Χούντα είναι θα περάσει
Όποιος ξεσκίζει το μέλλον ενός λαού, αποκλείεται να κωλώσει στο παρόν του. Κάπως έτσι θα μπορούσε κάποιος να περιγράψει με λίγα λόγια αυτό που συμβαίνει σήμερα, με την διακριτική, πάντα, ευχέρεια να χρησιμοποιήσει αντί για τη λέξη “ξεσκίζει” το “γαμάει”. Με όλο το σεβασμό, φυσικά.
Τα δεδομένα είναι γνωστά σε όλους. Επιστρατεύσεις εργαζομένων, ή επιτάξεις κατά το δόγμα Σαμαρά - Χατζηδάκη που προστρέχουν σε μια κατάσταση τόσο κοντινή, βασανισμοί και επιλεκτική εκδικητικότητα στην παρανομία, πλήρης κάλυψη της ισοπέδωσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, απόκρυψη ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων σε συνάρτηση με το εκκαθαριστικό της εφορίας, νόμος και τάξη της “πιο δεξιάς κυβέρνησης των τελευταίων 40 ετών” κατά Άδωνι Γεωργιάδη.
Μιας δεξιάς κυβέρνησης που έχει μέσα της “σοσιαλιστές” και “αριστερούς”.
Ψωμί, παιδεία, ελευθερία φωνάζανε πολλοί από αυτούς που σήμερα καλούνται να βάλουν πλάτη στα πραγματικά “προβλήματα” της χώρας. Κι όταν λένε “προβλήματα” εννοούν τους απλήρωτους εργάτες που απαιτούν τα δεδουλευμένα, τους εργαζόμενους που ζητούν συλλογικές συμβάσεις εργασίας, τα παιδιά που απαιτούν να σπουδάσουν αυτό που επέλεξαν, τους γονείς που κάνανε το λάθος να αποκτήσουν οικογένεια. Κι όταν η κουβέντα φτάνει στα παιδιά, τότε ξυπνούν τα στερεότυπα της (προ)δικτατορικής Ελλάδας.
Τα μακριά μαλλιά και το σκουλαρίκι αποτελούσαν, μέχρι πρότινος, στόχο αστυνομικό. Τώρα αποτελούν και τρομοκρατικό.
Το μίσος του καλοκαιριού του 2011 απέναντι σε μια κοινωνική ομάδα που μπορεί να μην άλλαξε τα σαπισμένα μυαλά μιας βολεμένης κοινωνίας αλλά, είτε θέλουν να παραδεχτούν κάποιοι είτε όχι, έριξε δυο κυβερνήσεις, δεν έσβησε ποτέ.
Δεν είναι καθόλου τυχαία η στοχευμένη επιλογή προβολής συγκεκριμένης φυσιογνωμίας συλληφθέντων. Αυτοί είναι το επόμενο μεγάλο “πρόβλημα” κι όσο περισσότερο ποτίσουμε με εικόνες τα μυαλά των νοικοκυραίων, τόσο γρηγορότερα θα απαλλαγούμε από τις κοστοβόρες αστυνομικές επιχειρήσεις. Η δουλειά θα έχει γίνει μέσα από τον ίδιο τον κοινωνικό απομονωτισμό.
Ούτε τυχαίο είναι το γεγονός ότι δεν είδαμε ποτέ τα πρόσωπα των ρατσιστών. Ούτε εκείνα των εμπόρων ναρκωτικών ή των διεφθαρμένων μπάτσων. Είδαμε όμως εκείνα των “μαλλιάδων” με τα μούσια και τα χοντρά φούτερ. Τα είδαμε και φοβηθήκαμε αλλά και σιχτιρίσαμε στο άκουσμα του τόπου κατοικίας τους.
“Παιδιά μεγαλοαστών που παίζουν με τις βόμβες και τα Καλάσνικοφ” τα είπαμε. Μα και οι βασανιστές μπάτσοι, παιδιά είναι. Και οι νεοναζί σκίνχεντ με τις παραστρατιωτικές στολές, παιδιά είναι κι αυτά. Ούτε καν 30 ετών.
Ο φόβος, όμως, έχει πάρει ήδη μορφή κι αυτή μπορεί με μία λέξη να περιγραφεί ως “περιθωριακός”. Εκείνος που η 65άρα πρώην αριστερή θα συναντήσει στη στάση του λεωφορείου ή του μετρό και θα τον στραβοκοιτάξει. Μπορεί και να απομακρυνθεί διακριτικά από αυτόν, νομίζοντας ότι κανείς δεν θα την πάρει χαμπάρι.
Η δουλειά γίνεται και μάλιστα χωρίς καθόλου κόστος. Και η ζημιά που έχει κάνει είναι ανυπολόγιστη.
Τα παιδιά της διπλανής πόρτας γίνανε “αναρχικοί”, “καταληψίες” και “τρομοκράτες χωρίς αιτία”. Οι εργαζόμενοι που απαιτούν αξιοπρέπεια βαφτίστηκαν συντεχνίες. Οι μαχαιροβγάλτες εξαφανίστηκαν ανάμεσα στα πολιτιστικά ρεπορτάζ και τα διανυκτερεύοντα φαρμακεία. Και οι βασανιστές ανθρώπων παρέμειναν “μεμονωμένα περιστατικά”.
Ο πόλεμος του φόβου περνά στις συνειδήσεις των πολλών και τα χαλκευμένα βίντεο, οι ρετουσαρισμένες φωτογραφίες και οι αυθόρμητοι “κάτοικοι” ωχριούν μπροστά στις στημένες δημοσκοπήσεις.
Ο κόσμος αποδέχεται τη μοίρα του και λιθοβολεί τους ενόχους που του σερβίρουν. Στην αρχή ήταν οι μετανάστες και οι πόρνες, μετά οι εργαζόμενοι και οι “αντιφρονούντες” ενώ στο τέλος θα είναι οι “φοροφυγάδες”. Όλοι εκείνοι που θα βαφτιστούν φοροκλέφτες από υπουργούς και κανάλια και θα βρεθούν από τη μια στιγμή στην άλλη στο δρόμο. Μακριά από τη βολή, τη νοικοκυροσύνη και τη βόλτα στο Mall που τόσο απειλούσε κάποτε μια κατσαρόλα κι ένα γκαζάκι.
Το αν εκείνοι που τους κατηγορούν σήμερα αποφασίσουν να απλώσουν το χέρι για να τους βοηθήσουν, δεν το ξέρω. Κριτής για το ποιος θα σωθεί και ποιος θα θυσιαστεί σε έναν βωμό μίσους και διχασμού αυτοπροσδιορίζεται κάποιος μονάχα απ’ τις πράξεις του.
Και οι πράξεις των τριών καταδεικνύουν ένα πράγμα. Ο αυτόκλητος τιμωρός-δικαστής ενός επιστρατευμένου λαού, μόνο χουντικός μπορεί να αποκαλείται.
polyfimos