Η διελκυστίνδα ευρώ-δολαρίου
Η διελκυστίνδα ευρώ-δολαρίου συνεχίζεται - με τη χθεσινή συνάντηση των Βρυξελλών να μην οδηγείται σε αποφάσεις, παρά την κρίσιμη οικονομική θέση της Ελλάδας και τις υποσχέσεις του πρωθυπουργού,για την άμεση εκταμίευση της δόσης των 31,5 δις €.
Η Γερμανία, βλέποντας τις εξαγωγές της να απειλούνται, επιθυμεί προφανώς τη διατήρηση της σταθερά χαμηλής ισοτιμίας του ευρώ (κάτω από το 1,30), απέναντι στη ζώνη του δολαρίου – γεγονός που επεξηγεί αφενός μεν την καθυστέρηση των αποφάσεων για την Ελλάδα, αφετέρου την επίθεση της εναντίον της Γαλλίας (πάντοτε σε συνδυασμό με τις ηγεμονικές βλέψεις της).
Από την άλλη πλευρά οι Η.Π.Α., στα πλαίσια των προσπαθειών εξισορρόπησης των δυνάμεων που ασκούνται στη διελκυστίνδα (οι οποίες λειτούργησαν εναντίον του δολαρίου, μετά την ανακοίνωση του QE4), «επιτρέπουν» στο Economist να πάρει τη σκυτάλη από τη Γερμανία, εντείνοντας τις πιέσεις στη Γαλλία.
Στη συνέχεια, η Moody’s υποβαθμίζει τη Γαλλία, αφαιρώντας της την αξιολόγηση ΑΑΑ – με εξαιρετικά δυσμενείς επιπτώσεις για τους μηχανισμούς στήριξης της οικονομίας των χωρών της Ευρωζώνης (EFSM και ESM) και επομένως για το ευρώ.
Παράλληλα, το κοινό νόμισμα χάνει όλο και περισσότερους «οπαδούς» του – αφού ακόμη και στην Ελλάδα οι υποστηρικτές του μειώνονται ραγδαία (από 80,7% στα 62,7% μέσα σε πέντε μόλις μήνες). Τη ίδια δε στιγμή η πλειοψηφία των Βρετανών επιθυμεί την έξοδο της χώρας τους από την ΕΕ – προφανώς επειδή καταλαβαίνουν τους κινδύνους εκ μέρους της Γερμανίας, η οποία μάλλον ξεχνάει την ιστορία της.
Αν και η Γερμανία τώρα φαίνεται να θέλει πλέον «ανοιχτά» να διώξει το ΔΝΤ από την Ευρωζώνη,έχοντας το ήδη χρησιμοποιήσει για να κάνει τη «βρώμικη δουλειά», καθώς επίσης για να αντιγράψει τις μεθόδους του, έχουμε τη άποψη ότι υποτιμάει σοβαρά τις Η.Π.Α. – κάτι που μάλλον θα το πληρώσει ακριβά.
Μέσα σε αυτό το ταραγμένο και ομιχλώδες διεθνές περιβάλλον, η Ελλάδα συνεχίζει να επιδιώκει μία μακροπρόθεσμη λύση στο πρόβλημα του δημοσίου χρέουςτης – κάτι που όμως δύσκολα θα επιτευχθεί, αφού οι αποφάσεις που την αφορούν λαμβάνονται με κριτήριο τις άλλες ελλειμματικές χώρες (αυτό που θα εφαρμοσθεί στην Ελλάδα θα ζητηθεί από την Ισπανία κλπ.), καθώς επίσης με γνώμονα τα επεκτατικά σχέδια της Γερμανίας.
Στα πλαίσια αυτά, υπενθυμίζουμε ότι, το δημόσιο χρέος ήταν στα 280,2 δις € στις 31 Μαρτίου 2012, ενώ στις 31 Δεκεμβρίου 2011 βρισκόταν στα 368 δις €. Η μείωση του χρέους Γενικής Κυβέρνησης το 2012 ανήλθε σε 106 δις €, από την ανταλλαγή των ομολόγων (PSI) – ενώ σήμερα το δημόσιο χρέος υπολογίζεται στα 303,5 δις €.
