Τσίπρας: Επιβεβλημένη η ομαλοποίηση των σχέσεων με το Βερολίνο
Την επικοινωνία με την γερμανική κυβέρνηση και τον γερμανικό πολιτικό κόσμο επιχειρεί να αποκαταστήσει ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος βρίσκεται στο Βερολίνο και τη Δευτέρα θα συναντηθεί με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
«Είναι επιβεβλημένο να υπάρξει μια ομαλοποίηση των σχέσεων» λέει σε συνέντευξή του στη Deutsche Welle, ενώ αναφερόμενος στο τετ-α-τετ με τον Β. Σόιμπλε σημειώνει: «Έχω πάντοτε την ελπίδα όταν συνομιλώ με ανθρώπους ότι μπορώ να τους πείσω να αλλάξουν γνώμη».
Και όπως υπογράμμισε ο Αλέξης Τσίπρας: “Κατά αρχάς, δεν συνηθίζω να συναντώ μόνο ανθρώπους με τους οποίους συμφωνώ. Και δεύτερον, έχω πάντοτε την ελπίδα όταν συνομιλώ με ανθρώπους ότι μπορώ να τους πείσω να αλλάξουν γνώμη”.
Σχεδόν τα ίδια λόγια χρησιμοποίησε και ο γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος Γκέοργκ Στράιτερ την Παρασκευή για να αιτιολογήσει την προθυμία του κ. Σόιμπλε να συναντηθεί με τον κ. Τσίπρα.
Ζητούμενο η συνεργασία, όχι ο επικοινωνιακός αντίκτυπος
Υπάρχει όμως ένας σημαντικότερος λόγος, που επιβάλει αυτήν την ομαλοποίηση των σχέσεων: “Μπορεί αύριο να είναι κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα. Αυτό το γνωρίζει η γερμανική πλευρά. Δεν μπορούμε να ξεκινήσουμε από το μηδέν.
Πρέπει να δούμε αν υπάρχει ένα πεδίο διαπραγμάτευσης κατ' αρχάς. Άρα, το τελευταίο που με ενδιαφέρει σε αυτές τις συναντήσεις είναι η εικόνα, ο επικοινωνιακός αντίκτυπος. Με ενδιαφέρει η πραγματική πολιτική ουσία, δηλαδή, να προσπαθήσω να πείσω τον συνομιλητή μου και την γερμανική κυβέρνηση ότι χρειάζεται αλλαγή πολιτικής για να διατηρηθεί η ευρωζώνη και βεβαίως η Ελλάδα εντός αυτής.”
Ο κ. Τσίπρας αναγνωρίζει ότι υπάρχουν διαφορετικές εκτιμήσεις τόσο για τις αιτίες τις κρίσης όσο και για τον τρόπο και την μέθοδο με τους οποίους θα ξεπεραστεί. Δεν μπορεί όμως να παραβλεφθεί, τονίζει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ότι τα μνημονιακά μέτρα που εφαρμόζονται εδώ και τρία χρόνια στην Ελλάδα, έχουν αποτύχει.
“Συνεπώς θα πρέπει με βάση αυτά τα δεδομένα και αυτά τα αποτελέσματα να συμφωνήσουμε τουλάχιστον σε κάτι, δηλαδή, ότι ο ελληνικός λαός δεν αντέχει άλλες θυσίες και ότι χρειάζεται να αναθεωρηθεί αυτό το πρόγραμμα. Χρειάζεται να δούμε όλοι τρόπους μέσα από τους οποίους, και οι δύο πλευρές, θα καταφέρουν να πετύχουν, διότι η αποτυχία του προγράμματος στην Ελλάδα και η οικονομική κατάρρευση δεν θα είναι προς όφελος της Γερμανίας και του γερμανικού λαού.”
“Και το πρώτο βήμα για να καταλήξει κανείς κάπου είναι να συζητά,” συμπληρώνει ο κ. Τσίπρας.
Πάντως ο κ. Τσίπρας γνωρίζει ότι βασικός είναι η γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και στην ερώτηση αν θα ήταν διατεθειμένος να την συναντήσει, ο κ. Τσίπρας απαντά καταφατικά, αναγνωρίζοντας όμως ότι αυτό δεν θα είναι και τόσο εύκολο.
