτερο για να (συγ)κυβερνήσει.
Συνεχίζοντας, ίσως οφείλουμε να υπενθυμίσουμε στον
πρωθυπουργό, τα λόγια ενός Σουηδού (Hansen) στο κοινοβούλιο της χώρας του – λόγια με τα
οποία έθεσε τις βάσεις της μελλοντικής του πολιτικής:
“Θεμέλιο του
σπιτιού είναι η συντροφικότητα και η αλληλεγγύη. Ένα καλό σπίτι δεν ξέρει τι θα πει προνόμιο, ούτε τι θα πει εγκατάλειψη
– δεν έχει ούτε ευνοημένους, ούτε αποπαίδια. Σ’ αυτό το σπίτι κανένας δεν
περιφρονεί το συνάνθρωπο του, κανείς δεν προωθεί το συμφέρον του εις βάρος των
άλλων - οι ισχυροί δεν καταπιέζουν τους αδύναμους, ούτε τους απογυμνώνουν από
τα υπάρχοντά τους.
Σε ένα καλό
σπίτι υπερισχύουν η ισότητα, η περίσκεψη, η συνεργασία και η αλληλοβοήθεια. Αν
εφαρμόσουμε τις ίδιες αξίες στο πιο μεγάλο σπίτι μας, στο σπίτι του λαού και
του Πολίτη, θα γκρεμίσουμε όλα τα
κοινωνικά και οικονομικά φράγματα που σήμερα μας χωρίζουν σε προνομιούχους και
αποκλεισμένους, σε κυβερνώντες και κυβερνωμένους, σε πλούσιους και φτωχούς,
σε ιδιοκτήτες και ακτήμονες, σε άρπαγες και θύματα.
Η σουηδική
κοινωνία δεν είναι ακόμη ένα καλό σπίτι για τους Πολίτες της…..Για να γίνει
κάτι τέτοιο, οι ταξικές διαφορές θα πρέπει να εξοστρακιστούν, η κοινωνική μέριμνα να διευρυνθεί και
βαθμιαία να επικρατήσει η οικονομική ισότητα.
Οι εργαζόμενοι
θα πρέπει να συμμετάσχουν στην οικονομική διαχείριση, ενώ στην κοινωνική και οικονομική ζωή πρέπει να εισχωρήσουν και να
εφαρμοσθούν οι κανόνες της δημοκρατίας – αυτοί που διδάχθηκαν από τους
αρχαίους Έλληνες”.
Συμπέρασμα
Ένα τέτοιο «σπίτι» θα ήθελαν λοιπόν οι Έλληνες για
να μεγαλουργήσουν και όχι απλά να επιβιώσουν της καταστροφής - σε καμία περίπτωση ένα φοβισμένο και
περικυκλωμένο από αστυνομικούς «σπίτι της δημοκρατίας», όπως το
Κοινοβούλιο.
Ένα τέτοιο σπίτι θα επιθυμούσαν οι Ευρωπαίοι για να
συμφωνήσουν να ενωθούν δημοσιονομικά και πολιτικά τα κράτη τους – χωρίς το φόβο της
Γερμανίας και της επεκτατικής πολιτικής της, με την οποία σχεδιάζεται η
υποδούλωση τους.
Εάν λοιπόν ο πρωθυπουργός δεν έχει την πρόθεση να
λειτουργήσει προς αυτήν την κατεύθυνση, εάν η μοναδική φροντίδα του δεν είναι
το μέλλον της πατρίδας του, σε συνθήκες εθνικής ανεξαρτησίας, ελευθερίας και
δημοκρατίας, αλλά η δόση της ντροπής, η
κορτιζόνη δηλαδή που θα μας συγκρατήσει για λίγο στη ζωή, επιδεινώνοντας τις
συνθήκες του θανάτου μας, είναι καλύτερα να αποσυρθεί – παρά το ότι δεν
φαίνεται δυστυχώς να υπάρχει (ακόμη) καμία αξιόπιστη εναλλακτική λύση στο
σημερινό πολιτικό στερέωμα.
Βασίλης Βιλιάρδος