Τα μάτια του θανάτου
Είναι κάποιες φορές που στην ζωή έρχεται μια λέξη, μια γνωμάτευση ενός γιατρού που μπορεί να ταράξει τα καθημερινά δεδομένα και όλα αυτά που βλέπεις να συμβαίνουν σε άλλους, ξαφνικά είναι στην πόρτα σου.
Φτάνει μια λέξη να ξεστομίσει ο γιατρός και όλα καταρρέουν, όλα αλλάζουν διαστάσεις και ο χρόνος έχει την δική του σημασία.
Καρκίνος σου λέει ο γιατρός και η σιωπή απλώνεται γύρω σου.
Πόσο χρόνο έχω ακόμη; είναι η ερώτηση που σπάει την σιωπή.
Τρεις μήνες σου λέει και στην καλύτερη ένα εξάμηνο.
Έρχεσαι αντιμέτωπος με τον πρωτογενή σου φόβο, με τον φόβο που νιώθεις συνέχεια στο πετσί σου και ας λες πως δεν σε νοιάζει, και ας λες ότι είσαι δυνατός, και ας λες πως την ζωή σου την έχεις ζήσει.
Είναι η στιγμή που ο χρόνος σου φαίνεται να τρέχει πιο γρήγορα, οι σκέψεις σου έχουν τρελό ρυθμό, αλλά τρέμεις, τρέμεις στην ιδέα ότι σε λίγο καιρό δεν θα υπάρχεις, θα αφήσεις πίσω σου όλα όσα αγαπάς.
Και αρχίζεις να ψάχνεις για θαύματα, αρχίζεις να παρακαλάς σε όλους τους Θεούς που ξέρεις και σ΄ αυτούς που δεν ξέρεις.
Θέλεις να σταματήσεις τα ρολόγια μα είναι αδύνατον.
Εξοργίζεσαι με την τύχη σου και της μοίρας το γραφτό.
Η ζωή σου έχει πάρει άλλη διάσταση και η καθημερινότητα σου δεν έχει πλέον δεδομένα, δεν έχεις χρόνο για να αποκτήσεις δεδομένα, το μοναδικό σου δεδομένο είναι ο θάνατος σου.
Μετά από λίγες μέρες και ενώ έχεις αρχίσει να δέχεσαι το τέλος σου, έρχονται φίλοι και γνωστοί να σε δουν ίσως για τελευταία φορά, να σου πουν ένα <<καλό ταξίδι>>, αλλά εσύ δεν θέλεις πλέον να ταξιδέψεις, δεν θέλεις αυτό το εισιτήριο που σου έκοψε ο χάρος.
Εσύ απλά έχεις αποκτήσει την δίψα για ζωή, έχεις πλέον την θέληση να συγχωρέσεις ακόμη και τους πιο μισητούς σου εχθρούς, καταλαβαίνεις πως η καρδιά σου έχει χώρο ακόμη και για κείνους τους άστεγους που δεν γνώρισες ποτέ από κοντά, βλέπεις πως μπορείς να δώσεις και την τελευταία σου δεκάρα στο πιτσιρίκι που στέκεται στο φανάρι, μιλάς ακόμη και με εκείνον τον φασίστα και εκείνον το κουμμούνι που έχουν και αυτοί καρκίνο.
Όλη σου την ζωή τους έβριζες μα τώρα έχεις την δύναμη να τους αγκαλιάσεις, να τους φυλλίσεις και να ταυτιστείς μαζί τους για το κοινό πρόβλημα του θανάτου.
Ανακαλύπτεις πως τα χθεσινά σου προβλήματα είναι πλέον προβλήματα πολυτελείας, αναρωτιέσαι τι το ήθελες εκείνο το άνετο διαμέρισμα και το τζιπακι,και απαντάς στον εαυτό σου με κείνη την χιλιοειπωμένη απάντηση του μελλοθάνατου: ας είχα την υγειά μου και ας έμενα σε καλύβι, ας ήμουνα ξυπόλυτος, ακόμη και την πείνα θα την άντεχα.
Αρχίζεις να ψάχνεις τους φίλους σου, θέλεις την οικογένειά σου δίπλα σου, νιώθεις το πόσο πολύτιμη είναι η συντροφιά, νιώθεις την αγάπη να μην χωράει μέσα στον χρόνο που σου απομένει αλλά η καρδιά σου χωράει άλλη τόση και άλλη τόση......
Θέλεις να γυρίσεις τον χρόνο πίσω και να ζήσεις την ζωή σου με τα σημερινά σου μάτια, θέλεις να ξαναγεννηθείς και να ζήσεις με αγάπη και ανθρωπιά.
Θέλεις να φωνάξεις σε όλο τον κόσμο και να σ’ ακούσει, να του πεις ότι η ζωή είναι πολύ μικρή για να χάσεις έστω και μια στιγμή της από την μαγεία της.
Θέλεις να τους πείσεις πως άλλες είναι οι αξίες της ζωής, μα δεν σ’ ακούει κανείς.....
Δεν σ’ ακούει κανείς και ο χρόνος σου τελειώνει......
Τελειώνει και γίνεσαι άλλος ένας κοινός θνητός που πέθανε, άλλο ένα νούμερο στο ποσοστό του θανάτου με αιτία τον καρκίνο.....
Πέθανες και έμεινα πίσω σου να αναρωτιέμαι γιατί πρέπει να έρθει ο θάνατος για να νιώσουμε ανθρώπινα;
Δηλαδή δεν μπορώ να δω πόσο αξία έχει η ζωή όταν είμαι υγιείς και δυνατός;
Πρέπει να το μάθω λίγο πριν πεθάνω πως η ζωή είναι ωραία;
Γιατί όσο ζω σκοτώνω την ζωή μου ενώ όταν παθαίνω θέλω να ζήσω;
ΑΠΛΑ ΔΕΝ ΞΕΡΩ !!!!!!!!!!!!
Καλή μέρα να έχουμε
ακης κουστουλιδης
upogia-taxi