Κρούγκμαν: Ο πόλεμος είναι ταξικός
Του Πολ Κρούγκμαν
Η κεντρώα φαντασίωση για μια Μεγάλη Συμφωνία στα δημοσιονομικά δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση να πραγματοποιηθεί. Ακόμη και αν είχε επιτευχθεί κάποιου είδους συμβιβασμός, οι παίκτες-κλειδιά θα αθετούσαν σύντομα τη συμφωνία - μάλλον την επόμενη φορά που ένας Ρεπουμπλικανός θα ήταν ένοικος του Λευκού Οίκου.
Διότι στην πραγματικότητα τα δυο μεγάλα κόμματα ανταγωνίζονται σφοδρά για τη μελλοντική μορφή που θα έχει η αμερικανική κοινωνία. Οι Δημοκρατικοί επιθυμούν να διατηρηθεί η κοινωνική ασφάλιση, η Medicare και η Medicaid και να προστεθεί σε αυτές ό,τι διαθέτει κάθε άλλη προηγμένη χώρα: η παροχή βασικής περίθαλψης σε όλους. Οι Ρεπουμπλικανοί επιθυμούν να περιοριστούν όλα αυτά προκειμένου να μπορεί να μειωθεί η φορολογία των πλουσίων. Ναι, πρόκειται ουσιαστικά για ταξικό πόλεμο.
Η διαμάχη για τον δημοσιονομικό γκρεμό ήταν απλώς μια ακόμη μάχη στον πόλεμο αυτό. Τελείωσε με μια νίκη τακτικής των Δημοκρατικών. Το ερώτημα είναι αν πρόκειται για πύρρειο νίκη που προετοιμάζει το έδαφος για μια μεγαλύτερη ήττα.
Γιατί την αποκαλώ νίκη τακτικής; Κυρίως για ό,τι δεν έγινε: δεν υπήρξαν περικοπές στα επιδόματα. Αυτό δεν ήταν με κανένα τρόπο εξασφαλισμένο.
Το 2011, η κυβέρνηση είχε την πρόθεση να αυξήσει το όριο ηλικίας για υπαγωγή στη Medicare. Αυτή τη φορά ήταν πρόθυμη να περικόψει τα επιδόματα της κοινωνικής ασφάλισης αλλάζοντας τον τρόπο υπολογισμού της τιμαριθμικής προσαρμογής.
Στο τέλος όμως δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Και οι προοδευτικοί, που ανησυχούν πάντα ότι ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα είναι υπερβολικά πρόθυμος να συμβιβαστεί στα βασικά, έβγαλαν έναν αναστεναγμό ανακούφισης.
Υπήρξαν και ορισμένα θετικά από προοδευτική σκοπιά. Τα διευρυμένα επιδόματα ανεργίας πήραν άλλον ένα χρόνο παράταση - τεράστιο όφελος για πολλές οικογένειες και σημαντική ενίσχυση για τις οικονομικές μας προοπτικές (διότι τα χρήματα αυτά θα ξοδευτούν και συνεπώς θα βοηθήσουν στη διατήρηση θέσεων εργασίας). Αλλα επιδόματα για οικογένειες χαμηλού εισοδήματος έλαβαν πενταετή παράταση.
Το μεγαλύτερο παράπονο των προοδευτικών είναι ότι ο Ομπάμα απέσπασε από τους πλούσιους λιγότερα χρήματα απ' όσο αναμενόταν - περίπου 600 δισ. δολ. έναντι 800 δισ. δολ. για την επόμενη δεκαετία. Αν τα βάλουμε στις σωστές του διαστάσεις, δεν είναι και τίποτε σπουδαίο.
Ας το θέσουμε ως εξής: σύμφωνα με συντηρητικές εκτιμήσεις, το ΑΕΠ τα επόμενα 10 χρόνια θα κυμανθεί γύρω στα 200 τρισ. δολάρια. Συνεπώς, αν είχαν αποσπαστεί τόσα χρήματα από τους πλούσιους όσα αναμένονταν, και πάλι θα ισοδυναμούσαν μόνο με το 0,4% του ΑΕΠ. Οπως αποδείχθηκε, αυτό μειώθηκε στο 0,3%. Σε κάθε περίπτωση, δεν θα έκανε μεγάλη διαφορά στις διαμάχες που μας περιμένουν για τα έσοδα έναντι των δαπανών.
