Ο μεσαίος δρόμος
Από την μια, ένας μάλλον αφελής νέος, που βρέθηκε στο άστρο του και χωρίς να αντιλαμβάνεται πόσο οι καιροί έχουν αλλάξει, δοκιμάζει καθιερωμένες συνταγές αναρρίχησης στην εξουσία, μιμούμενος τα πρότυπα που έτυχε να πετύχουν στο παρελθόν. Σε μια περίοδο που όλοι, ακόμη και οι πιο εύπιστοι, έχουν αντιληφθεί ότι λεφτά πια δεν υπάρχουν και ότι τίποτε από όσα υπόσχεται δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί.
Το κοινό του, έτσι, αποτελείται από δύο κατηγορίες απελπισμένων, άρα τυφλών. Από εκείνους που κάποτε τα κατάφερναν και τώρα, που έχασαν τα πάντα, διαθέτουν την πολυτέλεια να ακουμπούν σε θολές ψευδαισθήσεις.
Και από εκείνους που, είτε άμεσα είτε έμμεσα συνδεδεμένοι, σιτίζονταν σε βάρος του κράτους και σήμερα, βλέποντας ότι χάνουν τα άδικα κερδισμένα, που τόσο καιρό απολάμβαναν, κάνουν μια ύστατη απέλπιδα προσπάθεια, μήπως και ξεγελάσουν την ζωή και τα κρατήσουν. Το αποτέλεσμα δεν είναι άλλο από την δημιουργία και συσσώρευση μιας εκρηκτικής ύλης, που θα καταστρέψει πρώτα τους ίδιους τους δημιουργούς της και στην συνέχεια θα οδηγήσει την χώρα στο χάος και την καταστροφή.
Από την άλλη μεριά, οι γνήσιοι φιλελεύθεροι "μεταρρυθμιστές", όπως αρέσκονται οι ίδιοι να αποκαλούν τον εαυτό τους. Ένα από την φύση του ασυντόνιστο σύνολο οπαδών της απλοϊκής κοινωνικής μηχανικής, που προσκυνά τις θεότητες των αγορών και θεωρεί τους ανθρώπους αναλώσιμα αντικείμενα, στην διαδικασία μια φυσικής και μη αντιστρέψιμης πορείας εξατομικευμένης "ανάπτυξης".
Γι' αυτούς το κόστος κάθε πράξης αποτυπώνεται στους αριθμητικούς δείκτες, που προκύπτουν ως αποτέλεσμα επεξεργασίας αλγορίθμων. Και αν υπάρχει κάτι που μπορεί να περιγραφεί με όρους αισθήματος ελευθερίας ή ικανοποίησης, με όρους απροσδιοριστίας με άλλα λόγια, αυτό ανήκει μόνον σε αυτούς, προσωπικά. Ο κόσμος τους είναι ένας κόσμος άπειρων κλειστών συμπάντων, που, μεταξύ τους, μπορούν να ανταλλάσσουν μόνον ύλη, χωρίς ποσοτικές προϋποθέσεις. Ένα ανθρώπινο σφαγείο. Σφαγείο με κανόνες, όμως.
Και οι δύο όχθες φιλοξενούν συγκροτημένες αφηγήσεις που, ενώ φαινομενικά διαφέρουν, μοιράζονται ένα θεμελιώδες κοινό χαρακτηριστικό. Τον υψηλό βαθμό εντροπίας. Αφού μπορούν να επιβιώνουν και να αναπαράγονται μόνον σε περιβάλλον επάρκειας διαθέσιμων νέων πόρων που προέρχονται από εξωτερικές πηγές. Αυτές είναι οι σχηματοποιημένες και ευδιάκριτες, συστημικές εναλλακτικές προτάσεις. Κάθε τι άλλο, διαφορετικό, υπνώττει, αδύναμο να ανακαλύψει τον εαυτό του, να τον περιγράψει και να εκφρασθεί.
Στην μέση ξεψυχάει το κυρίαρχο ακόμη πολιτικό σύστημα. Ένας θολός πολτός ανομίας, ανηθικότητας και παρασιτισμού, που συνεχίζει να επιβιώνει, επειδή, σε έναν λαό χωρίς φρόνημα και άμαθο σε ανατάσεις, που έχει μάθει να αρκείται στην επίφαση μιας επίπλαστης και ψεύτικης κανονικότητας, είναι αυτό που μπορεί να χειρίζεται κατά βούληση τους ανάπηρους θεσμούς και να δημιουργεί το άλλοθι της "νομιμότητας".
Η ύπαρξη του κρέμεται από μια λεπτή κλωστή και το τελευταίο στήριγμά του πλέον είναι μια αόριστη απειλή θανάτου. Ως μήνυμα, δήθεν θετικό, μπορεί να εκπέμπει μόνον λευκό θόρυβο. Ένα συνονθύλευμα από ανόητους λεκτικούς εξωραϊσμούς, που κανείς πια δεν πιστεύει και, ακόμη περισσότερο, όσο περνάει ο καιρός, κανείς δεν ακούει ευχάριστα.
