Τι σημαίνει η υπόθεση της Monte dei Paschi για τον τραπεζικό τομέα
Δεν έχουμε ζήσει πολλά θρίλερ σαν την ιστορία της τράπεζας Monte dei Paschi di Siena: το σενάριο περιέχει διαφθορά, τα δεινά των υψηλών οικονομικών και παιχνίδια επιρροής στα εταιρικά διοικητικά συμβούλια. Και ενώ πλησιάζουν κρίσιμες εκλογές στην Ιταλία, δεν προκαλεί καθόλου έκπληξη το γεγονός ότι η ιστορία της τράπεζας της Σιένας έχει συγκεντρώσει πολλή προσοχή, και χρησιμοποιείται για κομματικούς σκοπούς εντός της χώρας. Και όμως, το δράμα αυτό έχει ευρύτερη σημασία ως προς την ερμηνεία της συνολικής κατάστασης του ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου και την οικονομική κρίση.
Η ίδια η ιστορία είναι γνώριμη. Έχουμε ξαναδεί τόσες εκδοχές της σε περιφερειακές τράπεζες στην Ισπανία, τη Γερμανία και αλλού. Ξεκινάει με τη φιλόδοξη επέκταση στα χρόνια της άνθησης και κορυφώνεται με μία ακριβή εξαγορά. Στη συνέχεια έρχεται η κρίση και οι απώλειες απογειώνονται. Με τη βοήθεια των διεθνών επενδυτικών τραπεζών, η διοίκηση της Monte dei Paschi έστησε συναλλαγές παραγώγων, κρύβοντας τις απώλειες μέσω αναβολής ή απόσβεσής τους μετά από περίοδο πολλών ετών. Η εισφορά κεφαλαίου, που απαιτείται από την Τράπεζα της Ιταλίας, επιτυγχάνεται μέσω της χρήσης παραγώγων έναντι της αναζήτησης νέων επενδυτών, καθώς η διοίκηση της Monte dei Paschi αντιστέκεται σε αραίωση του ποσοστού συμμετοχής της.
Στη συνέχεια, στον απόηχο της κρίσης δημοσίου χρέους, το κράτος ενθαρρύνει τις ιταλικές τράπεζες να αγοράσουν κρατικά ομόλογα. Η επένδυση δεν είναι καθόλου επιτυχής. Παρά τις προσπάθειες και τις διάφορες χρηματοπιστωτικές τεχνικές που δοκιμάστηκαν, οι απώλειες αναγκάζουν τελικά την τράπεζα να αναζητήσει νέα διοίκηση. Η νέα ομάδα ανακαλύπτει τις συμφωνίες παραγώγων, που ήταν κρυμμένες από τις ρυθμιστικές αρχές και από τους ίδιους τους ελεγκτές της τράπεζας. Σε αυτό το σημείο επέρχεται το χάος και οι επακόλουθες αντεγκλήσεις.
Γιατί επιτράπηκε να συμβεί κάτι τέτοιο; Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το αρχικό λάθος ήταν η κακή διαχείριση και η αναποτελεσματική διακυβέρνηση. Αλλά σε κάποιο σημείο, οι κακές αποφάσεις μετατράπηκαν σε παράνομες ενέργειες. Είναι δύσκολο πλέον να γίνει διάκριση μεταξύ ανικανότητας και διαφθοράς. Σε αυτό το στάδιο δεν έχουν ακόμα καθοριστεί οι νομικές ευθύνες. Τα συγκεκριμένα θέματα είναι τεχνικά, και υπάρχουν πολλά περιθώρια για επιχειρήματα σχετικά με το ποιος πρέπει να φορτωθεί το φταίξιμο. Όμως, ανεξάρτητα από τα αποτελέσματα των δικαστηρίων, προκύπτουν τρία γενικά μαθήματα.
