Στα όρια της ανθρώπινης αξιοπρέπειας…
του Ν.Γ. Δρόσου
Βάσει της εικόνας αυτής, η διαδικασία της εσωτερικής υποτίμησης, διαμέσου της οποίας επιχειρείται η ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών, έχει αποτύχει παταγωδώς.
Μια αποτυχία η οποία δεν έγκειται μόνο στο γεγονός ότι τα μη μισθολογικά κόστη, όπως αυτά εκφράζονται στις ασφαλιστικές εισφορές, στη γραφειοκρατία και στο ευρύτερο πλαίσιο συνθηκών ανταγωνισμού, παρέμειναν επί της ουσίας ανέπαφα, μετριάζοντας έτσι το όποιο όφελος για τις ελληνικές εξαγωγές, αλλά κυριότερα στο ότι οι τιμές βασικών καταναλωτικών αγαθών είτε παραμένουν πεισματικά στα προ τριετίας επίπεδά τους είτε ακριβαίνουν.
Οι κάτοικοι της χώρας είναι σήμερα αντιμέτωποι με μια πρωτοφανή μείωση της αγοραστικής τους δύναμης, για οποιαδήποτε χώρα του δυτικού κόσμου σε καιρό ειρήνης.
Το γεγονός αυτό αναδεικνύει τις τραγικές επιπτώσεις που έχει για την ελληνική κοινωνία η παντελής απουσία προώθησης βασικών δομικών μεταρρυθμίσεων στην οικονομία, οι οποίες θα επέτρεπαν την αποκλιμάκωση των τιμών και άρα τη διάσωση, τουλάχιστον τμήματος, του πρότερου βιοτικού επιπέδου των μελών της.
Η απουσία δομικών μεταρρυθμίσεων, σε κάθε τομέα και κλάδο της ελληνικής οικονομίας, λειτουργεί αποκλειστικά σε όφελος των κάθε λογής ολιγοπωλιακών ή μονοπωλιακών συμφερόντων, τα οποία εξακολουθούν να τη λυμαίνονται.
Τρανή απόδειξη του γεγονότος αυτού είναι η πεισματική διατήρηση των τιμών των προϊόντων αυτών στα ίδια επίπεδα, παρά τη θεαματική υποχώρηση της ζήτησης το τελευταίο διάστημα.
Ακόμη και εάν συμπεριλάβουμε προϊόντα ανελαστικής ζήτησης, όπως είναι αυτά που αφορούν σε είδη διατροφής, το φαινόμενο μαρτυρά την ύπαρξη στρεβλώσεων και καρτέλ στην ελληνική αγορά, τα οποία η Πολιτεία αδυνατεί να ελέγξει, την ίδια ώρα που εμφανίζεται ανήμπορη ή απρόθυμη να προωθήσει την πραγματική απελευθέρωση της οικονομίας.
Παράμετροι όπως το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας ή των μεταφορών αντικατοπτρίζονται στο κόστος των ειδών διατροφής, ή λοιπών προϊόντων του μεταποιητικού τομέα, τα οποία επίσης βαρύνει το συνεχιζόμενα υψηλό κόστος των ασφαλιστικών εισφορών, της γραφειοκρατίας και της αδιαφάνειας.
Εάν η χώρα μας είναι υποχρεωμένη να διέλθει τη στενωπό της δημοσιονομικής προσαρμογής, δεν μπορεί, εκ των πραγμάτων, να το πράξει δίχως να προωθήσει αντίστοιχα μέτρα απελευθέρωσης και εξυγίανσης της οικονομικής δραστηριότητας.
Όσο δεν πατάσσονται φαινόμενα όπως η φοροδιαφυγή, η γραφειοκρατία, η αδιαφάνεια και τα κάθε λογής ολιγοπώλια ή καρτέλ, είτε αυτά αφορούν ιδιωτικές, είτε κρατικές εταιρίες, τον «λογαριασμό» θα τον πληρώνουν οι απλοί πολίτες.
Οι άνθρωποι εκείνοι οι οποίοι είτε έχασαν τις δουλειές τους, είτε μεγάλο μέρος των εισοδημάτων τους, και πλέον αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο απώλειας και της αξιοπρέπειάς τους…
Οι εικόνες που εκτυλίχτηκαν χθες μπροστά από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, στο κέντρο της Αθήνας, με εκατοντάδες ανθρώπους να δίνουν πραγματική μάχη ώστε να εξασφαλίσουν, αν όχι μία σακούλα, τουλάχιστον λίγα από τα οπωροκηπευτικά που
μοίραζαν δωρεάν παραγωγοί και πωλητές αγροτικών προϊόντων, συνιστούν
κόλαφο για τη χώρα μας και ομολογία ήττας για όσους κράτησαν τα ηνία της
τα τελευταία χρόνια.
Πρόκειται για εικόνες που δεν είναι πρωτόγνωρες το τελευταίο διάστημα για το κέντρο της πόλης και έρχονται να προστεθούν σε εκείνες των συσσιτίων και του μοιράσματος τροφίμων και ειδών ένδυσης από δημοτικούς ή άλλους φορείς προς όσους έχουν ανάγκη τη βοήθειά τους.
Μια ολοένα αυξανόμενη μερίδα πολιτών, ανθρώπων οι οποίοι έως πρόσφατα θα μπορούσαν να αποτελούν τμήμα ακόμη και των λεγόμενων «μεσαίων τάξεων», έχει φτωχοποιηθεί και πλέον αντιμετωπίζει με δυσχέρεια ζητήματα στοιχειώδους διαβίωσης.