“Η καγκελάριος συναντάται μονάχα με ομότιμους της. Θέλαμε να αποκτήσουμε μια επαφή, μια επικοινωνία φυσιολογική για να μην δημιουργείται η εντύπωση ότι υπάρχουν δύο αντίπαλα στρατόπεδα που δεν ανταλλάσσουν ούτε καλημέρα. Από εκεί και πέρα εάν στο μέλλον υπάρξει αυτή η δυνατότητα, εγώ δεν θα έχω καμία αντίρρηση.”
Στις συνομιλίες του στο Βερολίνο ο κ. Τσίπρας θα εστιάσει το ενδιαφέρον τον συνομιλητών του και στο θέμα της φοροδιαφυγής αλλά και φοροαποφυγής στην Ελλάδα. Θα ζητήσει οι ηγεσίες των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να πάρουν θέση για αυτά τα φαινόμενα:
“Αν θέλουμε η Ελλάδα να κάνει μια νέα αρχή και αν θέλουμε να προχωρήσουμε σε σημαντικές, ουσιαστικές διαρθρωτικές αλλαγές, που είναι αναγκαίο να συμβούν στην Ελλάδα, πρέπει η ελληνική κοινωνία, ο ελληνικός λαός να κατανοήσει ότι οι ευρωπαίοι εταίροι θέλουν να υπάρξει δικαιοσύνη. Εάν δεν πεισθεί ο ελληνικός λαός γι’ αυτό, πιστέψτε με, δεν είναι δυνατόν να προχωρήσουν αυτές οι διαρθρωτικές αλλαγές, διότι θέλουν κυρίως συναίνεση. Η πλειοψηφία της κοινωνίας θα πρέπει να πεισθεί ότι είναι αλλαγές που θα φέρουν δικαιοσύνη και θα δημιουργήσουν μια νέα βάση για να ξεκινήσουμε από την αρχή”.
Στο Βερολίνο, ο Αλέξης Τσίπρας είναι αποφασισμένος να θέσει ευθέως και ζήτημα πολιτικής ευθύνης για την κρίση, στοχοποιώντας τα δύο κόμματα που κυβερνούσαν από την μεταπολίτευση και μετά την Ελλάδα: "Αυτό είναι ένα βασικό σημείο το οποίο θέλω να καταθέσω στις επαφές μου με την γερμανική πολιτική ηγεσία, να τους εξηγήσω ότι δεν μπορούν να βασίζονται σε ένα πολιτικό προσωπικό που οδήγησε τη χώρα στα βράχια".
«Είναι επιβεβλημένο να υπάρξει μια ομαλοποίηση των σχέσεων» λέει σε συνέντευξή του στη Deutsche Welle, ενώ αναφερόμενος στο τετ-α-τετ με τον Β. Σόιμπλε σημειώνει: «Έχω πάντοτε την ελπίδα όταν συνομιλώ με ανθρώπους ότι μπορώ να τους πείσω να αλλάξουν γνώμη».
Και όπως υπογράμμισε ο Αλέξης Τσίπρας: “Κατά αρχάς, δεν συνηθίζω να συναντώ μόνο ανθρώπους με τους οποίους συμφωνώ. Και δεύτερον, έχω πάντοτε την ελπίδα όταν συνομιλώ με ανθρώπους ότι μπορώ να τους πείσω να αλλάξουν γνώμη”.
Σχεδόν τα ίδια λόγια χρησιμοποίησε και ο γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος Γκέοργκ Στράιτερ την Παρασκευή για να αιτιολογήσει την προθυμία του κ. Σόιμπλε να συναντηθεί με τον κ. Τσίπρα.
Ζητούμενο η συνεργασία, όχι ο επικοινωνιακός αντίκτυπος
Υπάρχει όμως ένας σημαντικότερος λόγος, που επιβάλει αυτήν την ομαλοποίηση των σχέσεων: “Μπορεί αύριο να είναι κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα. Αυτό το γνωρίζει η γερμανική πλευρά. Δεν μπορούμε να ξεκινήσουμε από το μηδέν.
Πρέπει να δούμε αν υπάρχει ένα πεδίο διαπραγμάτευσης κατ' αρχάς. Άρα, το τελευταίο που με ενδιαφέρει σε αυτές τις συναντήσεις είναι η εικόνα, ο επικοινωνιακός αντίκτυπος. Με ενδιαφέρει η πραγματική πολιτική ουσία, δηλαδή, να προσπαθήσω να πείσω τον συνομιλητή μου και την γερμανική κυβέρνηση ότι χρειάζεται αλλαγή πολιτικής για να διατηρηθεί η ευρωζώνη και βεβαίως η Ελλάδα εντός αυτής.”