Στη συνέχεια, όμως, αναμένεται να αυξηθεί στα 343,2 δις €, λόγω της ανακεφαλαιοποίησηςτων τραπεζών κατά 48,5 δις € (δεν έχει ολοκληρωθεί), της μείωσης του ενδοκυβερνητικού χρέους κατά 20,7 δις € (λόγω «κουρέματος» των ομολόγων των Ταμείων) και της κάλυψης του ταμιακού ελλείμματος, ύψους 14,95 δις €.
Έτσι, σε απόλυτους αριθμούς, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα μειωθεί, λόγω του PSI, μόλις κατά 15 δις € ή 7,5% του ΑΕΠ – γεγονός που τεκμηριώνει ακόμη μία φορά το ότι, με τον τρόπο αυτό απλά πυροβολήσαμε τα πόδια μας.
Περαιτέρω η Κύπρος (οι πολιτικοί της οποίας κατηγορούν δυστυχώς συνέχεια την Ελλάδα), έχοντας τεράστιο τραπεζικό πρόβλημα (οι ισολογισμοί των τραπεζών της είναι οχταπλάσιοι του ΑΕΠ της), φαίνεται να έχει δύο μόνο επιλογές στη διάθεση της:
(α) την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών της απ’ ευθείας από το ESM, έτσι ώστε να μην επιβαρυνθεί το δημόσιο χρέος της με τη διάσωση τους,
(β) τη χρεοκοπία τους, αφού το κράτος είναι αδύνατον να αναλάβει τα χρέη τους, εγγυώμενο τις καταθέσεις των πολιτών του.
Παράλληλα όμως, υφίσταται ο κίνδυνος μαζικής φυγής κεφαλαίων από τις τράπεζες της (καταθέσεις ξένων), καθώς επίσης η κατάρρευση του μοντέλου της οικονομίας της – εάν τυχόν η Γερμανία απαιτήσει την αύξηση των φορολογικών συντελεστών κλπ.
Συνεχίζοντας έχουμε την εντύπωση ότι η Ισπανία, η οποία καθυστερεί να τοποθετηθεί κάτω από την ομπρέλα του μηχανισμού διάσωσης, παίζει με τη φωτιά – αφού τα προβλήματα της οικονομίας της είναι κατά πολύ μεγαλύτερα, από όσο θέλει η κυβέρνηση της να πιστεύουμε. Η Πορτογαλία φυσικά κινδυνεύει αντίστοιχα – αφού η εξάρτηση της από την Ισπανία δεν είναι αμελητέα.
Η Ιταλία τώρα μάλλον ωφελείται από τις εξελίξεις – ειδικά όσον αφορά την ύφεση της Ολλανδίας (υπερχρέωση του ιδιωτικού τομέα), τα εντεινόμενα προβλήματα της Ισπανίας, καθώς επίσης την κακή οικονομική κατάσταση του Βελγίου. Ωφελείται βέβαια ιδιαίτερα από την υποτίμηση της Γαλλίας - αφού οι αγορές προσπαθούσαν να επιλέξουν το (μεθ)επόμενο θύμα τους, μεταξύ των δύο αυτών χωρών.
Ωφελημένη είναι επίσης η Ιρλανδίαη οποία, παρά τα τεράστια προβλήματα της (κρίση ακινήτων, υπερχρέωση των τραπεζών της κλπ.), αντιμετωπίζεται θετικά από τις αγορές – κυρίως επειδή ανήκει στην αγγλοσαξονική πλευρά, με πολλές αμερικανικές επιχειρήσεις να δραστηριοποιούνται στα εδάφη της.
Ολοκληρώνοντας, αν και κανένας δεν δίνει πλέον μεγάλη σημασία στην Κίνα (όπως και στη Ρωσία), λόγω των συνεχών εξελίξεων στην Ευρωζώνη και στις Η.Π.Α., η «κίτρινη γάγγραινα» τοποθετεί τα πιόνια της στην ευρωπαϊκή σκακιέρα αργά αλλά σταθερά – με τη βοήθεια των κρατικών επενδυτικών κεφαλαίων και της τεράστιας ρευστότητας που διαθέτουν.
Άλλωστε ο μεγάλος κερδισμένος στο σημερινό πολιτικό «γίγνεσθαι» φαίνεται να είναι ο κρατικός, μονοκομματικός καπιταλισμός – «γενέτειρα» του οποίου είναι η Κίνα, ακολουθούμενη έμμεσα από τη Ρωσία (με τη Γερμανία να θέλει μάλλον να υιοθετήσει ανάλογες πολιτικές).
Βασίλης Βιλιάρδος