Μετά από 5 χρόνια ύφεσης, με ανεργία άνω του 26%, απώλειες μισθών στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα που αγγίζουν κατά μέσο όρο το 35% και με υπερφορολόγηση, δεν τίθεται ζήτημα διατήρησης βιοτικού επιπέδου, αλλά επιβίωσης.
Πρόκειται για εικόνες που δεν είναι πρωτόγνωρες το τελευταίο διάστημα για το κέντρο της πόλης και έρχονται να προστεθούν σε εκείνες των συσσιτίων και του μοιράσματος τροφίμων και ειδών ένδυσης από δημοτικούς ή άλλους φορείς προς όσους έχουν ανάγκη τη βοήθειά τους.
Μια ολοένα αυξανόμενη μερίδα πολιτών, ανθρώπων οι οποίοι έως πρόσφατα θα μπορούσαν να αποτελούν τμήμα ακόμη και των λεγόμενων «μεσαίων τάξεων», έχει φτωχοποιηθεί και πλέον αντιμετωπίζει με δυσχέρεια ζητήματα στοιχειώδους διαβίωσης.
Μετά από 5 χρόνια ύφεσης, με ανεργία άνω του 26%, απώλειες μισθών στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα που αγγίζουν κατά μέσο όρο το 35% και με υπερφορολόγηση, δεν τίθεται ζήτημα διατήρησης βιοτικού επιπέδου, αλλά επιβίωσης.
Βάσει της εικόνας αυτής, η διαδικασία της εσωτερικής υποτίμησης, διαμέσου της οποίας επιχειρείται η ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών, έχει αποτύχει παταγωδώς.
Μια αποτυχία η οποία δεν έγκειται μόνο στο γεγονός ότι τα μη μισθολογικά κόστη, όπως αυτά εκφράζονται στις ασφαλιστικές εισφορές, στη γραφειοκρατία και στο ευρύτερο πλαίσιο συνθηκών ανταγωνισμού, παρέμειναν επί της ουσίας ανέπαφα, μετριάζοντας έτσι το όποιο όφελος για τις ελληνικές εξαγωγές, αλλά κυριότερα στο ότι οι τιμές βασικών καταναλωτικών αγαθών είτε παραμένουν πεισματικά στα προ τριετίας επίπεδά τους είτε ακριβαίνουν.
Οι κάτοικοι της χώρας είναι σήμερα αντιμέτωποι με μια πρωτοφανή μείωση της αγοραστικής τους δύναμης, για οποιαδήποτε χώρα του δυτικού κόσμου σε καιρό ειρήνης.
Το γεγονός αυτό αναδεικνύει τις τραγικές επιπτώσεις που έχει για την ελληνική κοινωνία η παντελής απουσία προώθησης βασικών δομικών μεταρρυθμίσεων στην οικονομία, οι οποίες θα επέτρεπαν την αποκλιμάκωση των τιμών και άρα τη διάσωση, τουλάχιστον τμήματος, του πρότερου βιοτικού επιπέδου των μελών της.
Η απουσία δομικών μεταρρυθμίσεων, σε κάθε τομέα και κλάδο της ελληνικής οικονομίας, λειτουργεί αποκλειστικά σε όφελος των κάθε λογής ολιγοπωλιακών ή μονοπωλιακών συμφερόντων, τα οποία εξακολουθούν να τη λυμαίνονται.
Τρανή απόδειξη του γεγονότος αυτού είναι η πεισματική διατήρηση των τιμών των προϊόντων αυτών στα ίδια επίπεδα, παρά τη θεαματική υποχώρηση της ζήτησης το τελευταίο διάστημα.
Ακόμη και εάν συμπεριλάβουμε προϊόντα ανελαστικής ζήτησης, όπως είναι αυτά που αφορούν σε είδη διατροφής, το φαινόμενο μαρτυρά την ύπαρξη στρεβλώσεων και καρτέλ στην ελληνική αγορά, τα οποία η Πολιτεία αδυνατεί να ελέγξει, την ίδια ώρα που εμφανίζεται ανήμπορη ή απρόθυμη να προωθήσει την πραγματική απελευθέρωση της οικονομίας.
Παράμετροι όπως το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας ή των μεταφορών αντικατοπτρίζονται στο κόστος των ειδών διατροφής, ή λοιπών προϊόντων του μεταποιητικού τομέα, τα οποία επίσης βαρύνει το συνεχιζόμενα υψηλό κόστος των ασφαλιστικών εισφορών, της γραφειοκρατίας και της αδιαφάνειας.
Εάν η χώρα μας είναι υποχρεωμένη να διέλθει τη στενωπό της δημοσιονομικής προσαρμογής, δεν μπορεί, εκ των πραγμάτων, να το πράξει δίχως να προωθήσει αντίστοιχα μέτρα απελευθέρωσης και εξυγίανσης της οικονομικής δραστηριότητας.
Όσο δεν πατάσσονται φαινόμενα όπως η φοροδιαφυγή, η γραφειοκρατία, η αδιαφάνεια και τα κάθε λογής ολιγοπώλια ή καρτέλ, είτε αυτά αφορούν ιδιωτικές, είτε κρατικές εταιρίες, τον «λογαριασμό» θα τον πληρώνουν οι απλοί πολίτες.
Οι άνθρωποι εκείνοι οι οποίοι είτε έχασαν τις δουλειές τους, είτε μεγάλο μέρος των εισοδημάτων τους, και πλέον αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο απώλειας και της αξιοπρέπειάς τους…