Ονειρο εργασιακής νύχτας...
Tης Mαριαννας Tζιαντζη
Μια εξάμηνη σύμβαση εργασίας ήταν το μεγάλο δώρο που κληρώθηκε στη λαχειοφόρο αγορά που οργάνωσαν πριν από δύο εβδομάδες οι μαθητές ενός λυκείου του νομού Τρικάλων με σκοπό να συγκεντρώσουν χρήματα για την πενθήμερη εκδρομή τους.
Μπα, δεν μπορεί να είναι αλήθεια, σκέφτηκαν πολλοί όταν το πρωτοάκουσαν. Μάλλον περί ιντερνετικής φάρσας θα πρόκειται. Στη λοταρία μπαίνουν κοκόρια και ροφοί, όχι δουλειές και ένσημα του ΙΚΑ! Ομως η πραγματικότητα είναι πιο εξωφρενική και από την πιο ευφάνταστη φάρσα. Ετσι λοιπόν, στον χριστουγεννιάτικο χορό της τρίτης λυκείου μιας όμορφης, ορεινής κωμόπολης κληρώθηκε μια θέση εργασίας. Ο τυχερός, που έπρεπε να είναι μέχρι 25 ετών και άνεργος, προσλαμβάνεται για έξι μήνες σε μια εταιρεία, στο τμήμα συσκευασίας εμπορευμάτων.
Δίκαια αυτή η είδηση μπορεί να καταλάβει μια μικρή υποσημείωση στην ιστορία των τυχερών λαχείων και των λαχειοφόρων αγορών στην Ελλάδα, στο κεφάλαιο «τζόγος νόμιμος, φιλανθρωπικός και κοινωφελής».
Κάποτε τύχη ήταν να κερδίσεις χρήματα, ένα σπίτι, ένα αυτοκίνητο, ένα ταξίδι, έστω ένα σετ ανοξείδωτες κατσαρόλες. «Αυτά είναι τυχερά» λέγαμε, εννοώντας το κορίτσι που έμεινε στο ράφι και δεν παντρεύτηκε ή παντρεύτηκε και ατύχησε. Σήμερα όμως τύχη δεν είναι ο «καλός γαμπρός» ή η «νύφη με προίκα». Τύχη είναι η μισθωτή εργασία, έστω και η προσωρινή: αυτό είναι το «άπιαστο πουλί» που τραγουδούσε η Κάρμεν στο καπνεργοστάσιο και όχι ο έρωτας («l’amour est un oiseau rebelle...»).
«Αυτό το σπίτι ποιος θα το πάρει;» κραύγαζαν οι λαχειοπώλες, διαφημίζοντας τα αθηναϊκά διαμερίσματα που κληρώνονταν στο ετήσιο Λαχείο Συντακτών.
Από τη μια στιγμή στην άλλη, στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ο μέγας τυχερός ήταν αυτός που ξάφνου αποκτούσε ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι του - και τι κεραμίδι! Με «προχώλλ, χωλλ, οφφίς, δωμάτιον υπηρεσίας, ευρυχώρους διαδρόμους... κεντρικήν θέρμανσιν και ασανσέρ», όπως έγραφαν οι ρεκλάμες της εποχής. Με ένα διαμέρισμα «εις επιβλητικόν κατάλευκον μέγαρον παρά την Ομόνοιαν» (ή στα Πατήσια ή στην Κυψέλη), κάποιοι έλεγαν αντίο στη φτώχεια, αφού η εργασία, έστω και με μικρό μισθό, ήταν πολύ λιγότερο δυσεύρετη από ό,τι σήμερα.
«Αυτή τη δουλειά ποιος θα την πάρει;» ίσως να κραύγαζαν οι μαθητές στη γιορτή τους, όταν προσπαθούσαν να πουλήσουν τους λαχνούς τους.
Η διαπίστωση ότι η ανεργία είναι τραγική έχει γίνει τόσο κοινότοπη που η επανάληψή της καταντά ύβρις.
Τραγική όμως είναι και η σύνδεση της μαγείας των Χριστουγέννων, της χαράς, της γιορτής της νεότητας, της παραζάλης του χορού με ένα χαρτί που γράφει «Εξάμηνη Σύμβαση». Τραγικός είναι ο σύγχρονος ρόλος της καλής νεράιδας, αφού το ραβδάκι της, αντί να μεταμορφώνει την κολοκύθα σε άμαξα και τα κουρέλια της Σταχτοπούτας σε φόρεμα λαμπερό, στέλνει τον πρίγκιπα να δουλέψει σε μια αποθήκη εμπορευμάτων.
Πόσο γρήγορα τελειώνει η ηλικία των παραμυθιών, πόσο γρήγορα τελειώνει το όνειρο εργασιακής νύχτας για να το διαδεχτεί ο εφιάλτης του άνεργου εικοσιτετραώρου... στη Θεσσαλία και παντού.