Μέχρι το τέρμα
Υπάρχουν ακόμη άνθρωποι μέσα στους παγετώνες της Εποχής των Αλαζόνων. Στέκονται όλοι σε μια στάση λεωφορείου κι ας γνωρίζουν ότι η γραμμή «Ελπίδα-Όνειρο» έχει καταργηθεί προ πολλού. Έχουν την περίεργη εμμονή να βγαίνουν από το σπίτι τους και να μην κρατούν ποτέ ομπρέλα ακόμα και αν το σύστημα βρέχει τόσο άδικο που σε τρυπάει μέχρι το μεδούλι. Πάντα στην μια τους τσέπη έχουν το εισιτήριο, που χρόνια ένας εισπράκτορας της Εντιμότητας δεν βρέθηκε να τους το ακυρώσει.
Όλοι στην ίδια στάση χωρίς υπόστεγο στέκονται αμίλητοι κοιτώντας τα λεωφορεία άλλων γραμμών να περνούν κάθε λεπτό αιώνες τώρα. Η γραμμή που έχει την περισσότερη κινητικότητα είναι η «Κατάφαση-Λησμονιά». Όλα τα λεωφορεία της, από το πρωί μέχρι το άλλο πρωί, είναι ασφυκτικά γεμάτα από πλάσματα που έχουν πάντα τα ρούχα τους στεγνά, όσο άδικο κι αν βρέχει, ενώ το πρόσωπό τους δεν έχει ούτε μία ρυτίδα. Μόνο τα μάτια τους που κοιτούν έξω από τα χνωτισμένα παράθυρα έχουν την θαμπάδα των νεκρών βλεμμάτων. Σαν τεράστιες νεκροφόρες κινούνται αυτά τα οχήματα κάθε μέρα αιώνες τώρα και κάθε φορά που θάβεται ένας από τους επιβάτες πάντα βρίσκονται δύο να πάρουν την πολυπόθητη θέση του.
Αντίθετα με αυτούς που βρίσκουν πολλούς αντικαταστάτες, οι άνθρωποι της γραμμής «Ελπίδα- Όνειρο» δεν βρίσκουν ποτέ. Κατά έναν περίεργο τρόπο μετά την κηδεία αυτών, η θέση τους μένει κενή στην στάση τιμητικά. Σαν να υπάρχει έναν άγραφος κανόνας κανείς να μην κλέβει το όνειρο και την ελπίδα του άλλου ακόμα κι αν δεν είναι εκεί για να τα υπερασπιστεί ή για να τα προσμένει. Κανείς δεν παίρνει το εισιτήριο από την τσέπη αυτού που έφυγε. Είναι η πρώτη φορά που βγάζουν το εισιτήριο από την τσέπη του και του το βάζουν στο χέρι. Λες και το λεωφορείο που χρόνια περίμενε έφθασε. Λες και ανεβαίνει ένα – ένα τα σκαλιά. Λες και ο εισπράκτορας είναι επιτέλους στην θέση του. Λες και το Όνειρο τελικά ήταν μια ζωή δρόμος.
simple man