Καταρχάς, όπως και στην περίπτωση των ισπανικών περιφερειακών τραπεζών, των Cajas, και των κρατικών γερμανικών Landesbanks, η ανίκανη διαχείριση μπορεί να είναι υπεύθυνη για την αλόγιστη ανάληψη κινδύνων, την έλλειψη διαφάνειας και τις παρατυπίες. Ωστόσο, ο κίνδυνος μεγεθύνεται κατά πολύ από την επικίνδυνη αλληλεπίδραση μεταξύ των τοπικών τραπεζών, οι οποίες ουσιαστικά κυβερνώνται από πολιτικά όργανα και παγκόσμιες επενδυτικές τράπεζες. Οι λεπτομέρειες μπορεί να διαφέρουν από χώρα σε χώρα, αλλά η χρηματοπιστωτική φούσκα στην Ευρώπη δε μπορεί να εξηγηθεί χωρίς την κατανόηση του τι πήγε στραβά σε αυτό το πλέγμα.
Δεύτερον, οι πολιτικοί συχνά θέλουν τον έλεγχο των τραπεζών, αλλά τις περισσότερες φορές καταλήγουν να το μετανιώνουν. Σχολιαστές έχουν προτείνει ότι οι τράπεζες θα πρέπει να επιστρέψουν στις ρίζες τους, και στην ιδέα της τοπικής ιδιοκτησίας και του ελέγχου, ως τρόπο προστασίας από το ρίσκο κακής κατανόησης ή διαχείρισης των κινδύνων. Ωστόσο, η τοπική ιδιοκτησία και ο έλεγχος δεν έσωσε τη Monte dei Paschi, μία από τις παλαιότερες τράπεζες του κόσμου.
Παρά το γεγονός ότι είναι εισηγμένη, αλλά και η Τρίτη μεγαλύτερη εμπορική τράπεζα της Ιταλίας, η Monte dei Paschi ελέγχεται ουσιαστικά από το Φιλανθρωπικό Ίδρυμα, το οποίο με τη σειρά του ελέγχεται από την τοπική αυτοδιοίκηση. Το Ίδρυμα, παρ’ ότι μέτοχος μειοψηφίας, κυριαρχεί στο διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας. Στην Ιταλία, πολλοί είναι αυτοί που αντιπαθούν την αγγλοσαξονική ιδέα ενός διοικητικού συμβουλίου που είναι υπεύθυνο για όλους τους μετόχους, δείχνοντας προτίμηση σε ένα υβρίδιο του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα για τη διασφάλιση της σταθερότητας και των μακροπρόθεσμων αποδόσεων για την κοινότητα. Η υπόθεση της Monti dei Paschi θα πρέπει να τους κάνει να το ξανασκεφτούν.
Τρίτον, η διάσωση μοιάζει περισσότερο με καθυστέρηση του αναπόφευκτου, παρά με αποτελεσματικό μηχανισμό επίλυσης. Στην τράπεζα έχουν προσφερθεί μετατρέψιμα ομόλογα με υψηλό επιτόκιο. Αν δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει, το κράτος θα αποκτήσει αυτόματα περίπου 80 τοις εκατό του μετοχικού κεφαλαίου. Δεδομένης της σοβαρότητας των προβλημάτων της τράπεζας, αυτό μοιάζει περισσότερο με καθυστερημένη εθνικοποίηση.
Μία πιο ξεκάθαρη λύση θα ήταν η άμεση εθνικοποίηση, αναδιάρθρωση και στη συνέχεια πώληση. Αυτό συνέβη με τη Northern Rock στο Ηνωμένο Βασίλειο, με τις ιρλανδικές τράπεζες, αλλά και στις σκανδιναβικές χώρες τη δεκαετία του 1990.
Δυστυχώς, στην Ιταλία, με αναλογία δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ γύρω στο 130 τοις εκατό, η τελευταία επιλογή θα ήταν πολιτικά και οικονομικά δαπανηρή. Η Monte dei Paschi μπορεί να είναι πολύ μεγάλη για να χρεοκοπήσει, αλλά παράλληλα είναι και πολύ ακριβή για να διασωθεί – ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει τις εκλογές.
Πηγή: sofokleous10