Η μόνη εφικτή λύση, η συγκρότηση της κοινωνίας σε ενιαίο σώμα, με οδηγό έναν κοινό ορισμό για την αξιοπρέπεια, με επιθυμία μετοχής, αυτοπεριορισμού και μοιράσματος, με κοινή συμφωνία για την έκτακτη ανταμοιβή εκείνων που θα δημιουργήσουν την περίσσεια του πλούτου, που θα σύρει μπροστά το σύνολο, μέσα σε ένα περιβάλλον υγιούς ανταγωνισμού και άμιλλας, με αποδεκτούς από όλους κανόνες, που θα θέτουν με σαφήνεια τα προς τα κάτω όρια, με τέτοιο τρόπο, ώστε να απελευθερώνονται από μεμψίμοιρους περιορισμούς οι υψηλοί ορίζοντες, δεν περιλαμβάνεται ακόμη σε καμία σοβαρή ατζέντα.
Ένα τέτοιο σύστημα έχει το πλεονέκτημα ότι μπορεί να ισορροπήσει και να παραμείνει συμπαγές ανεξάρτητα από την αφθονία και την ικανοποιητική αναπλήρωση των πόρων του. Επειδή η φύση και η σταθερότητα των σχέσεων των μελών του δεν ρυθμίζεται από αυτούς, αλλά επιτυγχάνεται με την εφαρμογή υπερβατικών κανόνων. Σε ένα τέτοιο σύστημα οι εισροές δεν αλλάζουν τις σχέσεις αλλά, αντίθετα, οι σχέσεις είναι αυτές που καθορίζουν την αμοιβαία επωφελή διανομή των εισροών, όταν οι τελευταίες υπάρχουν.
Οι λέξεις εκδικούνται. Γι' αυτό και η για πολλές δεκαετίες βαριά κατάχρησή τους, από πολιτικούς σχηματισμούς φαύλους και από ανθρώπους δόλιους και ανυπόληπτους, τις έχει ακυρώσει και έχει κάνει την εύληπτη περιγραφή αυτού του μέσου δρόμου μια πολύ δύσκολη υπόθεση. Η κατάργηση της εμπιστοσύνης δεν επιτρέπει την επικοινωνία, με την χρήση μιας γλώσσας, που, σε κάποιο βαθμό, δεν μπορεί παρά να έχει και ένα αόριστο περιεχόμενο. Και η εικόνα ενός κόσμου που δεν υπάρχει και που οραματιζόμαστε μόνο την δημιουργία του είναι αδύνατον να κοινωνηθεί χωρίς την χρήση μιας τέτοιας γλώσσας. Πρόκειται για μια εγγενή αδυναμία.
Δέσμιοι αυτού του ελλείμματος, κάποιοι, αναζητούν καταφυγή στην εύκολη δημαγωγία. Στην αναπαραγωγή των έτοιμων παραστάσεων, που διατηρούν μέσα τους από το πρόσφατο παρελθόν της δανεικής ευδαιμονίας. Άλλοι, εξίσου απλοϊκοί και ανυπόμονοι, αναζητούν το καινούργιο μέσα από μαθηματικές αποδείξεις και εγγυήσεις συναφούς μεθοδολογικής συνέπειας, επιχειρώντας να κωδικοποιήσουν την σύνθετη και περίπλοκη έννοια της σχέσης και της οφειλής προς την κοινότητα με πράξεις απλής αριθμητικής. Και οι υπόλοιποι παραδίδονται παράλυτοι και εθελόδουλοι μπροστά στην απειλή της καταστροφής, με την μοιραία ψευδαίσθηση ότι η τυραννία θα παραιτηθεί η ίδια από τα προνόμια της, υπακούοντας σε κάποιο ένστικτο αυτοσυντήρησης.
Δεν θα κάνουμε βήμα μπροστά αν δεν επανεφεύρουμε την γλώσσα μας και αν δεν επανακτήσουμε την χαμένη δυνατότητα επικοινωνίας. Μαθαίνοντας να χρησιμοποιούμε τις αόριστες έννοιες με τρόπο κοινά αποδεκτό. Αν δεν ξαναχτίσουμε και επανεποικήσουμε τον ερειπωμένο δημόσιο χώρο. Αν δεν επενδύσουμε στην εμπιστοσύνη. Τα υποδείγματα υπάρχουν, σε χώρες κοντινές μας και, ευτυχώς, φιλικές ακόμη. Έχουν πολλά ονόματα, αλλά, χάριν ευκολίας, μπορούμε να υιοθετήσουμε για ευκολία ένα από αυτά. Ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία.
ermippos