Bloomberg: Μια από τα ίδια για την Ελλάδα...
Οι ηγέτες της Ευρώπης κατέληξαν στο Plan C στην προσπάθειά τους να διασώσουν την Ελλάδα. Δυστυχώς, από το σχέδιο αυτό, όπως και στα Plans A και B, λείπει ένα κρίσιμο στοιχείο, με βάση τους συντάκτες του Bloomberg: η αρκετή μείωση του χρέους.
Όπως επισημαίνουν, η συμφωνία μεταξύ των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι καλοδεχούμενη και έχει μάλιστα καθυστερήσει. Παρέχει την απαραίτητη στήριξη στην ελληνική κυβέρνηση, η οποία έχει αναλάβει τεράστια πολιτικά ρίσκα για να ανταποκριθεί στους όρους για τη βοήθεια. Βάζει επίσης τέλος στη διαμάχη Ευρώπης - ΔΝΤ, που κράτησε εβδομάδες, ως προς το πώς θα καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό της Ελλάδας - καθυστέρηση που απείλησε να υπονομεύσει την πίστη στο πρόγραμμα διάσωσης ακόμα και όσων Ελλήνων πιστεύουν ότι πρέπει να γίνουν οι αλλαγές και οι θυσίες που έχουν απαιτηθεί.
Όμως, η συμφωνία δεν κάνει αρκετά για να διευθετήσει το μεγαλύτερο πρόβλημα: ένα κυβερνητικό χρέος που ανέρχεται κοντά στο 170% του ΑΕΠ και είναι δυσβάστακτο υπό οποιοδήποτε λογικό σενάριο. Η συμφωνία υποθέτει ότι η Ελλάδα ουσιαστικά θα ξεπεράσει από μόνη της το πρόβλημα, μειώνοντας το χρέος της σε λιγότερο από το 110% του ΑΕΠ μέχρι το 2022, ενώ την ίδια ώρα θα πρέπει να αντέξει τη συνθλιπτική λιτότητα που απαιτείται για να διατηρήσει ένα πλεόνασμα 4% του ΑΕΠ. Με άλλα λόγια, είναι απλώς ένα μπάλωμα για να μην υπάρξει άτακτη χρεοκοπία και έξοδος από την ευρωζώνη, η οποία θα μπορούσε να πυροδοτήσει τη μετάδοση στις πολύ μεγαλύτερες οικονομίες της Ισπανίας και της Ιταλίας.
Όπως επισημαίνουν, η συμφωνία μεταξύ των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι καλοδεχούμενη και έχει μάλιστα καθυστερήσει. Παρέχει την απαραίτητη στήριξη στην ελληνική κυβέρνηση, η οποία έχει αναλάβει τεράστια πολιτικά ρίσκα για να ανταποκριθεί στους όρους για τη βοήθεια. Βάζει επίσης τέλος στη διαμάχη Ευρώπης - ΔΝΤ, που κράτησε εβδομάδες, ως προς το πώς θα καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό της Ελλάδας - καθυστέρηση που απείλησε να υπονομεύσει την πίστη στο πρόγραμμα διάσωσης ακόμα και όσων Ελλήνων πιστεύουν ότι πρέπει να γίνουν οι αλλαγές και οι θυσίες που έχουν απαιτηθεί.
Όμως, η συμφωνία δεν κάνει αρκετά για να διευθετήσει το μεγαλύτερο πρόβλημα: ένα κυβερνητικό χρέος που ανέρχεται κοντά στο 170% του ΑΕΠ και είναι δυσβάστακτο υπό οποιοδήποτε λογικό σενάριο. Η συμφωνία υποθέτει ότι η Ελλάδα ουσιαστικά θα ξεπεράσει από μόνη της το πρόβλημα, μειώνοντας το χρέος της σε λιγότερο από το 110% του ΑΕΠ μέχρι το 2022, ενώ την ίδια ώρα θα πρέπει να αντέξει τη συνθλιπτική λιτότητα που απαιτείται για να διατηρήσει ένα πλεόνασμα 4% του ΑΕΠ. Με άλλα λόγια, είναι απλώς ένα μπάλωμα για να μην υπάρξει άτακτη χρεοκοπία και έξοδος από την ευρωζώνη, η οποία θα μπορούσε να πυροδοτήσει τη μετάδοση στις πολύ μεγαλύτερες οικονομίες της Ισπανίας και της Ιταλίας.
Η αποτελεσματική λύση
Η Γερμανία και άλλες πιστώτριες χώρες αρνήθηκαν να σκεφθούν την απλούστερη και αποτελεσματικότερη λύση της διαγραφής μέρους του χρέους της Ελλάδας προς τους επίσημους πιστωτές, κίνηση που θα αντιστοιχούσε σε ξεκάθαρη δημοσιονομική μεταφορά. Αντί γι’ αυτό, συμφώνησαν να μειώσουν το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους, να παρατείνουν την περίοδο αποπληρωμής και να δανείσουν στη χώρα χρήματα ώστε να επαναγοράσει ομόλογα που κατέχουν ιδιώτες επενδυτές. Συνολικά, αυτά τα μέτρα υποτίθεται ότι αντιστοιχούν σε ελάφρυνση του χρέους ισοδύναμη με περίπου 20% του ΑΕΠ μέχρι το 2020. Το ΔΝΤ, από την πλευρά του, χαλάρωσε την προηγούμενη απαίτησή του η Ελλάδα να μειώσει το χρέος της στο 120% του ΑΕΠ μέχρι το 2020.