Ο κ. Τσίπρας αναγνωρίζει ότι υπάρχουν διαφορετικές εκτιμήσεις τόσο για τις αιτίες τις κρίσης όσο και για τον τρόπο και την μέθοδο με τους οποίους θα ξεπεραστεί. Δεν μπορεί όμως να παραβλεφθεί, τονίζει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ότι τα μνημονιακά μέτρα που εφαρμόζονται εδώ και τρία χρόνια στην Ελλάδα, έχουν αποτύχει.
“Συνεπώς θα πρέπει με βάση αυτά τα δεδομένα και αυτά τα αποτελέσματα να συμφωνήσουμε τουλάχιστον σε κάτι, δηλαδή, ότι ο ελληνικός λαός δεν αντέχει άλλες θυσίες και ότι χρειάζεται να αναθεωρηθεί αυτό το πρόγραμμα. Χρειάζεται να δούμε όλοι τρόπους μέσα από τους οποίους, και οι δύο πλευρές, θα καταφέρουν να πετύχουν, διότι η αποτυχία του προγράμματος στην Ελλάδα και η οικονομική κατάρρευση δεν θα είναι προς όφελος της Γερμανίας και του γερμανικού λαού.”
“Και το πρώτο βήμα για να καταλήξει κανείς κάπου είναι να συζητά,” συμπληρώνει ο κ. Τσίπρας.
Πάντως ο κ. Τσίπρας γνωρίζει ότι βασικός είναι η γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και στην ερώτηση αν θα ήταν διατεθειμένος να την συναντήσει, ο κ. Τσίπρας απαντά καταφατικά, αναγνωρίζοντας όμως ότι αυτό δεν θα είναι και τόσο εύκολο.
“Η καγκελάριος συναντάται μονάχα με ομότιμους της. Θέλαμε να αποκτήσουμε μια επαφή, μια επικοινωνία φυσιολογική για να μην δημιουργείται η εντύπωση ότι υπάρχουν δύο αντίπαλα στρατόπεδα που δεν ανταλλάσσουν ούτε καλημέρα. Από εκεί και πέρα εάν στο μέλλον υπάρξει αυτή η δυνατότητα, εγώ δεν θα έχω καμία αντίρρηση.”
Στις συνομιλίες του στο Βερολίνο ο κ. Τσίπρας θα εστιάσει το ενδιαφέρον τον συνομιλητών του και στο θέμα της φοροδιαφυγής αλλά και φοροαποφυγής στην Ελλάδα. Θα ζητήσει οι ηγεσίες των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να πάρουν θέση για αυτά τα φαινόμενα:
“Αν θέλουμε η Ελλάδα να κάνει μια νέα αρχή και αν θέλουμε να προχωρήσουμε σε σημαντικές, ουσιαστικές διαρθρωτικές αλλαγές, που είναι αναγκαίο να συμβούν στην Ελλάδα, πρέπει η ελληνική κοινωνία, ο ελληνικός λαός να κατανοήσει ότι οι ευρωπαίοι εταίροι θέλουν να υπάρξει δικαιοσύνη. Εάν δεν πεισθεί ο ελληνικός λαός γι’ αυτό, πιστέψτε με, δεν είναι δυνατόν να προχωρήσουν αυτές οι διαρθρωτικές αλλαγές, διότι θέλουν κυρίως συναίνεση. Η πλειοψηφία της κοινωνίας θα πρέπει να πεισθεί ότι είναι αλλαγές που θα φέρουν δικαιοσύνη και θα δημιουργήσουν μια νέα βάση για να ξεκινήσουμε από την αρχή”.
Στο Βερολίνο, ο Αλέξης Τσίπρας είναι αποφασισμένος να θέσει ευθέως και ζήτημα πολιτικής ευθύνης για την κρίση, στοχοποιώντας τα δύο κόμματα που κυβερνούσαν από την μεταπολίτευση και μετά την Ελλάδα: "Αυτό είναι ένα βασικό σημείο το οποίο θέλω να καταθέσω στις επαφές μου με την γερμανική πολιτική ηγεσία, να τους εξηγήσω ότι δεν μπορούν να βασίζονται σε ένα πολιτικό προσωπικό που οδήγησε τη χώρα στα βράχια".
Πηγή: nooz