Α, επίσης, όχι μόνο οι Ρεπουμπλικανοί υπερψήφισαν μια αύξηση των φόρων για πρώτη φορά σε δεκαετίες αλλά και το γενικό αποτέλεσμα των φορολογικών μεταρρυθμίσεων που θα εφαρμοστούν θα μειώσει σημαντικά τις ανισότητες, καθώς το πλουσιότερο 1% και ακόμη περισσότερο το πλουσιότερο 0,1% θα υποστούν πολύ μεγαλύτερο πλήγμα από τα μεσαία εισοδήματα.
Γιατί λοιπόν πολλοί προοδευτικοί - περιλαμβανομένου και εμού - αισθάνονται θορυβημένοι; Διότι μας ανησυχούν οι διαμάχες που έρχονται.
Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα έχει ακόμη την δυνατότητα να φέρει την καταστροφή, ιδίως αρνούμενο να αυξηθεί το πλαφόν του χρέους - το οποίο μπορεί να προκαλέσει οικονομική κρίση.
Και οι Ρεπουμπλικανοί έχουν καταστήσει σαφές ότι προτίθενται να μεταχειριστούν την καταστροφική τους δύναμη για να αποσπάσουν μεγάλα ανταλλάγματα.
Ο πρόεδρος έχει δηλώσει, ορθά, ότι δεν θα διαπραγματευτεί σ' αυτήν τη βάση. Αλλά θα διατηρήσει αυτή τη στάση όταν έρθει η στιγμή της αλήθειας;
Γι' αυτό, όπως είπα, από άποψη τακτικής, ο δημοσιονομικός γκρεμός τελείωσε με μια μικρή νίκη του Λευκού Οίκου.
Αλλά η νίκη αυτή μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε ήττα μέσα σε λίγες εβδομάδες.
Δημοσιεύθηκε στους New York Times, αναδημοσίευση από το Βήμα
Η κεντρώα φαντασίωση για μια Μεγάλη Συμφωνία στα δημοσιονομικά δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση να πραγματοποιηθεί. Ακόμη και αν είχε επιτευχθεί κάποιου είδους συμβιβασμός, οι παίκτες-κλειδιά θα αθετούσαν σύντομα τη συμφωνία - μάλλον την επόμενη φορά που ένας Ρεπουμπλικανός θα ήταν ένοικος του Λευκού Οίκου.
Διότι στην πραγματικότητα τα δυο μεγάλα κόμματα ανταγωνίζονται σφοδρά για τη μελλοντική μορφή που θα έχει η αμερικανική κοινωνία. Οι Δημοκρατικοί επιθυμούν να διατηρηθεί η κοινωνική ασφάλιση, η Medicare και η Medicaid και να προστεθεί σε αυτές ό,τι διαθέτει κάθε άλλη προηγμένη χώρα: η παροχή βασικής περίθαλψης σε όλους. Οι Ρεπουμπλικανοί επιθυμούν να περιοριστούν όλα αυτά προκειμένου να μπορεί να μειωθεί η φορολογία των πλουσίων. Ναι, πρόκειται ουσιαστικά για ταξικό πόλεμο.
Η διαμάχη για τον δημοσιονομικό γκρεμό ήταν απλώς μια ακόμη μάχη στον πόλεμο αυτό. Τελείωσε με μια νίκη τακτικής των Δημοκρατικών. Το ερώτημα είναι αν πρόκειται για πύρρειο νίκη που προετοιμάζει το έδαφος για μια μεγαλύτερη ήττα.
Γιατί την αποκαλώ νίκη τακτικής; Κυρίως για ό,τι δεν έγινε: δεν υπήρξαν περικοπές στα επιδόματα. Αυτό δεν ήταν με κανένα τρόπο εξασφαλισμένο.