Μπορεί να χρειαστεί να γίνουν ελιγμοί ώστε να μπορέσει να περάσει η συμφωνία από τα διάφορα εθνικά κοινοβούλια που πρέπει να την επικυρώσουν, όμως θα μπορούσαν να πετύχουν μελλοντικά υψηλότερη τιμή, σχολιάζουν οι συντάκτες του Bloomberg. Ορισμένες χώρες της ευρωζώνης, για παράδειγμα, θα πληρώνουν τώρα περισσότερα για να δανειστούν χρήματα από όσα λαμβάνουν από τους τόκους της Ελλάδας. Αυτή είναι μια «επιδέξια» δημοσιονομική μεταφορά, όπως είναι και η 10ετής παράταση για ορισμένες λήξεις τίτλων καθώς και η περίοδος χάριτος στα δάνεια, για την οποία δεσμεύτηκαν νωρίτερα φέτος η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ.
Το παράλογο είναι ότι μεγάλο μέρος του βάρους θα το επωμιστούν οι χώρες που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα. Η Ιταλία και η Ισπανία, για παράδειγμα, θα πρέπει να πληρώσουν την Ελλάδα για το… προνόμιο να τη δανείζουν, διότι τα κόστη χρηματοδότησής τους είναι υψηλότερα από το μειωμένο επιτόκιο με το οποίο θα δανείζεται η Ελλάδα.
Προβληματική αναμένεται και η επαναγορά χρέους από τους ιδιώτες επενδυτές, αναφέρουν οι συντάκτες του Bloomberg. Το σκεπτικό είναι ότι οι χαμηλές τιμές αγοράς του ελληνικού χρέους δημιουργούν μια ευκαιρία για απόσυρσή του με χαμηλό κόστος, με δανεισμό νέου χρήματος για αγορά παλαιών ομολόγων. Αν, για παράδειγμα, η Ελλάδα μπορεί να επαναγοράσει τα ομόλογά της στα 33 σεντς ανά ευρώ ονομαστικής αξίας, μπορεί να ξεφορτωθεί περίπου 3 ευρώ χρέους για κάθε νέο ευρώ που δανείζεται. Το πρόβλημα είναι ότι η τιμή των ομολόγων τείνει να αυξάνεται όσο οι αγορές περιμένουν την επαναγορά, διαβρώνοντας τα οφέλη για τη χώρα. Τα δεκαετή ελληνικά ομόλογα είναι διαπραγματεύσιμα σχεδόν στα 36 σεντς του ευρώ, από 31 σεντς στις αρχές Οκτωβρίου.
Σε μια αδέξια προσπάθεια να διασφαλιστούν τα οφέλη της επαναγοράς, η συμφωνία διάσωσης θέτει ως όρο ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να πληρώσει περισσότερα από την τιμή κλεισίματος των ομολόγων της στις 23 Νοεμβρίου. Ως αποτέλεσμα, η κυβέρνηση μπορεί να μην καταφέρει να βρει επενδυτές πρόθυμους να πουλήσουν τα ομόλογά τους στην τιμή προσφοράς - γεγονός που θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την εκταμίευση του μεριδίου του ΔΝΤ από τη διάσωση, η οποία εξαρτάται από την ολοκλήρωση της επαναγοράς χρέους. Η αρχική άνοδος του ευρώ λόγω της ανακοίνωσης της συμφωνίας έχει εξαφανιστεί, καθώς η πραγματικότητα αυτή έχει γίνει αντιληπτή από τους επενδυτές.
Η διαφορά του Plan C
Ίσως η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ του Plan C και των προηγούμενων σχεδίων είναι ότι έχει μετατοπιστεί η ευθύνη της αποτυχίας. Προηγουμένως, η Ελλάδα έφερε την ευθύνη για την ανικανότητά της να κάνει αυτά που έπρεπε. Τώρα, το σχέδιο των πιστωτών είναι πιθανόν να μετατραπεί στον μοναδικό «υπεύθυνο». Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε φάνηκε να αναγνωρίζει τα ελαττώματα κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις 27 Νοεμβρίου, δηλώνοντας πως αν η επαναγορά ομολόγων αποτύχει τότε η τρόικα (το ΔΝΤ, η Κομισιόν και η ΕΚΤ) θα πρέπει να πάρει «άλλα μέτρα».
Όταν έρθει η ώρα για να καταρτίσουν το Plan D, οι Ευρωπαίοι ηγέτες καλά θα κάνουν να προχωρήσουν στη διαγραφή μέρους του ελληνικού χρέους που έχουν προσπαθήσει τόσο σκληρά να αποφύγουν. Αν, για παράδειγμα, μειώσουν στο ήμισυ το χρέος της κυβέρνηση, και αν το κόστος δανεισμού της χώρας στην αγορά μπορεί να μειωθεί περίπου στο 5%, η Ελλάδα θα μπορέσει να διατηρήσει σταθερό το χρέος της εμφανίζοντας πρωτογενές πλεόνασμα (εξαιρουμένης της πληρωμής των τόκων) ύψους περίπου 1,5% του ΑΕΠ - εύρος το οποίο έχει επιτύχει στο παρελθόν. Το κόστος που θα πληρωθεί τώρα θα είναι μεγαλύτερο, όμως μεγαλύτερες θα ήταν και οι πιθανότητες επιτυχίας.