Το 2011, η κυβέρνηση είχε την πρόθεση να αυξήσει το όριο ηλικίας για υπαγωγή στη Medicare. Αυτή τη φορά ήταν πρόθυμη να περικόψει τα επιδόματα της κοινωνικής ασφάλισης αλλάζοντας τον τρόπο υπολογισμού της τιμαριθμικής προσαρμογής.
Στο τέλος όμως δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Και οι προοδευτικοί, που ανησυχούν πάντα ότι ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα είναι υπερβολικά πρόθυμος να συμβιβαστεί στα βασικά, έβγαλαν έναν αναστεναγμό ανακούφισης.
Υπήρξαν και ορισμένα θετικά από προοδευτική σκοπιά. Τα διευρυμένα επιδόματα ανεργίας πήραν άλλον ένα χρόνο παράταση - τεράστιο όφελος για πολλές οικογένειες και σημαντική ενίσχυση για τις οικονομικές μας προοπτικές (διότι τα χρήματα αυτά θα ξοδευτούν και συνεπώς θα βοηθήσουν στη διατήρηση θέσεων εργασίας). Αλλα επιδόματα για οικογένειες χαμηλού εισοδήματος έλαβαν πενταετή παράταση.
Το μεγαλύτερο παράπονο των προοδευτικών είναι ότι ο Ομπάμα απέσπασε από τους πλούσιους λιγότερα χρήματα απ' όσο αναμενόταν - περίπου 600 δισ. δολ. έναντι 800 δισ. δολ. για την επόμενη δεκαετία. Αν τα βάλουμε στις σωστές του διαστάσεις, δεν είναι και τίποτε σπουδαίο.
Ας το θέσουμε ως εξής: σύμφωνα με συντηρητικές εκτιμήσεις, το ΑΕΠ τα επόμενα 10 χρόνια θα κυμανθεί γύρω στα 200 τρισ. δολάρια. Συνεπώς, αν είχαν αποσπαστεί τόσα χρήματα από τους πλούσιους όσα αναμένονταν, και πάλι θα ισοδυναμούσαν μόνο με το 0,4% του ΑΕΠ. Οπως αποδείχθηκε, αυτό μειώθηκε στο 0,3%. Σε κάθε περίπτωση, δεν θα έκανε μεγάλη διαφορά στις διαμάχες που μας περιμένουν για τα έσοδα έναντι των δαπανών.
Α, επίσης, όχι μόνο οι Ρεπουμπλικανοί υπερψήφισαν μια αύξηση των φόρων για πρώτη φορά σε δεκαετίες αλλά και το γενικό αποτέλεσμα των φορολογικών μεταρρυθμίσεων που θα εφαρμοστούν θα μειώσει σημαντικά τις ανισότητες, καθώς το πλουσιότερο 1% και ακόμη περισσότερο το πλουσιότερο 0,1% θα υποστούν πολύ μεγαλύτερο πλήγμα από τα μεσαία εισοδήματα.
Γιατί λοιπόν πολλοί προοδευτικοί - περιλαμβανομένου και εμού - αισθάνονται θορυβημένοι; Διότι μας ανησυχούν οι διαμάχες που έρχονται.
Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα έχει ακόμη την δυνατότητα να φέρει την καταστροφή, ιδίως αρνούμενο να αυξηθεί το πλαφόν του χρέους - το οποίο μπορεί να προκαλέσει οικονομική κρίση.
Και οι Ρεπουμπλικανοί έχουν καταστήσει σαφές ότι προτίθενται να μεταχειριστούν την καταστροφική τους δύναμη για να αποσπάσουν μεγάλα ανταλλάγματα.
Ο πρόεδρος έχει δηλώσει, ορθά, ότι δεν θα διαπραγματευτεί σ' αυτήν τη βάση. Αλλά θα διατηρήσει αυτή τη στάση όταν έρθει η στιγμή της αλήθειας;
Γι' αυτό, όπως είπα, από άποψη τακτικής, ο δημοσιονομικός γκρεμός τελείωσε με μια μικρή νίκη του Λευκού Οίκου.
Αλλά η νίκη αυτή μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε ήττα μέσα σε λίγες εβδομάδες.
Δημοσιεύθηκε στους New York Times, αναδημοσίευση από το Βήμα